ερώτηση του Ευρωβουλευτή Κώστα Χρυσόγονου. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκαθαρίζει στην απάντησή της πως δεν προτίθεται να επικαιροποιήσει την ανακοίνωσή της ή να εκπονήσει στρατηγική ΕΕ, χωρίς να έχει καν προβεί στην απαραίτητη ανάλυση των συμπερασμάτων της μελέτης σχετικά με τη θνησιμότητα των αποικιών μελισσών.
Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης και της απάντησης:
Το 2009 η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων δημοσίευσε μελέτη στην οποία καταγραφόταν το φαινόμενο της μείωσης του αριθμού των μελισσών και προτείνονταν συγκεκριμένα μέτρα Η μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκε για τη διαμόρφωση της Στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της μείωσης του αριθμού των μελισσών το 2010, στην οποία περιλαμβανόταν μια σειρά δράσεων ώστε να καταπολεμηθεί το φαινόμενο. Εν τούτοις, παρά τις δράσεις που έχει αναλάβει η Ένωση, το πρόβλημα της μείωσης των μελισσών χειροτερεύει, με αποτέλεσμα να τίθεται σε κίνδυνο η παραγωγή των περισσότερων τροφίμων.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Τι μέτρα προτίθεται να λάβει για να ανακόψει τη μείωση του πληθυσμού των μελισσών που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο;
2. Σκοπεύει να επικαιροποιήσει τη Στρατηγική για την αντιμετώπιση της μείωσης του αριθμού των μελισσών του 2010 (COM(2010) 714 τελικό);
3. Τι κίνητρα και τι εργαλεία βοήθειας παρέχονται στους εκτροφείς μελισσών ώστε να προωθηθεί η εκτροφή τους και συνακόλουθα να αυξηθεί ο αριθμός τους;
Απάντηση του κ. Andriukaitis εξ ονόματος της Επιτροπής
Από τα επίσημα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή δεν προκύπτει δραματική πτώση του αριθμού των κυψελών στην ΕΕ[1] [2].
Στη μελέτη του 2009 της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων προβάλλεται η έλλειψη αντιπροσωπευτικών και συγκρίσιμων δεδομένων για το σύνδρομο θνησιμότητας των αποικιών μελισσών σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ. Με την ανακοίνωσή της σχετικά με την υγεία των μελισσών[3], η Επιτροπή ξεκίνησε διαδικασία παρακολούθησης των αποικιών μελισσών σε ολόκληρη την ΕΕ και αύξησε τις δυνατότητες παρακολούθησης και προστασίας της υγείας των μελισσών στα κράτη μέλη μέσω δραστηριοτήτων όπως ο ορισμός ενός εργαστηρίου αναφοράς της ΕΕ για τις ασθένειες των μελισσών, η διοργάνωση μαθημάτων για την υγεία των μελισσών στο πλαίσιο του προγράμματος «Καλύτερη κατάρτιση για ασφαλέστερα τρόφιμα»[4], η έρευνα, η αύξηση της χρηματοδότησης για τα μελισσοκομικά προγράμματα, η καλύτερη διαχείριση των φυτοφαρμάκων και μια διάσκεψη επιπέδου ΕΕ[5].
Ενώ αναμένεται το αποτέλεσμα μιας διεξοδικής ανάλυσης των συμπερασμάτων[6] της μελέτης της Επιτροπής σχετικά με τη θνησιμότητα των αποικιών μελισσών, ο ρόλος των τοπικών παραγόντων και συνθηκών φαίνεται από τις τοπικές και χρονικές διαφορές όσον αφορά τις απώλειες αποικιών μελισσών. Η Επιτροπή εξακολουθεί να παρακολουθεί το θέμα και συνεργάζεται με την EFSA και τα ενδιαφερόμενα μέρη σε διάφορα σχέδια για την καλύτερη κατανόηση και προστασία της υγείας των μελισσών, αλλά δεν σχεδιάζει να επικαιροποιήσει την ανακοίνωσή της ή να εκπονήσει στρατηγική ΕΕ.
Όσον αφορά τη διατήρηση και την εκτροφή μελισσών, στα άρθρα 55 έως 57 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013[7] προβλέπονται οι κανόνες για την ενίσχυση στον τομέα της μελισσοκομίας. Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν εθνικά προγράμματα για τη στήριξη του τομέα της μελισσοκομίας στο έδαφός τους. Ένα από τα επιλέξιμα μέτρα που μπορούν να περιληφθούν στα προγράμματα αυτά είναι η ανασύσταση του μελισσοκομικού κεφαλαίου. Επιπλέον, τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν επίσης μια σειρά μέτρων στο πλαίσιο των οικείων προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης για την περαιτέρω στήριξη της μελισσοκομίας.
Η Επιτροπή παραπέμπει επίσης στις απαντήσεις της στις γραπτές ερωτήσεις E-004414/2015 και E-004517/2015[8].
[1] http://ec.europa.eu/dgs/health _food-safety/information_sourc es/docs/ahw/20140407_pres_10.p df , cf. slide9
3 COM(2010) 714 final