Η Κομισιόν δεν άσκησε κατάλληλη εποπτεία όσον αφορά τη «διαδικασία αποσύνδεσης» της στήριξης από την ΕΕ προς τους γεωργούς, η οποία θεσπίστηκε με τον «διαγνωστικό έλεγχο» της ΚΑΠ το 2008, δηλώνουν οι ελεγκτές της ΕΕ. Σε
έκθεση που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ) αποκαλύπτεται ότι η Επιτροπή δεν άσκησε κατάλληλη εποπτεία όσον αφορά τον υπολογισμό, εκ μέρους των κρατών μελών, των δικαιωμάτων ενίσχυσης από την ΕΕ προς τους γεωργούς στο πλαίσιο του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης, κατά την περίοδο 2010-2012. Η κατανομή των διαθέσιμων ενισχύσεων από τα κράτη μέλη δεν ήταν πάντοτε συνεπής με τις αρχές και τους στόχους πολιτικής της ΕΕ, ενώ ο υπολογισμός των δικαιωμάτων ενίσχυσης ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις λανθασμένος.
«Το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης (ΚΕΕ), το οποίο θεσπίστηκε το 2005, αντικατέστησε την πλειονότητα των άμεσων ενισχύσεων που χορηγούνταν προηγουμένως και οι οποίες συνδέονταν με την γεωργική παραγωγή. Κατά την αναθεώρηση του 2008 της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ που έλαβε χώρα το 2003, γνωστή ως «διαγνωστικός έλεγχος», εντάχθηκαν στο ΚΕΕ γεωργικοί τομείς οι οποίοι ακόμη εξαιρούνταν από το ΚΕΕ ή είχαν ενταχθεί σε αυτό μόνον εν μέρει. Τα κράτη μέλη διέθεταν σημαντική διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την κατανομή και τον υπολογισμό των δικαιωμάτων ενίσχυσης. Ωστόσο, η Επιτροπή διατηρεί την τελική ευθύνη για την καταβολή των ενισχύσεων της ΕΕ στους γεωργούς. Το Συνέδριο διαπίστωσε ότι η Επιτροπή δεν θέσπισε σαφείς κανόνες εφαρμογής και δεν άσκησε κατάλληλη εποπτεία όσον αφορά την κατανομή, εκ μέρους των κρατών μελών, των διαθέσιμων ενισχύσεων στους γεωργούς τους, ύψους 4,2 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου, κατά την περίοδο 2010-2012. Κατά συνέπεια, τα κριτήρια που καθόρισαν τα κράτη μέλη δεν τηρούσαν πάντοτε τις αρχές της ΕΕ, ιδίως τις αρχές της ίσης μεταχείρισης των γεωργών, της αναλογικότητας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ενώ τα δικαιώματα ενίσχυσης των γεωργών σε ορισμένες περιπτώσεις είχαν υπολογιστεί λανθασμένα», δήλωσε ο κύριος Augustyn Kubik, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την έκθεση. «Αυτό ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο και στα νέα καθεστώτα ενίσχυσης για τους γεωργούς από το 2015 και εξής».
Η αποσύνδεση της άμεσης στήριξης για τους γεωργούς από την παραγωγή και η θέσπιση του ΚΕΕ αποτέλεσαν ουσιώδη στοιχεία της διαδικασίας μεταρρύθμισης της ΚΓΠ το 2003. Κύριος στόχος του ΚΕΕ ήταν να αλλάξει τον προσανατολισμό της πολιτικής από τη στήριξη των αγορών στην αποσυνδεδεμένη στήριξη του εισοδήματος των γεωργών, ενισχύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τον προσανατολισμό των γεωργών στην αγορά και επιτυγχάνοντας μεγαλύτερο βαθμό αποκέντρωσης. Επί του παρόντος, το ΚΕΕ έχει καθιερωθεί σε 18 κράτη μέλη και αντιστοιχεί στο 54 % του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη. Η στήριξη στο πλαίσιο του ΚΕΕ είναι ανεξάρτητη («αποσυνδεδεμένη») από την πραγματική γεωργική παραγωγή και οι γεωργοί πρέπει να διαθέτουν δικαιώματα ενίσχυσης και επιλέξιμη γη προκειμένου να λάβουν ενισχύσεις στο πλαίσιο του ΚΕΕ. Το ΚΕΕ θα παραμείνει σε ισχύ έως το τέλος του 2014. Από το 2015, το ΚΕΕ θα αντικατασταθεί από νέο βασικό καθεστώς ενισχύσεων, το οποίο θα βασίζεται επίσης στα δικαιώματα ενίσχυσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να μεταφέρουν την τρέχουσα αξία των δικαιωμάτων ενίσχυσης στο νέο σύστημα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο υπολογισμός των δικαιωμάτων ενίσχυσης στο πλαίσιο του ΚΕΕ μπορεί να έχει επίδραση στις μελλοντικές πληρωμές προς τους γεωργούς έως το οικονομικό έτος 2021.