Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Η Μάχη του Μαραθώνα

Περίφημη μάχη, που έγινε τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. στην πεδιάδα του Μαραθώνα, μεταξύ των Αθηναίων και των Πλαταιέων με αρχηγό τον
Μιλτιάδη και των Περσών με αρχηγούς τον Δάτι και τον Αρταφέρνη. Η κύρια πηγή πληροφόρησης για τη Μάχη του Μαραθώνα, όπως και για το σύνολο των Περσικών Πολέμων, παραμένει ο Ηρόδοτος, ο αποκαλούμενος «πατέρας της ιστορίας». Όσον αφορά την ακριβή ημερομηνία της μάχης, ο Γερμανός φιλόλογος Φίλιπ Άουγκουστ Μπεκ (1785 -1867) πρότεινε το 1855 τη 12η Σεπτεμβρίου, η οποία από τότε επικράτησε ως η συμβατική ημερομηνία για τη Μάχη του Μαραθώνα.
Το 490 π.Χ. έγινε η δεύτερη περσική εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, με σκοπό να τιμωρηθούν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς, επειδή είχαν βοηθήσει τους Ίωνες να ξεσηκωθούν κατά των Περσών. Παράλληλα, όμως, ήταν και η αρχή για την πραγματοποίηση του σχεδίου υποταγής ολόκληρης της Ελλάδας από τον Δαρείο. Μαζί τους, οι Πέρσες είχαν ως οδηγό και σύμβουλο τον πρώην τύραννο της Αθήνας Ιππία, γιο του Πεισίστρατου.
Ο Περσικός στόλος με το στρατό ακολούθησε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο σε σχέση με την πρώτη εκστρατεία του Μαρδόνιου (492 π.Χ). Από την Κιλικία, όπου συγκεντρώθηκε, έπλευσε στη Σάμο, πέρασε από τις Κυκλάδες κι έφθασε στην Ερέτρια. Μετά την κατάληψη της Ερέτριας, οι Πέρσες είχαν στόχο να υποτάξουν την Αθήνα και να επαναφέρουν στην αρχή τον πιστό σ’ αυτούς Ιππία. Με την καθοδήγηση του ηλικιωμένου άνδρα πέρασαν από την Ερέτρια απέναντι στον Μαραθώνα και στην αμμώδη παραλία του σημερινού Σχοινιά.
Την εκλογή του τόπου επέβαλαν από κοινού πολιτικά κριτήρια (οι φτωχοί κάτοικοι της περιοχής, οι Διάκριοι, υποστήριζαν τους Πεισιστρατίδες) και στρατηγικοί λόγοι (η πεδιάδα ήταν κατάλληλη για τη δράση του περσικού ιππικού). Από την πλευρά των Αθηναίων η αποστολή του στρατού τους στον Μαραθώνα αποτελούσε στρατηγική επιλογή, καθώς η Αθήνα δεν περιστοιχιζόταν από ισχυρά τείχη και δεν διέθετε στόλο για να αντιμετωπίσει τον ανεφοδιασμό σε περίπτωση πολιορκίας. Εξάλλου, η πεδιάδα προσφερόταν για τη δράση της αθηναϊκής φάλαγγας.
Οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών, με αγγελιοφόρο τον Φειδιππίδη. Οι Σπαρτιάτες, αν και δέχτηκαν, δεν έστειλαν εγκαίρως βοήθεια (οι 2.000 άνδρες που υποσχέθηκαν έφθασαν στο Μαραθώνα την επομένη της μάχης). Ο λόγος που επικαλέστηκαν ήταν θρησκευτικός. Γιόρταζαν τα Κάρνια και δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο. Ο Πλάτωνας, όμως, αναφέρει (Νόμοι 3, 698 Ε) ότι δίσταζαν να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους προς τους Αθηναίους, επειδή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Μεσσηνίους και τους είλωτες. Στο κάλεσμα των Αθηναίων ανταποκρίθηκαν μόνο οι Πλαταιείς με 1.000 άνδρες.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι στρατοπέδευσαν στο Ηράκλειο του Μαραθώνος, στις βορειοανατολικές υπώρειες του όρους Αγριελίκι, όπου υπήρχε νερό και μπορούσαν να ελέγξουν τον ορεινό όγκο προς την Αθήνα και να υποχωρήσουν σε περίπτωση ήττας. Από το ύψωμα, επίσης, μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις του εχθρού. Η δύναμη των Αθηναίων, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ανερχόταν σε 10.000 και των Πλαταιέων σε 1.000 άνδρες, ενώ των Περσών σε 44.000 με 55.000 άνδρες (νεώτερες εκτιμήσεις τους υπολογίζουν σε 26.000). Οι στρατηγοί των Αθηναίων είχαν διχαστεί, καθώς μερικοί δεν ήθελαν να ξεκινήσει η μάχη, προτού έλθει η βοήθεια των Σπαρτιατών. Τελικά, ο Μιλτιάδης τούς έπεισε να επιτεθούν αμέσως κατά των Περσών και του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία.


Διαβάστε τη συνέχεια εδώ