στην υγεία, στην ικανότητα προς εργασία, στην κοινωνικότητα καθώς και στην ποιότητα και διάρκεια ζωής. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν εκατοντάδες δίαιτες και άλλα κατασταλτικά μέσα, αντί το ποσοστό των ανθρώπων με περιττά κιλά να μειώνεται, αυξάνεται διαρκώς. Τι κάνουμε λάθος, διερωτώνται επιστήμονες και παχύσαρκα άτομα; Υπάρχει, τελικά, αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα της παχυσαρκίας;
«Η
επιδημία της παχυσαρκίας έχει φθάσει σε κάθε χώρα του κόσμου, και τα άτομα με
σωματικό υπέρβαρο και παχυσαρκία συνεχίζουν να αυξάνονται στα περισσότερα μέρη
του κόσμου. Η παχυσαρκία ευθύνεται για πληθώρα νοσημάτων, μεταξύ των οποίων ο
σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία, το λιπώδες ήπαρ, τα
καρδιαγγειακά νοσήματα, αλλά και διάφορες άλλες παθολογικές καταστάσεις, όπως η
ινσουλινοαντοχή, οι διαταραχές πηκτικότητας, οι διαταραχές του ενδοθηλίου, η
υπογονιμότητα, ο καρκίνος, η κατάθλιψη και τα προβλήματα στις αρθρώσεις. Και
φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε τον κοινωνικό-οικογενειακό αποκλεισμό που βιώνουν
τα παχύσαρκα άτομα, ο οποίος συνδέεται µε δυσκολίες στην αναζήτηση εργασίας,
στην επαγγελματική εξέλιξη, στις ενδυματολογικές επιλογές, κ.λπ. Η παχυσαρκία
πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπιστεί αμέσως και αποτελεσματικά», επισημαίνει η Δρ. Νικολέτα Κοΐνη, M.D., πιστοποιημένη
Ιατρός Λειτουργικής, Προληπτικής, Αντιγηραντικής και Αναγεννητικής Ιατρικής από
την
Αμερικανική Ακαδημία Αντιγηραντικής Ιατρικής (http://functionalmedsystem.com).
Σύμφωνα
με παγκόσμια μελέτη του 2016, τα τελευταία 40 χρόνια έχει αυξηθεί εντυπωσιακά ο
αριθμός των παχύσαρκων, από 105 εκατομμύρια το 1975 σε 641 εκατομμύρια το 2014.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 19,2 εκατομμύρια ανθρώπους, άνω
των 18 ετών σε 186 χώρες και κατέταξαν τους συμμετέχοντες σε κατηγορίες ανάλογα
με τον δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Όταν ο ΔΜΣ είναι κάτω του 18,5 ο άνθρωπος
είναι λιποβαρής, έως 25 φυσιολογικού βάρους, 25-30 υπέρβαρος, 30-35 παχύσαρκος,
35-40 σοβαρά παχύσαρκος και άνω του 40 θανάσιμα παχύσαρκος. Σύμφωνα με αυτή την
κατηγοριοποίηση, το ποσοστό των παχύσαρκων ανδρών, παγκοσμίως, έχει
υπερτριπλασιαστεί φθάνοντας το 10,8% (από 3,2% το 1975), ενώ των παχύσαρκων
γυναικών έχει υπερδιπλασιασθεί στο 14,9% (από 6,4%). Οι γυναίκες εξακολουθούν
να είναι πιο παχύσαρκες σε σχέση με τους άνδρες, αλλά ο αριθμός των τελευταίων
αυξάνεται ταχύτερα. Μεταξύ 1975-2014 ο μέσος παγκόσμιος ΔΜΣ αυξήθηκε στους
άνδρες από 21,7 σε 24,2, ενώ στις γυναίκες από 22,1 σε 24,4. Αυτό, κατά τους
επιστήμονες, ισοδυναμεί με το να έχει γίνει ο παγκόσμιος πληθυσμός βαρύτερος
κατά ενάμισι κιλό ανά δεκαετία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, αν αυτή η τάση
συνεχιστεί με αυτό το ρυθμό, το 2025 περίπου το ένα πέμπτο των ανδρών (18%) και
των γυναικών (21%), παγκοσμίως, θα είναι παχύσαρκοι, ενώ πάνω από 6% των ανδρών
και 9% των γυναικών θα είναι σοβαρά παχύσαρκοι. Επίσης, έρευνα του Οργανισμού
Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) δείχνει ότι η παχυσαρκία αυξάνεται όχι μόνο στις αναπτυσσόμενες
περιοχές, αλλά και σε χώρες που απειλούνται από λιμό, όπως αυτές της
υποσαχάριας Αφρικής.
Δυσοίωνες
είναι οι προβλέψεις σχετικά με την παχυσαρκία και σε ότι αφορά τα παιδιά.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Παχυσαρκίας (WObF) μέχρι το 2025, 268
εκατομμύρια παιδιά σχολικής ηλικίας (5 έως 18 ετών) παγκοσμίως θα είναι
υπέρβαρα, ενώ 91 εκατομμύρια θα είναι παχύσαρκα. Ανησυχητικές διαστάσεις
λαμβάνει το φαινόμενο και στην Ελλάδα, καθώς τα στοιχεία δείχνουν ότι μέχρι το
2025, 480.000 παιδιά σχολικής ηλικίας θα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα. Σύμφωνα με
μελέτη του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο τα υπέρβαρα παιδιά βιώνουν
τουλάχιστον μια ιατρική επιπλοκή και χάνουν τέσσερις φορές περισσότερες
σχολικές ώρες, από τα παιδιά με φυσιολογικό σωματικό βάρος. Τα παχύσαρκα παιδιά
βαθμολογούν την ποιότητα ζωής τους με σκορ τόσο χαμηλό, όσο οι συνομήλικοι τους
που πάσχουν από καρκίνο, καθώς πέφτουν συχνότερα θύματα εκφοβισμού (bullying) και αποκλείονται από αθλητικές
και άλλες δραστηριότητες.
Γιατί οι κλασικές δίαιτες απέτυχαν;
Σύμφωνα
με την Δρ. Κοϊνη, πριν αναζητήσουμε «μαγικές» λύσεις στο πρόβλημα της
παχυσαρκίας θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα τί κάνουμε λάθος σήμερα. «Οι
κλασικές διατροφικές οδηγίες για την απώλεια βάρους περιλαμβάνουν λίγα λιπαρά,
πολλά φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, ζυμαρικά και ρύζι, αρκετά όσπρια και άλιπα
γαλακτοκομικά και λίγο κρέας, περιορισμό θερμίδων, λιπαρών και ποσοτήτων.
Δυστυχώς, όμως, όχι μόνο δεν σας επιτρέπουν να χάσετε τα περιττά κιλά αλλά
πυροδοτούν την αύξηση του βάρους και το κυριότερο διαταράσσουν την ορμονική
ισορροπία και συνολικά την υγεία σας. Ακολουθώντας τις συνηθισμένες οδηγίες για
αδυνάτισμα δημιουργείτε στον οργανισμό σας ορμονικό χάος, πρόωρη γήρανση και
επιτείνετε τη συσσώρευση λίπους. Τα επιστημονικά στοιχεία είναι αμείλικτα: Οι
παχύσαρκοι άνθρωποι έχουν έως και 16 φορές αυξημένη πιθανότητα να υποστούν
καρδιακή ή εγκεφαλική προσβολή, ενώ εκτιμάται ότι ζουν 12-16 χρόνια λιγότερο,
από τα άτομα φυσιολογικού βάρους», εξηγεί.
Και
συμπληρώνει, πως οι άνθρωποι δεν έχουν ανάγκη από νέες δίαιτες. «Φτάνει πια με
τις κετοξικές, αλκαλικές, υποθερμιδικές, άναλες, ή δίαιτες σύμφωνα με τις
ομάδες αίματος ή ακόμα χειρότερα με εκείνες που υπόσχονται γρήγορο αποτέλεσμα
πίνοντας μόνο νερό ή τρώγοντας μόνο φρούτα. Είναι εκπληκτικό πόσο στερούμενα
επιστημονικής τεκμηρίωσης είναι τα περισσότερα από αυτά που ακούτε και
διαβάζετε καθημερινά από κάθε λογής “ειδικούς”. Δεν κουραστήκατε να τους ακούτε
να σας λένε τη μια “φάε ζυμαρικά!” και τη άλλη “μην τρως ζυμαρικά”, ή “φάε
λιπαρά”, “μην τρως λιπαρά”; Κι ενώ αρχικά χαίρεστε που έχετε χάσει κάποια κιλά
γρήγορα, στη συνέχεια διαπιστώνετε ότι τα ξαναπήρατε και μάλιστα με το
παραπάνω. Και μένετε με την απορία “μα, γιατί;”. Γιατί σας αλλάζουν τον
μεταβολισμό και την ορμονική ισορροπία με αποτέλεσμα ανά πάσα στιγμή να
κινδυνεύετε να εκδηλώσετε χρόνιες παθήσεις, όπως οστεοπόρωση, μυϊκή ατροφία, ή
ακόμα και πρόωρο θάνατο», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η Λειτουργική Ιατρική πολεμά τον
εχθρό εκ των έσω
Όπως
εξηγεί η Δρ. Νικολέτα Κοΐνη, η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας είναι ένας διαρκής
αγώνας, ένας μαραθώνιος, που δεν πρέπει να εστιάζει μόνο στον περιορισμό των
θερμίδων. «Η καταπολέμηση της παχυσαρκίας έχει να κάνει με τη βιολογία του
κυττάρου και μόνο», τονίζει και υπενθυμίζει πως υπάρχουν έξι ζωτικά σημεία για
τον έλεγχο του μεταβολισμού και την ορμονική ισορροπία.
Αυτά
είναι:
1)
Η καύση και ο μεταβολισμός του λίπους.
Η σωστή καύση του λίπους προϋποθέτει διατροφή που δε θα αυξάνει τα επίπεδα της
ινσουλίνης στο αίμα. Όσο τρώτε γεύματα που προσφέρουν γρήγορα και σε ικανή
ποσότητα σάκχαρο (γλυκόζη) και υδατάνθρακες, προκαλείτε στον οργανισμό
αντίσταση στην ινσουλίνη και μπλοκάρετε την καύση του λιπώδους ιστού.
2)
Η σωστή λειτουργία του εγκεφάλου. Η λεπτίνη,
ορμόνη που παράγεται από τα λιποκύτταρα δίνει στον εγκέφαλο το σήμα ότι είστε
χορτάτοι και ενισχύει την ικανότητα του οργανισμού να χρησιμοποιεί σωστά και να
καίει το λίπος. Όταν, όμως, καταναλώνετε λίγα λιπαρά μειώνεται η παραγωγή της
λεπτίνης και άρα ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει το σήμα του κορεσμού, με αποτέλεσμα
να επιβραδύνει ο μεταβολισμός. Επίσης, η σωστή έκκριση νευροδιαβιβαστών, όπως η
σεροτονίνη, παίζει σημαντικό ρόλο στην έκκριση της λεπτίνης, άρα και του σωστού
μεταβολισμού.
3)
Η ορμονική ρύθμιση. Για την ύπαρξη
και διατήρηση ενός καλού μεταβολισμού είναι σημαντική η αρμονική έκκριση των
ορμονών. Κλασικές καταστάσεις που απορρυθμίζουν τον μεταβολισμό είναι, το
σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, η εμμηνόπαυση, ο υποθυρεοειδισμός και το στρες. Όταν
ο οργανισμός βιώνει μόνιμα στρες, δηλαδή τα επίπεδα της κορτιζόλης είναι
διαρκώς υψηλά (υπερκορτιζολαιμία), το σώμα κάνει συνέχεια καύσεις με αποτέλεσμα
να χρειάζεται συχνότερα ανεφοδιασμό με πηγές ενέργειας, όπως τα λιπαρά και τα
σάκχαρα. Επίσης, η κορτιζόλη συνδέεται στον εγκέφαλο με υποδοχείς προκαλώντας
αυξημένη έκκριση της πεπτικής ορμόνης κορτικοεκλυτίνης (CRH) και του νευροπεπτιδίου Υ (NPY), με αποτέλεσμα τη μείωση της
λεπτίνης και την αύξηση του αισθήματος της πείνας. Επιπλέον, τα κύτταρα του
λιπώδους ιστού μετατρέπουν την ανενεργή κορτιζόνη σε κορτιζόλη και ταυτόχρονα
τα ανώριμα λιποκύτταρα μετατρέπονται σε ώριμα.
4) Η ικανότητα του κυττάρου να ρυθμίζει τις φλεγμονές
και τις οξειδώσεις. Τα υψηλά επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) και της
ιντερλευκίνης 6 (IL-6), δύο δεικτών εσωτερικής φλεγμονής στον οργανισμό,
αποτελούν ένδειξη μεγάλης αποθηκευτικής ικανότητας λίπους. Επίσης, ο παράγοντας
νέκρωσης του όγκου-άλφα (TNF-α), μια κυτοκίνη που εμπλέκεται στη συστημική
φλεγμονή, επάγει την αντίσταση της ινσουλίνης στα λιποκύτταρα και στον
σκελετικό μυ. Και τα αυξημένα επίπεδα των ελευθέρων ριζών προάγουν τη
μιτοχονδριακή δυσλειτουργία και την
αυξημένη εναπόθεση λίπους, όπως και την έξαρση της ινσουλινοαντίστασης.
5) Η τοξικότητα. Η επίδραση των τοξινών
στον μεταβολισμό γίνεται μέσω πέντε μηχανισμών στρες: ορμονικό,
νευροενδοκρινικό, μιτοχονδριακό, ανοσορυθμιστικό και οξειδωτικό. Οι τοξίνες
μπορεί να επηρεάσουν την ορμονική ρύθμιση του βάρους και σε αυτό συμμετέχουν η
ινσουλίνη, οι ορμόνες του θυρεοειδούς, η
κορτιζόλη, η αδιπονεκτίνη, τα οιστρογόνα και άλλες του εντέρου, όπως η
γρελίνη.
6) Η ποσότητα των αναγκαίων βιταμινών και
θρεπτικών συστατικών. Οι βιταμίνες και τα κατάλληλα θρεπτικά συστατικά, τα
οποία υπάρχουν στις φυσικές και λιγότερο επεξεργασμένες τροφές συμπληρώνουν το
«παζλ» της επιστήμης της βιολογίας της παχυσαρκίας ως ουσιώδη συστατικά του
σωστού μεταβολισμού.
«Τα
έξι αυτά σημεία απορρέουν από τη μελέτη της βιολογίας της παχυσαρκίας. Και αυτό
που μας λένε είναι ότι, η απώλεια βάρους μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ρύθμισης
των μηχανισμών αυτών με τη βοήθεια της Λειτουργικής Ιατρικής. Δηλαδή, με την
αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας όλων των λειτουργιών του σώματος.
Όπως πολλές παθολογικές καταστάσεις, έτσι και η παχυσαρκία είναι απόρροια της αλλοίωσης
της βιοχημικής ισορροπίας του οργανισμού. Η μόνη πραγματική λύση είναι η
αποκατάσταση της φυσιολογικής μεταβολικής απόδοσης. Η Λειτουργική Ιατρική
επαναφέρει το κύτταρο στην ιδανική του λειτουργία, χωρίς χημικές ουσίες,
φάρμακα και εξαντλητικές δίαιτες. Πετυχαίνει απώλεια βάρους με παράλληλη αύξηση
της μυϊκής μάζας και της οστικής πυκνότητας και ελάττωση του σπλαχνικού και του
σωματικού λίπους. Και το σπουδαιότερο όλων είναι ότι μπορείτε να τρώτε νόστιμα
και χορταστικά γεύματα, χωρίς να σαμποτάρετε την υγεία σας», καταλήγει η Δρ.
Νικολέτα Κοΐνη.