Του
Αντώνη Νταγλιούδη
Κατ’ αρχήν ας ξεφύγουμε από τον πλαστό – παιδικό εκβιασμό της
ακυβερνησίας. Το 90% των ανεπτυγμένων
χωρών έχουν κυβερνήσεις συνεργασίας. Αυτή η συνύπαρξη μάλιστα αναγκάζει τα
κόμματα να λένε και να εννοούν κάτι, δηλαδή να πράττουν, να ελέγχουν και να ελέγχονται,
να προγραμματίζουν και να απολογούνται, να παρουσιάζουν δηλαδή κάτι που στην
Ελλάδα δεν είναι αυτονόητο: Σοβαρότητα. Άρα όποιο αποτέλεσμα και να έρθει, οι
πολιτικές δυνάμεις πρέπει ανάλογα με το ποσοστό και την συμβατότητα
προγραμμάτων να συνεννοηθούν. Να
παραμερίσουν εμπάθειες, έχθρες και θεωρίες μοναδικότητας και να προκύψουν
συγκεκριμένες, ανακοινώσιμες και ωφέλιμες κοινωνικά συμφωνίες.
Πρώτο στοιχείο μιας τέτοιας συμφωνίας δεν μπορεί παρά να είναι η στήριξη
και σταδιακή ανόρθωση της κοινωνίας, ξεκινώντας από τους πιο αδύναμους. Αποκατάσταση εισοδημάτων (αρχίζοντας από τα
χαμηλότερα), λειτουργία κοινωνικών δομών (υγεία, ασφάλιση κ.λπ.) και γενικότερα
πορεία προς οικονομική και ψυχολογική βελτίωση.
Ξεκαθάρισμα επίσης του πλαισίου αντιμετώπισης του δημοσιονομικού
προβλήματος. Το χρέος το δημιούργησε ο
συνδυασμός ανεπαρκών κυβερνήσεων και κερδοσκοπικής τοκογλυφίας και όχι ο
λαός. Η άρνηση όμως πληρωμής οδηγεί σε
επικίνδυνη αυτοκαταστροφική απομόνωση, άρα χρειάζεται σχέδιο και συνεννόηση. Πρωτογενές πλεόνασμα άμεσα, δάνεια με χαμηλό
επιτόκιο μόνο για αποπληρωμή δανείων, συνδυασμός ετήσιων πληρωμών και
κουρεμάτων, με πορεία προς την μείωση του χρέους, με μακρόπνοο στόχο τον
μηδενισμό του και απόφαση για να μην ξαναπέσουμε στο «λούκι». Οι δαπάνες θα ισοσκελίζονται με τα έσοδα στα
πλαίσια του εθνικού σχεδίου και της Ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής και
αλληλεγγύης.
Και μια και είπαμε για Ευρώπη οι ιδέες για αποχώρηση, αυτονομίες και
Αλβανοποιήσεις καλό είναι να διορθωθούν.
Η αγοραφοβία και η απομόνωση, μόνο μιζέρια και διαφθορά φέρνουν. Η Ευρώπη είναι η πατρίδα μας και οι λαοί της
μπορούν να την αλλάξουν.
Από εκεί και πέρα είναι τα ζητήματα δημοκρατίας και της ανάπτυξης. Πρώτα απ’ όλα η οργάνωση της διαλυμένης
Δημόσιας Διοίκησης, η διαφάνεια, η λειτουργία και η διεύρυνση των δημοκρατικών θεσμών, η στήριξη
της αγροτικής παραγωγής, της έρευνας, της παραγωγικής βάσης και του τουρισμού
και η εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων.
Το κάθε σημείο μιας τέτοιας συμφωνίας «σηκώνει» συζήτηση και έχει πολλές
προεκτάσεις. Όμως όταν οι άνθρωποι
κοιτάζονται στα μάτια και συζητούν για το κοινό καλό, τότε μπορούν να καταλήγουν,
να συμφωνούν έστω και επιμέρους και να συμπορεύονται έστω και για κάποιο
διάστημα.
Καλό λοιπόν είναι (αφού απορρίψουμε το ΝΔ – ΠΑΣΟΚ φυσικά) να στηρίξουμε
κόμματα που να έχουν προγράμματα και πρακτική συμβατή με τα ανωτέρω
σημεία: Ανθρωπισμός, ανοικτή δημοκρατία
της συμμετοχής του πολίτη, οικολογική αντίληψη, συμμετοχή στις Ευρωπαϊκές και
στις παγκόσμιες εξελίξεις, απόρριψη της μοναδικότητας και του αρχηγισμού,
διάθεση συνεργασίας, με σεβασμό στην διαφορετικότητα και τις άλλες απόψεις, θέληση
για μεταρρυθμίσεις, πρόταση ωφέλιμης κοινωνικά ανάπτυξης και υπέρβασης της
κρίσης. Να αναδείξουμε κόμματα που –
επιτέλους – να αρθρώνουν απλό, κατανοητό, ξεκάθαρο προγραμματικό λόγο,
πραγματοποιήσιμου εναλλακτικού σχεδίου χωρίς να επαναλαμβάνουν διαρκώς και επιμόνως
μόνο πόσο λάθος είναι οι εφαρμοζόμενες πολιτικές. Προσωπικά πάντως – χωρίς να είμαι απολύτως βέβαιος για την
ορθότητα της επιλογής μου – επιλέγω με βάση το παραπάνω σκεπτικό Οικολόγους
Πράσινους.
Όμως το μέλλον του τόπου δεν θα κριθεί από την τύχη ή το ποσοστό ενός και
μόνο κόμματος. Θα εξαρτηθεί από την συνολική κοινωνική και πολιτική
πραγματικότητα που θα διαμορφωθεί. Και
τώρα πια, μετά τον «Μεγάλο Θυμό» χρειαζόμαστε όσο ποτέ το εναλλακτικό σχέδιο
που θα μας εμπνεύσει και θα μας κάνει να ελπίζουμε πάλι.