Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Για να θυμούνται οι παλαιότεροι αλλά από πού να μάθουν οι νεότεροι? "Η πηγάδα του Μελιγαλά"

Διαβάστε δύο διαφορετικές ιστορικές αναφορές για το ίδιο γεγονός.... 
Ποιό να πιστέψουν οι νεότεροι?
ΠΗΓΗ 1η
15 Σεπτεμβρίου 1944: Ντοκουμέντα και μαρτυρίες για την κομμουνιστική θηριωδία

Τον Σεπτέμβριο του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρούν από την Μεσσηνία, την Λακωνία και την Ηλεία και κατευθύνονται στην Τρίπολη και την Κόρινθο. Θα περίμενε κανείς ότι το «αντιστασιακό» ΚΚΕ θα έστηνε ενέδρες σε όλο το μήκος της διαδρομής για να επιφέρει απώλειες στα γερμανικά στρατεύματα και να «αποχαιρετήσει» τις Δυνάμεις Κατοχής πολεμώντας.
Προφανώς αυτό δεν συνέβη ποτέ, μια που το ΚΚΕ, η προδοτική αυτή κηλίδα της Ελληνικής Ιστορίας εκπόνησε, σχεδίασε και εξετέλεσε ένα από τα πλέον απεχθή, ζωώδη, κτηνώδες και ιστορικά κατάπτυστο (συγγενές της ιστορικής του διαδρομής δηλαδή) σχέδιο κατάληψης της πόλης της Καλαμάτας και ταυτόχρονα την σφαγή όλων των μη κομμουνιστών της ευρύτερης περιοχής, με αποκορύφωμα την αίσχιστου είδους εγκληματική και απάνθρωπη, στυγνή δολοφονία 1500 (συνολικά 2000 περίπου) Ελλήνων και την ρίψη τους στην «πηγάδα του Μελιγαλά!».
Την πόλη της Καλαμάτας υπερασπιζόταν δύναμη 600 ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας και 200 ανδρών της Ε.Β. Χωροφυλακής, όλοι υπό την διοίκηση του Νομάρχη Δημητρίου Περρωτή. Στις 5 Σεπτεμβρίου δυνάμεις κομμουνιστών με επικεφαλής τον Νίκο Μπελογιάννη καταφθάνουν στην πόλη και απαιτούν την παράδοσή της. Κατόπιν συσκέψεως του Νομάρχη Περρωτή με τοπικούς παράγοντες δίδεται αρνητική απάντηση στον Μπελογιάννη και άπαντες προετοιμάζονται για την επικείμενη σύγκρουση. Την νύχτα της 8ης προς 9ης Σεπτεμβρίου οι συμμορίτες του ΕΛΑΣ επιτίθενται στους Έλληνες υπερασπιστές της πόλης με υπέρτερες δυνάμεις και ανωτερότητα οπλισμού σε πυροβολικό και βαρέα όπλα. Η ηρωική αντίσταση των Ελληνικών δυνάμεων επέφερε απώλειες στους κομμουνιστές, αλλά το πυροβολικό και ο βαρύς οπλισμός των δυνάμεων του ΕΛΑΣ έγερνε την πλάστιγγα υπέρ τους. Οι αρχές της πόλης της Καλαμάτας, οι εναπομείναντες μαχητές και πλήθος τρομοκρατημένων πολιτών συγκεντρώθηκαν στο οίκημα που στεγαζόταν η Διοίκηση Χωροφυλακής και πραγματοποιήθηκε σύσκεψη. Ελήφθη απόφαση εξόδου των συγκεντρωθέντων με προορισμό τον σιδηροδρομικό σταθμό και από εκεί αναχώρηση για την κωμόπολη του Μελιγαλά, όπερ και εγένετο. Περίπου 800  Έλληνες μαχητές  προστατεύοντας άλλους τόσους αμάχους έφθασαν στον Μελιγαλά και κατέλαβαν θέσεις σε διάφορα οχυρά περιμένοντας τους αντάρτες, γνωρίζοντας ότι εκεί θα έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα εναντίον των κόκκινων προδοτών! Στις 13 Σεπτεμβρίου, καταφθάνουν οι δύο σχηματισμοί του ΕΛΑΣ, ΤΟ 8ο και το 9ο Σύνταγμα, ενώ ο αιμοσταγής αρχηγός των δολοφονικών κόκκινων ορδών Άρης Βελουχιώτης ακολουθεί με το 11ο Σύνταγμα Τριπόλεως. Η μαζική επίθεση του ΕΛΑΣ βρίσκει καλά προετοιμασμένους τους υπερασπιστές του Μελιγαλά και με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Δ. Παπαδόπουλο όχι μόνο αποκρούουν επιτυχώς το πρώτο κύμα, αλλά επιφέρουν μεγάλες απώλειες στους συμμορίτες τρέποντάς τους σε φυγή οι οποίοι αφήνουν πίσω τους 12 οπλοπολυβόλα.
14 Σεπτεμβρίου, ανήμερα του Σταυρού. Δεύτερο κύμα επίθεσης των κόκκινων διαβόλων, οι οποίοι υποστηρίζονται με συνεχείς ρίψεις πυροβολικού και όλμων. Εκ νέου απόκρουσή τους από τους Έλληνες Ήρωες, αλλά οι πρώτες απώλειες κάνουν την εμφάνισή τους. 9 Ήρωες νεκροί και 23 τραυματίες. Το ακμαίο ηθικό τους δεν διαταράσσεται από τις απώλειες των συμπολεμιστών τους, τους ανησυχεί όμως το γεγονός ότι τα πυρομαχικά τους σιγά-σιγά εξαντλούνται! Ο απολογισμός των αποθεμάτων είναι απογοητευτικός, συνειδητοποιούν ότι το αναπόφευκτο πλησιάζει, όμως δεν πρόκειται να δειλιάσουν, δεν παρατούν τα όπλα, είναι αποφασισμένοι να πέσουν ως ΕΛΛΗΝΕΣ, μέχρις ενός!
15 Σεπτεμβρίου, ξημερώματα. Τρίτο κύμα επίθεσης του ΕΛΑΣ, που αυτή την φορά ενισχύεται από την εφεδρεία του 11ου Συντάγματος Τρίπολης, που ο προδότης Βελουχιώτης αποφασίζει να ρίξει στην μάχη, θορυβημένος από το απαράμιλλο σθένος, την ατσάλινη πίστη και τον ηρωισμό των Ελλήνων Εθνικιστών που μάχονται υπέρ βωμών και εστιών.  Οι υπερασπιστές του Μελιγαλά αμύνονται με κατ’επιλογήν πυροβολισμούς κάτι που γίνεται αμέσως εμφανές. Είναι θέμα χρόνου να τελειώσουν τα πυρομαχικά τους. Παράλληλα αρχίζει η γνωστή προπαγάνδα από την πλευρά των συμμοριτών, το χωνί, μέσω του οποίου καλούν τους Έλληνες : «Παραδοθείτε, ο αγώνας σας είναι μάταιος. Ο Άρης σας δίνει τον λόγο της τιμής του, δεν θα σας πειράξει κανείς». Τον ποιόν; Είναι απορίας άξιον που οι συμμορίτες χρησιμοποιούσαν αυτή την επωδό, μια που ήταν παγκοίνως γνωστό ότι το δίποδο τέρας που ονομαζόταν Άρης Βελουχιώτης δεν διέθετε τιμή, ούτε αντρική, ούτε οποιαδήποτε άλλη, ούτε λόγο…  Λίγο μετά τις 12:00 και ενώ ο Ταγματάρχης Δ. Παπαδόπουλος τρέχει από φυλάκιο σε φυλάκιο προς επιθεώρηση των θέσεων αμύνης και εμψύχωση των υπερασπιστών, τραυματίζεται στην κοιλιακή χώρα και αποχωρεί από την μάχη προκειμένου να του δοθούν οι πρώτες βοήθειες. Ώρα 12:30. Ακούγεται ο τελευταίος πυροβολισμός εκ μέρους των αμυνομένων, μετά, σιγή. Τα πυρομαχικά τελείωσαν! Οι συμμορίτες λυσσασμένοι μπαίνουν στον Μελιγαλά και η φρίκη αρχίζει! Πρώτος τους στόχος το νοσοκομείο, σφάζουν μέχρι ενός τους τραυματίες! Δεν συλλαμβάνουν κανέναν! Σφαγή στους ανίκανους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους 41 Ήρωες τραυματίες! Κατευθύνονται στο κτίριο της Κοινότητας και κατεβάζουν την Ελληνική σημαία, ανεβάζοντας στη θέση της ένα κόκκινο πανί!  Εφορμούν στους δρόμους, στα σπίτια, δολοφονώντας εν ψυχρώ όλους τους Έλληνες, αφού όποιος δεν είναι μαζί τους, είναι εχθρός τους! Στην συνέχεια συγκεντρώνουν τους εναπομείναντες μαχητές μαζί με τον άμαχο πληθυσμό, περί τους 1500 (σύμφωνα με την περιγραφή του Γιάννη Χατζηπαναγιώτου-καπετάν Θωμά-συντρόφου του Άρη οι συγκεντρωθέντες ήταν περίπου 2000) στο «Μπεζεστένι», το οποίο σημαίνει «υπαίθριο παζάρι» και ήταν στην ουσία μία ψηλή μάντρα δίπλα στον σιδηροδρομικό σταθμό, κατά μήκος της οποίας λάμβαναν χώρα οι εμποροπανηγύρεις, τους γδύνουν και τους αφήνουν εκτεθειμένους στις ορδές των δίποδων  ζώων που προσήλθαν να «διασκεδάσουν» και να εκτονώσουν τα κτηνώδη ένστικτά τους!
Ακολουθούν σκηνές φρίκης, δημόσιοι ομαδικοί βιασμοί «αντιφρονούντων» γυναικών και ανήλικων κοριτσιών υπό τις σπαρακτικές κραυγές των συζύγων και γονέων τους, οι οποίοι σφάζονται εν ριπή οφθαλμού με ό,τι μέσον μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους, μαχαίρια, τσεκούρια, κονσέρβες (το αγαπημένο φονικό μέσον των συμμοριτών). Ο Άρης Βελουχιώτης καβάλα στο άλογό του, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα ενθαρρύνοντας τους αντάρτες να σφάξουν, να διαμελίσουν μέχρι να κουραστούν! Ατάραχος, διεστραμμένος μέχρι το κόκκαλο, χαμογελούσε την ώρα που Έλληνες έπεφταν νεκροί, κατακρεουργημένοι από τα κόκκινα κτήνη που αποκαλούσε «συντρόφους». Αυτό το δίποδο, εξακολουθούν να τιμούν μέχρι και σήμερα, όχι μόνο οι απάτριδες κομμουνιστές, μα και οι σιωπηροί πολιτικοί σύμμαχοί τους-και φαινομενικά πολιτικοί αντίπαλοι-που έκαναν ανίερη συμφωνία για την «αγιοποίηση» όλων των δολοφόνων και κατσαπλιάδων του Ελληνικού Έθνους!
Την ίδια ώρα, άλλοι συμμορίτες μπαίνουν στα σπίτια πολιτών και αρχίζουν να λεηλατούν και να αρπάζουν ό,τι γυαλίζει στο μάτι τους. Όταν οι λεηλασίες των περιουσιών των Ελλήνων τελειώνουν, δίδεται η χαριστική βολή από τους αντάρτες που ακολουθούν την προσταγή του Άρη: «Φωτιά, σύντροφοι, φωτιά και μαχαίρι! Να μην μείνει τίποτε όρθιο!» Το εφιαλτικό σχέδιο εξελίσσεται ταχύτατα, ο ίδιος ο Άρης αφού επιθεωρεί τους γύρω χώρους, εντοπίζει τον κατάλληλο όπου θα παιχτεί το τελευταίο μέρος του δράματος. Ο χώρος της σφαγής είναι μία δεξαμενή υδροδότησης της κωμόπολης, βάθους 16 μέτρων και πλάτους περίπου 4, ένα ημιτελές έργο ύδρευσης νοτιοδυτικά του Μελιγαλά, με την ονομασία «Πηγάδα». Επιστρέφει στο «Μπεζεστένι» και εξηγεί στους «συντρόφους» του τι πρέπει να κάνουν. Οι κρατούμενοι δένονται με καλώδια και σύρματα ανά τρεις και οδηγούνται στην «Πηγάδα», σε μία απόσταση περίπου 2 χιλιομέτρων. Στον δρόμο, όποιος σκοντάφτει και πέφτει, μαχαιρώνεται και δολοφονούνται και οι άλλοι δύο με τους οποίους είναι δεμένος προς «παραδειγματισμόν» των υπολοίπων για να μην καθυστερούν! Οι συμμορίτες συνεπαρμένοι από το μένος τους, ουρλιάζουν υστερικά: «Θάνατος στους φασίστες! Θάνατος!» Ανάμεσα στους μαχητές, γυναικόπαιδα που δεν αντιλαμβάνονται και δεν ξέρουν καν  γιατί τους αποκαλούν φασίστες…
Στο χείλος της «Πηγάδας» περιμένουν οι δήμιοι, είναι οι πιο φανατικοί, οι πιο άγριοι χασάπηδες που ακολουθούσαν τον Βελουχιώτη, κτήνη χωρίς συναισθήματα, αφοσιωμένοι μόνο στο μαχαίρι τους και το κονσερβοκούτι!  Οι συμμορίτες λύνουν τις τριάδες και το μαρτύριο αρχίζει. Οι σφαγείς πιάνουν έναν - έναν τους Έλληνες από τα μαλλιά, τους τραβούν πίσω το κεφάλι και τους σφάζουν στον λαιμό, πετώντας τους στην «Πηγάδα». Οι πρώτοι μάρτυρες που ρίχνονται με κομμένο τον λαιμό, πεθαίνουν αμέσως εξ αιτίας του τραύματος αλλά και της πτώσης. Αυτοί είναι και οι τυχεροί!  Όταν ο πυθμένας γεμίζει με πτώματα, οι υπόλοιποι σφαγιασθέντες πέφτουν ο ένας επάνω στον άλλον βρίσκοντας πιο μαρτυρικό θάνατο από ασφυξία! Έλεος δεν υπάρχει για κανέναν!
Περίπου 1000 Έλληνες μαρτυρούν με αυτό τον αποτρόπαιο τρόπο για την Πίστη τους στο Ελληνικό Έθνος! Έλληνες ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας σφαγιάσθηκαν και ρίχτηκαν στην «Πηγάδα» επειδή διέπραξαν το θανάσιμο σφάλμα να είναι Έλληνες… Αν υπολογίσουμε και άλλους 500 περίπου, που δολοφονήθηκαν σε άλλα σημεία, φθάνουμε στα 1.500 θύματα, βορά στις εγκληματικές ορέξεις των προφυλακών του κομμουνισμού.
Η επιτροπή «εκκαθάρισης» του χώρου στο Μπεζεστένι οργανώθηκε από τους «συντρόφους» ΕΑΜίτες Βασίλειο Μπράβο και Ιωάννη Καραμούζη. Άνθρωποι εμπιστοσύνης του Άρη, το ίδιο διεστραμμένοι, το ίδιο παράφρονες, επέβλεπαν το μαρτύριο των Ελλήνων και συνηγορούσαν στις πράξεις φρίκης. Όσο για τους ισχυρισμούς του καπετάν Θωμά (κατά κόσμον Ιωάννη Χατζηπαναγιώτου) ότι «ο Άρης δεν σκότωνε αιχμαλώτους» έρχεται να τον διαψεύσει το ίδιο το ΚΚΕ που διέσωσε και υπερήφανα γράφει στα κατάπτυστα βιβλία ψεύδους, την εντολή του ίδιου του Άρη από το πεδίο της μάχης, υπ’αριθμ. Ε.Π.Ε. 330/15-09-1944 σύμφωνα με την οποία: «Πας συλλαμβανόμενος Ταγματασφαλίτης θα τουφεκίζεται επί τόπου»…. Βέβαια ο Άρης δεν θα εξέδιδε ποτέ διασωθείσα διαταγή που θα έλεγε : «Πας… σοδομίζεται, δολοφονείται, σφάζεται με κονσερβοκούτι, ρίπτεται σε πηγάδι….».
Υπάρχουν στιγμές, που τα μάτια της Ιστορίας  γουρλώνουν  βλέποντας την φρίκη του κομμουνισμού και θυμώνουν βλέποντας τις σελίδες της να γεμίζουν με ονόματα νεκρών ηρώων. Και διαβάζοντας τις σελίδες αυτές, τα μάτια βουρκώνουν αντικρίζοντας το απάνθρωπο, το μισητό, το ειδεχθές! Και αν οι αετοί του Δικαίου κουβαλούν στα φτερά τους αγόγγυστα τις σωρούς των Ηρώων, ευχαριστημένοι που τους μεταφέρουν για να δειπνήσουν στα Ηλύσια Πεδία, λυγίζουν κάτω από το βάρος των αθώων ψυχών που ακουμπούν ευλαβικά στην πλάτη τους και με θλιβερές κραυγές πετούν ψηλά, μακριά από τον τόπο μαρτυρίου τους, για να τους μεταφέρουν, που άραγε; Σε ποιόν τόπο θα γαληνέψουν αυτοί που δεν έφταιξαν; Σε ποιά Πεδία δειπνούν οι αθώοι; Και πώς να ησυχάσουν οι «μάρτυρες»; Τι να τους πεις, όταν τεντώνουν τα ακροδάχτυλα της ψυχής τους και προσπαθούν να σε αγγίξουν, να πάρουν δύναμη από σένα, που στέκεσαι εμπρός τους γεμάτος οργή για τους δολοφόνους τους; Ποια γλυκιά κουβέντα μαλακώνει το ουρλιαχτό των αθώων;
Τα τοιχώματα της Πηγάδας ράγισαν, δεν άντεξαν το άδικο αίμα, όπως οι ψυχές των μαυροφορεμένων Μαχητών της Αρετής που κάθε χρόνο στέκονται ευλαβικά μπροστά στο μνημείο των αδικοχαμένων, αμίλητοι. Σιωπηλοί, για να ακουστούν τα ουρλιαχτά των Ηρώων, που παρακαλούν για δικαίωση! Βουβοί, για να ακουστούν οι κραυγές των ψυχών που δεν πέθαναν! Και δίνουν όρκο τρομερό, μπροστά σε αυτούς που γέμισαν την Πηγάδα με το αίμα τους, ότι θα δικαιωθούν!

Αφιερωμένο σε αυτούς που μαρτύρησαν για το Έθνος μας, από αυτούς που κοιτούν την Αλήθεια κατάματα….

http://www.crete-news.gr/




ΠΗΓΗ 2η

Η μαύρη πηγάδα του Μελιγαλά

Η διακριτική αποσιώπηση της ταυτότητας των νεκρών αποτελεί συστατικό στοιχείο των «μνημοσύνων» του Μελιγαλά ήδη από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και συνδέεται με τη γενικότερη στρατηγική βάσει της οποίας επιχειρήθηκε στη χώρα μας η «δικαίωση» του ένοπλου δωσιλογισμού.

Με δυο λόγια: αυτό που συνήθως αποκρύπτει η φιλολογία περί «αθώων θυμάτων» είναι (α) το ιστορικό γεγονός ότι ο Μελιγαλάς υπήρξε βάση και ορμητήριο των ένοπλων συνεργατών της Βέρμαχτ που το 1943-44 έπνιξαν στο αίμα τη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς και (β) ότι το μακελειό του 1944 ήταν το αποτέλεσμα μιας από τις σκληρότερες μάχες που έδωσε ο ΕΛΑΣ, με εξουσιοδότηση του συμμαχικού στρατηγείου και της κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ας δούμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

*Κωμόπολη 2.482 κατοίκων το 1940, ο Μελιγαλάς χρησιμοποιήθηκε το 1941-43 ως βάση ιταλών καραμπινιέρων (1941-43) και μιας διλοχίας γερμανικού στρατού (1943-44).

*Οταν την άνοιξη του 1944 οι Γερμανοί συγκρότησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ένοπλους δωσιλογικούς σχηματισμούς με αποστολή την «αξιοποίηση της αντικομμουνιστικής μερίδας του ελληνικού λαού» για τη μετατροπή της αντιφασιστικής Αντίστασης σε εμφύλιο πόλεμο και την «εξοικονόμηση γερμανικού αίματος», εγκαταστάθηκε εκεί το 3ο Τάγμα Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά. Την υποστήριξή του ανέλαβε μια «πολιτική επιτροπή», με πρόεδρο τον πολιτευτή Περικλή Μπούτο και μέλη τον κοινοτάρχη, δυο δικηγόρους κι ένα γιατρό (Θεοδωρόπουλος 2001, σ. 133-4).

Ο τρόπος με τον οποίο «αξιοποιήθηκε» από τους ναζί αυτή η δωσίλογη «μερίδα του ελληνικού λαού» ήταν αναμενόμενος: Δεν πρόλαβε να εγκατασταθεί το Τάγμα στο Μελιγαλά, και τα γερμανικά αρχεία καταγράφουν τη συμμετοχή του σε «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» των κατοχικών στρατευμάτων. Στηριγμένοι στη Βέρμαχτ, οι ταγματασφαλίτες αναλαμβάνουν να κονιορτοποιήσουν τη μαζική βάση του ΕΑΜ με μαζικές συλλήψεις, βασανιστήρια, εκτελέσεις και κάψιμο σπιτιών, εγκαινιάζοντας ένα φαύλο κύκλο βίας και αντεκδικήσεων, που θα οδηγήσει στις εκτελέσεις των ημερών της Απελευθέρωσης.


Η μάχη και η σφαγή

Η συμβολή τους στην πολεμική προσπάθεια του Αξονα υπήρξε ουσιαστική. Δεν είναι μόνο ο προϊστάμενός τους, αντιστράτηγος των SS Βάλτερ Σιμάνα που, στην τελική έκθεσή του προς τον Χίμλερ (2.11.44), διαπιστώνει ότι τα Τάγματα Ασφαλείας «ήταν πολύτιμες βοηθητικές μονάδες στην ενεργό καταπολέμηση των συμμοριών». Βρετανική έκθεση του 1944 τονίζει πως «η τοπική γνώση των προσώπων και του χώρου από τα Τάγματα Ασφαλείας, τους προσδίδει μοναδική αξία για τους Γερμανούς, που μπορούν έτσι να κρατήσουν την Ελλάδα με έναν ελάχιστο αριθμό δυνάμεων», (ΔΙΣ 1998, σ. 43). Αποκαλυπτική είναι τέλος η πρακτική της Βέρμαχτ να περιλαμβάνει τους νεκρούς, τραυματίες ή αγνοούμενους ταγματασφαλίτες στους πίνακες των δικών της απωλειών.

*Για τη στάση του πληθυσμού, αρκετά εύγλωττες είναι οι μεταπολεμικές αναμνήσεις του υποδιοικητή του Τάγματος Μελιγαλά, ταγματάρχη Καζάκου, για τις εκκαθαριστικές του καλοκαιριού του 1944 στον Ταΰγετο: «Η επιχείρησις αύτη απέβη άκαρπος», σημειώνει, «καθ’ όσον ο ΕΛΑΣ είχεν οργανώσει σχεδόν ολόκληρον την ύπαιθρον (Μεσσηνίας και Λακωνίας) από του εργάτου μέχρι του ανωτάτου τιτλούχου, ώστε επληροφορήθη εγκαίρως φαίνεται την όλην προπαρασκευήν» των Γερμανών και των συνεργατών τους.

Αντισυνταγματάρχης πλέον του ελληνικού στρατού, ο συντάκτης των παραπάνω γραμμών φροντίζει πάντως να διευκρινίσει, εν έτει 1955, ότι «η στάσις των Αρχών κατοχής υπήρξε ειλικρινής και φιλική» απέναντι στη μονάδα του (ΔΙΣ 1998, σ. 193). Αναφερόμενος πάλι στην αποχώρηση της Βέρμαχτ, δεν διστάζει να καταγγείλει τους Γερμανούς για «προδοτικήν στάσιν» (σ. 197).

*Οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το Μελιγαλά στις 4.9.1944 και την Καλαμάτα την επομένη. Ο ΕΛΑΣ μπήκε στην μεσσηνιακή πρωτεύουσα στις 9 Σεπτεμβρίου, μετά ολοήμερη μάχη με τον εκεί «λόχο ασφαλείας» και τη χωροφυλακή. Στις 13 Σεπτεμβρίου ήρθε η σειρά του Μελιγαλά, όπου είχαν οχυρωθεί οι εναπομείναντες ταγματασφαλίτες. Οταν η ηγεσία τους απέρριψε το κάλεσμα του ΕΑΜ να καταθέσουν τα όπλα και να τεθούν στη διάθεση της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, το λόγο είχαν τα όπλα. Οι αντίπαλες δυνάμεις ήταν ισοδύναμες αριθμητικά (1.000-1.200 ένοπλοι εκατέρωθεν), ενώ οι αντάρτες διέθεταν την υποστήριξη χιλιάδων χωρικών του εφεδρικού ΕΛΑΣ, που συνέρρεαν από τα πέριξ με αυτοσχέδιο οπλισμό.

Η μάχη κράτησε τρεις ολόκληρες μέρες (13-15.9.44). Το τελικό ανακοινωθέν του ΕΛΑΣ αναφέρει ότι σκοτώθηκαν 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες». Ο δεύτερος αριθμός περιλαμβάνει προφανώς χοντρικά και τους εκτελεσμένους των επόμενων ημερών.

*Παρά τις αντιφάσεις, τις υπερβολές και τις αποσιωπήσεις τους, οι διαθέσιμες αφηγήσεις δίνουν μια γενική ιδέα όσων συνέβησαν μετά τη μάχη: Αρχικά σημειώθηκαν σποραδικοί φόνοι και καταστροφές περιουσιών. Ακολούθησε το ξεκαθάρισμα των συλληφθέντων με συνοπτικές διαδικασίες, από μια επιτροπή με επικεφαλής τους δικηγόρους Βασίλη Μπράβο και Γιάννη Καραμούζη. Από σημειώματα που δημοσιεύθηκαν αργότερα στον τοπικό εθνικόφρονα τύπο προκύπτει ότι αποφασιστικό ρόλο σ’ αυτή τη διαδικασία έπαιξαν οι τοπικές οργανώσεις της Εθνικής Πολιτοφυλακής, στις οποίες είχε ανατεθεί η συγκέντρωση στοιχείων για την προηγούμενη δράση κάθε αιχμαλώτου. Οσοι καταδικάζονταν οδηγούνταν σε ένα εγκαταλειμμένο ξεροπήγαδο έξω απ’ την κωμόπολη (την «Πηγάδα») κι εκτελούνταν.

*Πόσοι ήταν; Το 1945, το ιατροδικαστικό συνεργείο του Καψάσκη ανακοίνωσε ότι ξέθαψε 708 πτώματα. Στο μνημείο είναι γραμμένα 787 ονόματα από 61 πόλεις και χωριά. Η εθνικόφρων φιλολογία προβάλλει φυσικά πολύ μεγαλύτερα νούμερα: «περί τους 1.500 εις την Πηγάδα» μετρά ο Κώστας Καραλής (1958), «περί τα 1.800 άτομα πάσης ηλικίας και φύλου» βρίσκουν το Αρχηγείο Χωροφυλακής (1962) και ο καθηγητής Απόστολος Δασκαλάκης (1973), 1.900 τους θέλει ο Κων/νος Αντωνίου (1965), «άνω των 3.500 κατά τους μετριωτάτους υπολογισμούς» τους προτιμά η χουντική ιστορία του ΓΕΣ (1973). Ο Κοσμάς Αντωνόπουλος, πάλι, αναφέρει 2.100 «δολοφονηθέντες», παραθέτει όμως τα στοιχεία μόλις 699. Το βιβλίο που διανέμει ο «Σύλλογος Θυμάτων» περιέχει 1.144 ονόματα, ο συγγραφέας του όμως δείχνει μάλλον αναποφάσιστος: αλλού μιλάει για 1.500 νεκρούς (σ. 118), αλλού για «1.500 και πλέον» (σ. 115), αλλού για πάνω από 2.000 (σ. 26 & 166) κι αλλού για «5.000 εκατέρωθεν» (σ. 23). Σε κάθε περίπτωση, οι αριθμοί περιλαμβάνουν όχι μόνο τους «σφαγιασθέντες» αλλά και τους νεκρούς της τριήμερης μάχης.

*Την αντίθετη τάση επιδεικνύουν οι συγγραφείς της εαμικής πλευράς. Η αναλυτικότερη σχετική πηγή υπολογίζει 120 σκοτωμένους στη μάχη και 280-350 εκτελεσμένους στην Πηγάδα (Ξιάρχος 1982, σ. 38), ενώ δεν λείπουν αναφορές μέχρι και σε 1.200 νεκρούς.

*Πιο ενδιαφέρουσα απ’ αυτή την… κολοκυθιά αποδεικνύεται η εξέταση του καταλόγου της έκδοσης του «Συλλόγου Θυμάτων». Σε σύνολο 1.144 ονομάτων (οι 108 κάτοικοι Μελιγαλά) υπάρχουν μόνο 18 γυναίκες, 18 ηλικιωμένοι, ένας έφηβος και κανένα παιδί. Ολοι οι υπόλοιποι, το 96,8% του συνόλου, είναι άντρες λίγο πολύ μάχιμης ηλικίας. Κάθε άλλο παρά σφαγή «γυναικόπαιδων», δηλαδή…

Μνημόσυνο ακατονόμαστων

Ευθύς εξαρχής, οι εκδηλώσεις στη μνήμη των «σφαγιασθέντων» πήραν ρεβανσιστικό χαρακτήρα.

*Το πρώτο μνημόσυνο (24.6.45) καταλήγει σε απόπειρα λιντσαρίσματος των αντιστασιακών που κρατούνταν στη φυλακή της κωμόπολης (Β. Κλεφτόγιαννης, «Οπως τα ‘ζησα», σ. 143-4).

*Από το Σεπτέμβριο του 1945 η τελετή τυποποιείται, με φαινομενικό οργανωτή την κοινότητα και ουσιαστικό τη νομαρχία. Συμμετέχουν οι πολιτικές, εκκλησιαστικές, αστυνομικές και στρατιωτικές αρχές, τοπικοί πολιτικοί, τα σχολεία. Επί χούντας θα καθιερωθεί και αθλητικό τουρνουά ποδοσφαίρου και ανώμαλου δρόμου, με κύπελλα που αθλοθέτησαν τοπικοί παράγοντες και οι κυλινδρόμυλοι «Ευαγγελίστρια» («Θάρρος» 17.9.67).

*Παράλληλα, «διευθετείται» ο χώρος των εκδηλώσεων. Βασιλικό διάταγμα του 1953 συστήνει ερανική επιτροπή με πρόεδρο το μητροπολίτη και μέλη το νομάρχη, το διοικητή Χωροφυλακής κ.ά. Από τον δημοσιευμένο απολογισμό του εράνου, πληροφορούμαστε ότι τη μερίδα του λέοντος «συνεισέφεραν» τα σχολεία και οι φαντάροι: 244.413 και 65.529 δρχ. αντίστοιχα, σε σύνολο 332.614 («Σημαία» 19.9.54). Μ’ αυτά τα λεφτά χτίζεται παρεκκλήσι, «καλλωπίζεται» η Πηγάδα και υψώνεται ένας τεράστιος σταυρός.

Η τελική διαμόρφωση (μάντρες, πάρκινγκ κ.λπ.) θα γίνει επί χούντας, με πιστώσεις και επίβλεψη Ασλανίδη.

*Η χουντική επταετία γνωρίζει άλλωστε το απόγειο του ιδιότυπου αυτού γιορτασμού. Το 1967 το μνημόσυνο τιμά με την παρουσία του ο Παττακός, εξηγώντας ότι «η 21η Απριλίου απέτρεψε νέον Μελιγαλάν» και ανακοινώνοντας την αναβάθμιση της κοινότητας των 1.800 κατοίκων σε «ιστορικό» δήμο («Εθνος» 18.9.67).

*Το 1968 παρευρίσκεται πρώτη φορά ο «ανώτατος άρχων» της χώρας, στο πρόσωπο του αντιβασιλιά Ζωιτάκη («Θάρρος» 24.9.68). Το 1969, η επιμνημόσυνη λειτουργία μεταφέρεται από την κεντρική εκκλησία της κωμόπολης στο χώρο της Πηγάδας και η τροχαία εκδίδει προληπτικές οδηγίες για την κυκλοφορία («Θάρρος» 21.9.69).

*Το 1973, ενόψει φιλελευθεροποίησης, οι αρχές δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους για το μνημόσυνο. Ειδικά δρομολόγια λεωφορείων και τρένων μεταφέρουν «προσκυνητάς» απ’ τους γύρω νομούς («Θάρρος» 14-16.9.73).

Αποκαλυπτικότερη είναι η «φρονηματιστική» λειτουργία της Πηγάδας τον υπόλοιπο χρόνο. Από τις τακτικές καταχωρίσεις του δελτίου πληροφοριών της νομαρχίας, πληροφορούμαστε ότι μεταφέρονται ομαδικά εκεί για «προσκύνημα» φαντάροι, ευέλπιδες, σπουδαστές επαγγελματικών σχολών, «κλιμάκια φοιτητών», δημόσιοι υπάλληλοι, φιλοξενούμενοι της «Εθνικής Εστίας», ταξιδιώτες των προγραμμάτων του «Εθνικού ιδρύματος» και -φυσικά- ολόκληρα σχολεία.

*Μετά τη Μεταπολίτευση ο επίσημος γιορτασμός συνεχίζεται, χωρίς ιδιαίτερους ενθουσιασμούς. Τον τόνο δίνουν τώρα οι δυναμικές εμφανίσεις της ακροδεξιάς: βασιλόφρονες που διαβεβαιώνουν ότι «σύντομα θα επιστρέψει ο Κωνσταντίνος», χουντικοί που προπηλακίζουν τον κοινοτάρχη «διότι ανεφέρθη στην αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού» (1976) και γιουχάρουν το νομάρχη (1977), χιτλερικοί που ψαρεύουν στα θολά νερά μιας εθνικοφροσύνης σοκαρισμένης απ’ την περιθωριοποίησή της… Ο τοπικός τύπος καταγράφει τα συνθήματα: «Τη λύση θα δώσει ο στρατός», «Ο Φλωράκης στο Γουδί», «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους».

*Ο κύκλος κλείνει το 1982, όταν το υπ. Εσωτερικών γνωστοποιεί στο δήμο τον τερματισμό της συμμετοχής των επίσημων κρατικών αρχών, «επειδή οι εκδηλώσεις αυτές αποτελούσαν κηρύγματα μισαλλοδοξίας και τροφοδοτούσαν επί 40 χρόνια το διχασμό». Τη σκυτάλη στην οργάνωση του μνημοσύνου παίρνει πια ο «Σύλλογος Θυμάτων Πηγάδας», που ιδρύθηκε το 1980.

*Από κοντά και η Ν.Δ., που βλέπει το μνημόσυνο του 1982 ως τη δέουσα απάντηση στην επίσημη αναγνώριση της εαμικής Αντίστασης. Ο νεαρός βουλευτής Αντώνης Σαμαράς ανακοινώνει π.χ. με ειδικό δελτίο τύπου την έλευσή του «για να παραστεί στο Μνημόσυνο των σφαγιασθέντων από τους εαμοκομμουνιστές» («Ελευθερία» 18.9.82). Σταδιακά, ωστόσο, η λογική του «μεσαίου χώρου» επικρατεί και τα φερέλπιδα στελέχη αποφεύγουν πια να δίνουν το παρών.

Η σταδιακή αυτή περιθωριοποίηση έχει, ωστόσο, ένα απροσδόκητο αποτέλεσμα: πρώτη φορά τα πράγματα λέγονται με το όνομά τους και οι πεσόντες ταγματασφαλίτες «τιμώνται» ως τέτοιοι. Ενα χαρακτηριστικό των επίσημων γιορτασμών ήταν η διακριτική αποφυγή κάθε αναφοράς στα δωσίλογα Τάγματα Ασφαλείας, με την προσφυγή σε εξωραϊστικά σχήματα λόγου: «αγρίως σφαγιασθέντες υπό αναρχικών στοιχείων», «μαρτυρικώς σφαγιασθέντες εθνικόφρονες πατριώτες», «θυσιασθέντες διά το μεγαλείον και την ελευθερίαν της Πατρίδος», «Ηρωες και Μάρτυρες οίτινες προσεφέρθησαν ολοκαύτωμα εις τον βωμόν της υπερτάτης θυσίας», ακόμη και «αδίκως σφαγιασθέντες διά την ελευθερίαν και τα ανθρώπινα δικαιώματα»!

*Μετά το 1982, αντίθετα, οι ομιλητές του «απολίτικου», «οικογενειακού» μνημοσύνου δεν αισθάνονται τέτοιου είδους αναστολές: «Το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και το ΕΛΑΣ υπήρξε χειρότερος κατακτητής από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς» διαβάζουμε π.χ. στον πανηγυρικό που εκφώνησε το 1999 η Ειρήνη Δορκοφίκη, διαβεβαιώνοντας τους συγκεντρωμένους ότι ο χαρακτηρισμός των ταγματασφαλιτών ως «προδοτών» και «συνεργατών των κατακτητών» δεν είναι παρά «αισχρή συκοφαντία» των κομμουνιστών και λοιπών «ευρωλιγούρηδων».

Στην ομιλία πάλι του 1997, ο δικηγόρος Βασίλειος Δημαρέσης ξεκαθαρίζει: «Οι ηρωικοί νεκροί μας δεν πολέμησαν με Ελληνες, διότι οι Κομμουνιστές έπαυσαν να είναι Ελληνες, τα εγκλήματά τους είναι εγκλήματα ξένων, εγκλήματα γενοκτονίας»!

Αραγε, τι απ’ όλα αυτά θα μπορούσαν να «αμαυρώσουν» οι επίσημοι νοσταλγοί του Χίτλερ;

Τα ξεχασμένα θύματα

Μια ελάχιστα γνωστή πτυχή της τραγωδίας του Μελιγαλά αφορά τα θύματα των «αγρίως σφαγιασθέντων» ταγματασφαλιτών της Πηγάδας. Εδρα ιταλών καραμπινιέρων, γερμανικής διλοχίας και του Τάγματος Ασφαλείας, η κωμόπολη χρησιμοποιήθηκε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής ως στρατόπεδο συγκέντρωσης, χώρος βασανιστηρίων και τόπος εκτελέσεων αντιστασιακών και ομήρων. Η απουσία μιας ολοκληρωμένης καταγραφής όσων σκοτώθηκαν απ’ τους ταγματασφαλίτες είναι αποκαλυπτική για το κλίμα που επικράτησε στην περιοχή, τόσο κατά τα μετεμφυλιακά χρόνια όσο και αργότερα. Καταφανώς ελλιπή, τα διαθέσιμα στοιχεία είναι ωστόσο διαφωτιστικά.

Ο απολογητής των ταγματασφαλιτών Κοσμάς Αντωνόπουλος παραθέτει τα ονόματα 27 ατόμων που εκτελέστηκαν στο Μελιγαλά από τις κατοχικές δυνάμεις. Οι 6 είναι κάτοικοι της κωμόπολης. Από τον πίνακα απουσιάζουν ωστόσο τα περισσότερα ονόματα που γνωρίζουμε από άλλες πηγές («Η Ελληνική Αντίστασις 1941-1945», Αθήναι 1964).

Στο «Μεσσηνιακό βιογραφικό λεξικό» του Νίκου Καράμπελα (1962) αναφέρονται τα ονόματα 16 εκτελεσμένων στο Μελιγαλά το 1943-44. Στο δικό του βιβλίο ο Σπύρος Ξιάρχος καταγράφει τρεις ομαδικές εκτελέσεις 22 ατόμων κι άλλους 23 μεμονωμένους φόνους («Η αλήθεια για το Μελιγαλά», Καλαμάτα 1982, σ. 46-47). Απροσδιόριστο παραμένει, τέλος, πόσοι απ’ τους 924 εκτελεσμένους Μεσσήνιους που μνημονεύονται σε πρόσφατη έκδοση, θανατώθηκαν στην έδρα του Τάγματος (Τάσος Αποστολόπουλος, «Μεσσηνιακή εκατόμβη 1940-1944», Καλαμάτα 2000).

Αποκαλυπτικότερες είναι κάποιες επιμέρους λεπτομέρειες: Στις 27.4.44 ο ΕΛΑΣ Λακωνίας σκότωσε σε ενέδρα τον γερμανό στρατηγό Κρεντς και 3 συνοδούς του. Ο «Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος» διέταξε σε αντίποινα τον τουφεκισμό 200 «κομμουνιστών» στο σκοπευτήριο της Καισαριανής κι όσων χωρικών θα συναντούσαν τα στρατεύματά του στην ύπαιθρο μεταξύ Μολάων και Σπάρτης. Οπως διαβάζουμε στη σχετική ανακοίνωση, οι ταγματασφαλίτες του Παπαδόγκωνα έσπευσαν να τιμήσουν με τον τρόπο τους τη μνήμη του γερμανού στρατηγού: «Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Ελληνες εθελονταί εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς» («Καθημερινή» 30.4.44). Σαράντα απ’ αυτές τις «αυτόβουλες» εκτελέσεις έγιναν από το Τάγμα Ασφαλείας Καλαμών-Μελιγαλά την Πρωτομαγιά του 1944 – τριάντα στην Καλαμάτα και δέκα στο νεκροταφείο του Μελιγαλά. Μεταξύ των τελευταίων ήταν και μια 18χρονη επονίτισσα, η Ασπασία Ξιάρχου, από τη γειτονική Ανθούσα. Είχε πιαστεί (και βασανιστεί) από τους ταγματασφαλίτες ενώ επέστρεφε από την Καλαμάτα για το μνημόσυνο της μάνας της. Ενας κρατούμενος διέφυγε και, την επομένη, εκτελέστηκαν στη θέση του άλλοι δύο (Γιάννης Σχινάς, «Η εθνική Αντίσταση στη Μεσσηνία», Αθήνα 1984, σ. 98-99).

Ακολούθησε στις 15.6.44 ο τουφεκισμός 10 κρατουμένων στο Μελιγαλά (ανάμεσά τους 2 γυναίκες κι ένας ηλικιωμένος ανάπηρος) -σε αντίποινα, προφανώς, για το θανάσιμο τραυματισμό του ταγματασφαλίτη ταγματάρχη Γεωργανά στην Καλαμάτα. Την επομένη, 27 κρατούμενοι, 22 άντρες και 5 γυναίκες, τουφεκίστηκαν από το λόχο Καλαμάτας στις όχθες του Νέδοντα.

Δυόμισι δεκαετίες μετά την επίσημη αναγνώριση της ΕΑΜικής Αντίστασης, μάταια θ’ αναζητήσει κανείς στο Μελιγαλά ή τα περίχωρά του κάποιο μνημείο γι’ αυτούς τους πεσόντες. «Δεν έχω ακούσει ποτέ κάτι τέτοιο», ήταν η απάντηση του προέδρου του «Συλλόγου Θυμάτων Πηγάδας» κ. Μανιάτη, όταν τον ρωτήσαμε για τους εκτελεσμένους από το Τάγμα Ασφαλείας. Στην Καλαμάτα, μια λιτή στήλη (χωρίς ονόματα ή αριθμούς) στήθηκε από το Δήμο στο χώρο των εκτελέσεων, μακριά από τα μάτια του κοινού, μόλις το 2002. Η επιγραφή κάνει λόγο για «εκτελεσθέντες πατριώτες από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους», αποφεύγει όμως να αναφέρει την ακριβή ταυτότητα των εκτελεστών.

Επιστρέφοντας στην Αθήνα, σταματήσαμε στο επιβλητικό μνημείο για τους 204 εκτελεσμένους της Παλιόχουνης, λίγο πριν από τη Μεγαλόπολη. Απ’ αυτούς, οι 154 είχαν συλληφθεί από ταγματασφαλίτες στην Καλαμάτα και τουφεκίστηκαν απ’ τη Βέρμαχτ σε αντίποινα για την καταστροφή γερμανικής φάλαγγας απ’ τον ΕΛΑΣ. Το τμήμα της επιγραφής που πληροφορεί ότι σκοτώθηκαν «από τους Γερμανούς» έχει σβηστεί με φαιοπράσινη μπογιά.

·  Αναδημοσίευση τμήματος παλαιότερου αφιερώματος του «Ιού» της Ελευθεροτυπίας.