Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Απολείπειν η Αγορά Συναλλασσόμενον...


Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’ ακουσθεί,
της Wall το κλείσιμο ξανά...
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές, με τυμπανοκρουσίες,

την τύχη σου που δεν ενδίδει πια, τα trades σου που απέτυχαν, τα διαγράμματα σου που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.


Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αγορά που φεύγει.
Προπάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου, σε πρόδωσεν η διαίσθηση κι η όραση μαζί...
Μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.


Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος, μα και συνάμα γνωστικός,
σαν που ταιριάζει σε, που ενώ αξιώθηκες μια τέτοια τύχη... Της Αγοράς ν’ ακούς τις υποδείξεις, όταν στραβά μάτια σου έκανε.
Μα εσύ τις δυνατότητές σου υπερεκτίμησες κι ανεπονόρθωτες ζημιές τόσες φορές μ' ανόητα trades προξένησες, όταν χωρίς να ξέρεις τι ποιεί, απερίσκεπτα ενεργούσες...


Ακου τώρα λοιπόν τους γέλωτές της, δέξου και τις σφαλιάρες της, νιώσε μικρός μπροστά της, τρέξε για να κρυφτείς, σκεπάζοντας τ' αφτιά... στ' ατέλειωτα χαχανητά της.


Στάσου τώρα μπρος στην οθόνη σου και κοίτα με συγκίνησιν, αλλ’ όχι με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα...
Ως τελευταία απόλαυση τους αριθμούς, τους δείκτες, τα γραφήματα, τ’ account statements και τις μεταβολές του χαρτοφυλάκιου σου
κι αποχαιρέτα την, την Αγορά που χάνεις...


Αποχαιρέτα την, πάει πια, σε άφησε, την έχασες, σε κούρασε ξέρεις να λες, μα εσύ πρώτος την ταλαιπώρησες... Της Αγοράς το πονηρό χαμόγελο αντικρύζεις τώρα, σαν τελευταίο αποχαιρετισμό, λίγο πριν σε προδώσει...


Στων περιστάσεων στάσου το ύψος κι αποχαιρέτα την πικρά,
σαν που ταιριάζει σε, τώρα που “φεύγει” και σ' αφήνει...


Τη νύσταξες, χασμουρητά τη γέμισες, μα κι απογοητεύσεις... Μ' όλες τις άστοχες, εκείνες τις εμπνεύσεις, τότε εσύ που πίστεψες, πως μια καινούργια Αμερική ανακαλύπτεις...


Την έχασες την Αγορά, βαρέθηκε με σένα, έπαψε ν' ασχολείται, την έκανε, σε άφησε, λίγο πριν αντιδράσει...