Όχι μόνο επειδή οι ελέγχοντες δεν μπορεί να είναι και ελεγχόμενοι.
Αλλά και επειδή αυτή τη φορά ξεπεράστηκε κάθε όριο κομματισμού και απαράδεκτης συμπεριφοράς.
Μαραθώνιες συνεδριάσεις, εξαντλητικές (μέχρι τελικής πτώσεως) εξετάσεις μαρτύρων, ακατανόμαστες εκφράσεις, πρωτοφανείς ύβρεις, ειρωνείες – μια πραγματική ντροπή που δεν υποβιβάζει
μόνο το κοινοβούλιο, αλλά και το επίπεδο των ανθρώπινων σχέσεων.
Μια πολύμηνη διαδικασία, ένας απίστευτος αριθμός ωρών συνεδριάσεων, χιλιάδες σελίδες πρακτικών, «ερωτήσεις» που η κάθε μια τους καταλάμβανε πάνω από είκοσι σελίδες πρακτικών.
Και όμως. Το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης υπήρξε ανύπαρκτο για την ουσία της υπόθεσης.
Οι πρωτοφανείς διάλογοι απλώς χρησίμευσαν για να διανθιστεί η ζοφερή ελληνική πραγματικότητα.
Και στο τέλος, όχι μόνο δεν υπήρξε αυτό που συμβαίνει παντού, δηλαδή ένα πόρισμα με καταγεγραμμένη τη γνώμη της μειοψηφίας, αλλά ούτε καν αυτό που συνηθιζόταν στην Ελλάδα, δηλαδή τόσα πορίσματα όσα και τα κόμματα που συμμετέχουν, τα οποία, για την τιμή των όπλων, ενσωματώνονταν σε ένα.
Έτσι, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ κατέθεσαν κοινό πόρισμα, το ΚΚΕ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες κατέθεσαν από ένα δικό τους πόρισμα, η Χρυσή Αυγή… κατέθεσε το δικό της πόρισμα στον λαό(!) και ο ΣΥΡΙΖΑ… δεν κατέθεσε πόρισμα, αλλά «εμπεριστατωμένη γνώμη».
Δηλαδή, η Βουλή αποφάσισε με ψηφοφορία τι ακριβώς έπρεπε να διερευνηθεί και τέσσερα από τα επτά κόμματα της Βουλής αρνήθηκαν να εφαρμόσουν την άποψη της πλειοψηφίας, διερεύνησε (λέμε τώρα) το καθένα ό,τι ήθελε και ανάλογα με το σε ποια ή ποιες κάλπες ψήφισαν κατά την γνωστή συνεδρίαση όπου ο καθένας έστηνε όποια κάλπη ήθελε και εξέδωσαν πορίσματα που ουδεμία σχέση είχαν με την απόφαση της πλειοψηφίας.
Και ενώ επρόκειτο για προανακριτική επιτροπή που διερευνούσε ποινικές ευθύνες, το βάρος δόθηκε στις πολιτικές.
Για παράδειγμα, το ΚΚΕ εξέδωσε δικό του πόρισμα, διαμαρτυρόμενο επειδή η έρευνα περιορίστηκε στη φοροδιαφυγή και όχι στο «βασικό πρόβλημα που είναι η συνολική στρατηγική για τη στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου και την πολιτική φοροαπαλλαγής της πλουτοκρατίας που αξιοποιεί φορολογικούς παραδείσους με δεδομένη και την πρωτοφανή δυσκινησία των αρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών».
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες πάλι, στο δικό τους πόρισμα, ακολουθούν τη γραμμή της κάλπης που είχαν στήσει μαζί με την Χρυσή Αυγή, ζητώντας να διερευνηθούν οι πάντες μέχρι… Λουκά Παπαδήμο.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ; Α, ο ΣΥΡΙΖΑ αφού τρέλανε όλον τον κόσμο με τις ανακριτικές ικανότητές του, δεν κατέθεσε καν πόρισμα, αλλά… «εμπεριστατωμένη γνώμη».
Και βέβαια, ενώ το υπό διερεύνηση πρόσωπο ήταν ένα, πρόσθεσαν και όποιον τους βόλευε κομματικά – επίσης ανάλογα με τις κάλπες που είχαν στηθεί.
Και ενώ μια επιτροπή δεν μπορεί να διαρκεί επ’ άπειρον, επιμένουν αυτό να συμβεί – και ενώ επί μήνες κωλυσιεργούσαν εξοντώνοντας όποιο έβρισκαν μπροστά τους.
Τέλος πάντων, αυτό που έχει αξία και προκύπτει από όλη αυτή την περιπέτεια, είναι ότι στο κοινό πόρισμα των τριών σημειώνεται πως το ΣΔΟΕ χρειάστηκε μήνες για να καταθέσει το πόρισμά του για τους συγγενείς του κ. Παπακωνσταντίνου, «αν και η φοροδιαφυγή αποτελεί κομβικό πρόβλημα για τη χώρα μας και μολονότι σύγχρονες τεχνολογικές εφαρμογές επιτρέπουν την ταχύτατη αντιπαραβολή στοιχείων».
Η ουσία δηλαδή είναι ότι για κάποιον λόγο (που αξίζει να διερευνήσουμε) κάτι τρέχει με το ΣΔΟΕ.
Από το οποίο περιμένουμε ακόμη τα αποτελέσματα των ερευνών του όσον αφορά και στα άλλα πρόσωπα της Λίστας Λαγκάρντ, για κάποια από τα οποία γνωρίζουμε πως δεν ήταν σε θέση να διαθέτουν τόσο υψηλές καταθέσεις στο εξωτερικό.
Και εκεί, δεν χρειάζεται καμιά εξεταστική επιτροπή.
Χρειάζεται απλώς να ασκηθούν διώξεις.
Και αυτό πρέπει να γίνει σύντομα, χθες, ακόμη και εις βάρος άλλων υποθέσεων.
Διότι η υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ δεν κλείνει με την παραπομπή Παπακωνσταντίνου.
Συνεννοηθήκαμε;