Τρίτη 2 Αυγούστου 2011

Αποκλιμάκωση για τις τιμές των εμπορευμάτων


ImageΣημαντική πίεση ασκούν οι εξαιρετικά αυξημένες τιμές των πρώτων υλών των λιπασμάτων στο εισόδημα των αγροτών, τη στιγμή που οι τιμές στα εμπορεύματα έχουν αρχίσει να αποκλιμακώνονται με σχετικά ήπιο τρόπο, με πρωταγωνιστές το βαμβάκι και το μαλακό σιτάρι, όπως αποκαλύπτει το σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Agrenda. Οι σταθερά υψηλές τιμές των λιπασμάτων, σύμφωνα με
πρόσφατη μελέτη των οικονομολόγων αγροτικής οικονομίας του Πανεπιστημίου του Ιλινόις, αναμένεται να εξελιχθούν σε βραχνά για τους αγρότες, καθώς οι πρώτες εκτιμήσεις για την καλλιεργητική περίοδο 2011/12 κάνουν λόγο για ηπιότερες τιμές στα αγροτικά αγαθά και αυξημένα κόστη λίπανσης.
 
Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και πριν από δύο χρόνια, όταν οι τιμές στα σημαντικότερα αγροτικά προϊόντα υποχώρησαν ραγδαία, ενώ τα λιπάσματα παρέμειναν ακριβά για σχεδόν ένα χρόνο, αφού οι πρώτες ύλες είχαν αγοραστεί σε τιμές ρεκόρ από τους μεταποιητές.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η ζήτηση για τις πρώτες ύλες των λιπασμάτων τους τελευταίους 12 μήνες κινήθηκε σε πρωτόγνωρα επίπεδα, γεγονός που εξηγεί την εντυπωσιακή άνοδο που σημειώθηκε στις τιμές τους. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Βραζιλίας, η οποία αύξησε φέτος τις εισαγωγές πρώτων υλών λιπασμάτων κατά 50%, ενώ σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία η αύξηση στην κατανάλωση ήταν παγκόσμιο φαινόμενο για το 2011. Έτσι μετά από δύο καλλιεργητικές περιόδους αυξημένων κερδών, τα ακριβά λιπάσματα αναμένεται να ανατρέψουν το οικονομικό ισοζύγιο των παραγωγών επηρεάζοντας σημαντικά το εισόδημά τους, στις περιπτώσεις των καλλιεργειών που η αγορά εξομαλύνεται.

Η περίπτωση του βάμβακος

ImageΧαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το βαμβάκι, το οποίο, αφού πριν από ένα χρόνο ξεκίνησε στα 80 σεντς ανά λίμπρα, έφτασε στα εντυπωσιακά επίπεδα των 219 σεντς ανά λίμπρα, σημειώνοντας ιστορικά ρεκόρ, και πλέον έχει ξεκινήσει τη διορθωτική του πορεία. Οι τιμές της αγοράς για τα συμβόλαια της νέας σοδειάς έχουν επιτρέψει στα 100 σεντς ανά λίμπρα και παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η αμερικανική παραγωγή εξακολουθούν να βρίσκονται υπό πίεση.
Καθοριστικός παράγοντας που έχει συμβάλει στη διόρθωση των τιμών στο βαμβάκι είναι η μείωση της ζήτησης από την Κίνα. Τα κλωστήρια της ασιατικής χώρας καταναλώνουν μεγάλο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής κάθε χρόνο, ωστόσο φέτος τα αυξημένα επιτόκια έχουν περιορίσει τους ρυθμούς ανάπτυξης.

Διορθώνει και το μαλακό σιτάρι
ImageΔιορθωτικά κινούνται όμως και οι τιμές του μαλακού σιταριού, αφού μετά τη λήξη του εμπάργκο από τη Ρωσία η αγορά αποκαταστάθηκε μετά από 12 μήνες λιγοστού προϊόντος και υψηλών τιμών.
Βέβαια οι τιμές του μαλακού σιταριού μπορεί να βρίσκονται σε διορθωτική τροχιά, ωστόσο έχουν ενισχυθεί κατά 50 ευρώ ο τόνος σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περσινές, αφού στην ιταλική αγορά διαμορφώνονται στα 228 ευρώ/τόνος. Τα προβλήματα στην ευρωπαϊκή παραγωγή τόσο στην ποιότητα, όσο και στις αποδόσεις έχουν διατηρήσει τις τιμές στα 190 ευρώ/τόνος στο χρηματιστήριο στο Παρίσι.

Από τα εμπορεύματα σε άλλες επενδύσεις

Η διόρθωση των εμπορευμάτων όμως δεν οφείλεται αποκλειστικά στα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς. Αρκετά επενδυτικά funds θεωρούν πως ήρθε η στιγμή να απομακρυνθούν από τα αγροτικά εμπορεύματα, ρευστοποιώντας τα κέρδη τους. Μάλιστα, σύμφωνα με την αμερικανική Merrill Lynch, η μετακίνηση κεφαλαίων τον τελευταίο μήνα από τα εμπορεύματα σε πιο ασφαλείς επενδύσεις αυξήθηκε κατά 13%. Ο κατ’ αρχήν έλεγχος της κρίσης χρέους από την ΕΕ, με το πακέτο στήριξης της Ελλάδας, καθώς και η αύξηση των επιτοκίων από την Κίνα, έδωσαν το έναυσμα σε αρκετούς επενδυτές να στραφούν σε λύσεις όπως τα ομόλογα και οι μετοχές. Εν τω μεταξύ, στην Κίνα οι ρυθμοί ανάπτυξης αναμένεται να περιοριστούν σημαντικά τους επόμενους μήνες, γεγονός που θα επηρεάσει και τον ρυθμό με τον οποίο αυξάνεται η ζήτηση για αγροτικά προϊόντα. Ωστόσο, υπάρχουν και αναλυτές, οι οποίοι προχωρούν σε μια αυξημένου ρίσκου πρόταση παραμονής στα εμπορεύματα, στηριζόμενοι πως τα παγκόσμια αποθέματα έχουν περιοριστεί σημαντικά σε αρκετά αγροτικά προϊόντα την τελευταία διετία.

Σε ανηφόρα καλαμπόκι και σκληρό σιτάρι
Εντελώς διαφορετική εικόνα εμφανίζει η αγορά του καλαμποκιού και του σκληρού σιταριού. Οι προοπτικές του σκληρού σιταριού παραμένουν ευνοϊκές σε παγκόσμιο επίπεδο και μάλιστα αρκετές επενδυτικές εταιρείες προχώρησαν σε αναθεώρηση των προβλέψεών τους σε υψηλότερα επίπεδα.
Πιο πρόσφατη είναι η εκτίμηση της αυστραλιανής AWB, η οποία προβλέπει τιμές 434 δολάρια ο τόνος για το σκληρό σιτάρι την καλλιεργητική περίοδο 2011/12. Η σταθεροποίηση αυτή των τιμών σε υψηλά επίπεδα οφείλεται στη ρευστότητα που έχει προκαλέσει στην αγορά η μειωμένη παραγωγή σε ΗΠΑ και Καναδά. Η καλλιέργεια σκληρού στον Καναδά έχει μειωθεί σημαντικά την τελευταία διετία, αφού από τα 2,3 εκατ. εκτάρια του 2009, φέτος σπάρθηκαν μόνο 1,8 εκατ. Μειωμένη είναι όμως και η αμερικανική παραγωγή, αφού οι εκτάσεις μειώθηκαν κατά 34% τον τελευταίο χρόνο, εξαιτίας του πολύ υγρού καιρού και των πλημμύρων. Η τιμή του σκληρού σιταριού βρίσκεται στα 295-300 ευρώ ο τόνος στην αγορά της Μπολόνια, ενώ η παράδοσή του σε γαλλικό λιμάνι έχει φτάσει τα 340 ευρώ ο τόνος.
Ανοδικά κινείται όμως και η χρηματιστηριακή τιμή του ρυζιού, αφού πρόσφατα η πολιτική της νέας κυβέρνησης της Ταϊλάνδης να αυξήσει την εγγυημένη τιμή παραγωγού στο ρύζι έχει περιορίσει δραστικά τις εξαγωγές. Αξίζει να σημειωθεί πως η ασιατική χώρα ευθύνεται για το 30% της παγκόσμιας εξαγωγής ρυζιού, γεγονός που έχει επηρεάσει δραστικά τις διεθνείς τιμές.

Εκτινάχθηκαν οι τιµές των πρώτων υλών
Αυτή τη στιγμή οι τιμές σε αρκετά αγροτικά προϊόντα παραμένουν υψηλές, όπως το καλαμπόκι, το σκληρό σιτάρι και το ρύζι, ωστόσο μια πιθανή μείωση των τιμών θα περιόριζε σημαντικά το καθαρό κέρδος των παραγωγών και θα αύξανε τον κίνδυνο η παραγωγή να είναι ζημιογόνος για τους καλλιεργητές σε όλο τον κόσμο. Οι τιμές των σημαντικότερων πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για τη λίπανση των φυτών έχουν αυξηθεί δραματικά τον τελευταίο ένα χρόνο, ακολουθώντας τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης. Η ζήτηση σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν εξαιρετικά αυξημένη, αφού αρκετές χώρες, μεταξύ τους ορισμένες ευρωπαϊκές, μη μπορώντας να εξυπηρετήσουν τη ραγδαία αύξηση στη ζήτηση βγήκαν στην αγορά επιπλέον φορές προκαλώντας αύξηση των τιμών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τιμή του καλίου, η οποία έχει αυξηθεί κατά 150 δολάρια, στα 490 δολάρια ο τόνος, τον τελευταίο χρόνο. Η ζήτηση σε κάλιο είναι σύνηθες φαινόμενο να αυξάνεται σε περιόδους υψηλών τιμών όπου οι παραγωγοί έχουν αυξημένη αγοραστική ικανότητα. Όμως και οι φωσφορικές πρώτες ύλες σημειώνουν σημαντική αύξηση κατά 120 δολάρια ο τόνος μέσα σε ένα χρόνο. Οι τιμές της αγοράς διαμορφώνονται στα 600 δολάρια ο τόνος πραγματοποιώντας σταθερά ανοδικά βήματα σε όλη τη διάρκεια.
Ανάλογη είναι η κατάσταση στις τιμές των αζωτούχων πρώτων υλών. Η κοκκώδης ουρία έχει αυξηθεί κατά 65% τους τελευταίους 12 μήνες και πωλείται στα 482 δολάρια ο τόνος, ενώ και η prilled ουρία ενισχύεται κατά 62% και διαμορφώνεται στα 470 δολάρια ο τόνος. Άνοδο κατά 56% σημειώνει και η αμμωνία αφού έχει σταθεροποιηθεί στα 555 δολάρια ο τόνος. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι τιμές διατηρούνται στα υψηλότερά τους επίπεδα, παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε στη μέση του καλοκαιριού και η αγορά είναι υποτονική.

 http://www.agronews.gr/content/view/69538/200/lang,el/