Το καινούργιο «επιχείρημα» στο οποίο καταφεύγει εσχάτως ο κ. Γ. Παπανδρέου (Συνέντευξη στην ιταλική εφημερίδα «Κορριέρε ντέλλα Σέρα, 12 Απριλίου), είναι πως δεν εγνώριζε την πραγματική κατάσταση της οικονομίας όταν υποστήριζε πως «λεφτά υπάρχουν», ουδείς τον ενημέρωνε, του έκρυβαν την αλήθεια.
Υποστηρίζει δηλαδή περίπου πως τότε που προσπαθούσε να οδηγήσει το κόμμα του στην εξουσία και τον εαυτό του στον πρωθυπουργικό θώκο, ο ίδιος ήταν ένας ανέμελος τύπος, που θεωρούσε πως από κάπου έβρισκε πάντα λεφτά η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι η παραγωγικότητα βρισκόταν στα πατώματα και η χώρα εξηρτάτο απολύτως από τα δανεικά και τις εισαγωγές.
Φυσικά, αυτά μπορεί να τα λέει σε ξένους δημοσιογράφους, οι οποίοι λογικό είναι να μην γνωρίζουν σε βάθος την ελληνική πραγματικότητα.
Μπορεί να εκπλήσσονται, αλλά δεν έχουν κανένα λόγο να τον αμφισβητήσουν.
Τον ρωτούν, απαντά και… τελεία – γι’ αυτό φαίνεται ότι ο πρώην πρωθυπουργός προτιμά να δίνει συνεντεύξεις (άνευ «αντιπάλου») μόνο στον ξένο Τύπο.
Έτσι, στη συνέντευξή του στην «Κορριέρε», δηλώνει σχετικά με την τότε κρατούσα κατάσταση
στην ελληνική οικονομία:
«Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ παρακολουθούσαν την κατάσταση. Μπορεί και να απέστειλαν προειδοποιητικές επιστολές στον τότε πρωθυπουργό και τους υπουργούς Οικονομικών. Δεν δημοσιοποιήθηκε, όμως, τίποτα. Η κυβέρνησή μου κλήθηκε να αποκαλύψει το μεγάλο ψεύδος, και να αποδείξει ότι ήταν πρόθυμη να αλλάξει ριζικά την όλη κατάσταση. Εγώ και η κυβέρνησή μου τιμωρηθήκαμε για αμαρτίες που έκαναν άλλοι, αλλά νομίζω ότι άξιζε τον κόπο. Θα προτιμούσα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο- πριν από τις εκλογές του 2009, τις οποίες κερδίσαμε - να έλεγαν με σαφήνεια πώς είχε η όλη κατάσταση».
Οπότε, δεν τον παραπλάνησε μόνο η τότε κυβέρνηση, αλλά και οι μετέπειτα δανειστές του.
Και επομένως, ακούγεται λογικό να υποστηρίζει πως ο ίδιος πλήρωσε τις αμαρτίες των άλλων.
Φυσικά, παραλείπει να πει πως ο τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής τον είχε από τον Φεβρουάριο του 2009 προειδοποιήσει πως η κατάσταση είναι ζοφερή, αλλά ο ίδιος αρνήθηκε κάθε συνεργασία, επιμένοντας να ζητά εκλογές για να… σώσει τη χώρα (με την… πράσινη ανάπτυξη, βεβαίως), διότι… λεφτά υπήρχαν!
Ξαφνικά, μάλιστα, θέτει και θέμα μη ενημέρωσής του από την Κομισιόν και το ΔΝΤ, που πιθανόν να είχαν αποστείλει προειδοποιητικές επιστολές, τις οποίες, όμως, του απέκρυψαν!
Εγκαλεί μάλιστα Κομισιόν και ΔΝΤ, που δεν είχαν διεκτραγωδήσει την κατάσταση πριν από τις εκλογές του 2009.
Η αλήθεια είναι πως δεν χρειάστηκαν ούτε επιστολές, ούτε άλλου τύπου ενημέρωση.
Διότι υπήρχαν οι επίσημες εκθέσεις του ΔΝΤ και οι επισημότατες δηλώσεις όλων των αξιωματούχων της ΕΕ.
Στις 31 Ιουλίου 2009, το φως της δημοσιότητας είδαν οι εκθέσεις του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ, που λίγες μέρες αργότερα δημοσιεύθηκαν στον ελληνικό Τύπο.
Σ’ αυτές η κατάσταση παρουσιαζόταν με τα πιο μελανά χρώματα, με κοινό τόπο και των δύο εκθέσεων ότι η ελληνική οικονομία είχε εισέλθει σε τροχιά ύφεσης και οι προβλέψεις στον τομέα της ανεργίας ήσαν εξαιρετικά αρνητικές.
Στις ελληνικές εφημερίδες της 7ης Αυγούστου, η έκθεση του ΔΝΤ δημοσιεύθηκε πρωτοσέλιδη, υπό τίτλους του τύπου «Νέα έκθεση-καταπέλτης για την ελληνική οικονομία».
Σύμφωνα με την έκθεση, το ΔΝΤ συνιστούσε κατάργηση της 13ης και 14ης σύνταξης, πάγωμα μισθών, αύξηση φόρων – ιδίως του ΦΠΑ και των φόρων στα ακίνητα – και απελευθέρωση απολύσεων.
Επίσης, το ΔΝΤ ζητούσε μέτρα ετήσιας απόδοσης 3,7 δις ε από το 2010 μέχρι το 2013, αυστηρούς περιορισμούς στις αυξήσεις μισθών στο Δημόσιο, μείωση του πλεονάζοντος προσωπικού στον δημόσιο τομέα με περιορισμό των προσλήψεων σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά των αποχωρήσεων για λόγους συνταξιοδότησης, αναμόρφωση του συστήματος συντάξεων που μπορεί να περιλάμβανε χορήγηση συντάξεων με βάση τις συνολικές αποδοχές και όχι τις αποδοχές της τελευταίας πενταετίας όπως ίσχυε, μαχαίρι στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις των δημοσίων υπαλλήλων, μέτρα για την αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής, αλλαγή του καθεστώτος προστασίας της εργασίας με άρση των περιορισμών στις απολύσεις, ενίσχυση της μερικής απασχόλησης, κοινωνικό συμβόλαιο εργαζομένων – εργοδοτών – κράτους για την ενίσχυση της απασχόλησης που θα προβλέπει προσαρμογή των μισθών προς τα κάτω, διεύρυνση και επιτάχυνση της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και απελευθέρωση αγορών, προϊόντων και υπηρεσιών, μείωση αμυντικών δαπανών στα επίπεδα του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, συνέχεια των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της υγείας, καλύτερη διαχείριση δημόσιων νοσοκομείων, βελτίωση και κοστολόγηση των υπηρεσιών.
Ποια ήταν η απάντηση σε όλα αυτά (που σήμερα ο κ. Παπανδρέου παριστάνει ότι αγνοούσε) εκ μέρους της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Η ακόλουθη (επί λέξει):
Η ΕΕ και οι διεθνείς αγορές χρηματοδοτούν το χρέος της Ελλάδας και ζητούν ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο με τομές στα έσοδα και στις δαπάνες, καθώς και ένα πρόγραμμα συγκεκριμένων διαρθρωτικών αλλαγών, μετρήσιμων, που μπορεί να αποδώσουν σε βάθος χρόνου. Χρειάζεται διαπραγμάτευση για το έλλειμμα, που πρέπει να το κάνει κυβέρνηση με νωπή λαϊκή εντολή. Το ΠΑΣΟΚ θα καταργήσει όλα τα φοροεισπρακτικά μέτρα που ανακοίνωσε τις τελευταίες εβδομάδες η κυβέρνηση και είναι εις βάρος των ασθενεστέρων οικονομικά στρωμάτων.
Επομένως, αυτό που προκύπτει είναι πως το ΔΝΤ είχε αρκούντως προειδοποιήσει, είχε προτείνει όλα τα μέτρα που ελήφθησαν αργότερα, αλλά ο κ. Παπανδρέου… διέψευδε το Ταμείο, υποστηρίζοντας πως (για κάποιον λόγο παρόμοιο με αυτόν που προβάλλει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ), η ΕΕ και οι «αγορές» θα συνέχιζαν να μας χρηματοδοτούν.
Και αφού έγιναν όσα έγιναν (με την βοήθεια πλείστων όσων «κηπουρών»), τώρα ο κ. Παπανδρέου μας λέει πως «η έξοδος στις αγορές θα μπορούσε να έχει γίνει νωρίτερα, αν υπήρχε από την αρχή εθνική συνεννόηση».
Φυσικά, για τον ίδιο η «αρχή» βρίσκεται στην δική του διακυβέρνηση και όχι σ’ αυτήν του προκατόχου του.
Και επομένως, εθνική συνεννόηση μπορούσε να επιτευχθεί μόνο επί των ημερών του – και όχι επί των ημερών του προκατόχου του.
Και σα να μην έφθαναν όλα αυτά, αφού κέρδισε τις εκλογές, ο κ. Παπανδρέου έστειλε τον κ. Παπακωνσταντίνου στις Βρυξέλλες για να πει στους αγωνιούντες εταίρους πως αυτοί θα εφάρμοζαν το πρόγραμμά τους και πως όλοι οι υπόλοιποι να πήγαιναν να κουρεύονται!
Φυσικά, στις Βρυξέλλες έφριξαν.
Και άρχισαν τις προειδοποιήσεις.
Αλλά ο κ. Παπανδρέου συνέχισε αμέριμνος, μέχρι που έκλεισαν οι αγορές…
Και πέντε χρόνια μετά, ενώ ο ίδιος είχε παραπληροφορήσει τον λαό επαναλαμβάνοντας με διάφορες ευκαιρίες πως «λεφτά υπάρχουν» ή «λεφτά υπήρχαν» ή «θα αποδείξουμε στην πράξη πως λεφτά υπάρχουν», διαμαρτύρεται ότι έπεσε θύμα παραπληροφόρησης!