Γράφει ο Αγγελής,
Τα λουκούμια, η γενιά μου δεν τα είχε και σε μεγάλη υπόληψη. Μεγαλώσαμε λιμπιζόμενοι περισσότερο τα “μοντέρνα” γλυκάκια, όπως π.χ. τις σοκο-ράβδους Kinder, με το κάπως
τρομακτικό παιδάκι με το παγωμένο χαμόγελο στην χάρτινη κασετίνα.
Η μόνη περίπτωση να βάλω στο στόμα μου λουκούμι, ήταν αν είχε αδειάσει το μυστικό ντουλάπι με τις σοκοφρέτες κι οι νουαζέτες από την φοντανιέρα του “καλού” μας σαλονιού. Πολλοί φαντάζομαι συμμερίζεστε την αδιαφορία μου προς το μαστιχωτό λουκούμι, το οποίο φάνταζε τοοοοόσο ντεμοντέ!
Όπως έγραψε κι η φιλενάδα μου η Ελένη σε ένα παλαιότερο κόμεντ “μεγάλωσα σε ένα μικρούτσικο χωριό που το λουκούμι είχε μια πικρή ιστορία..ήταν από τα λίγα διαθέσιμα έτοιμα γλυκά που μας τρατάρανε γιαγιές χιλίων ετών από τα σκονισμένα σεντούκια τους και δυστυχώς τα λουκούμια είχαν μεγαλύτερη ηλικία από αυτές..για να μη μιλήσω για τη σκληρότητά τους που μπορούσαν να σου σπάσουν και το δόντι..”. Η ίδια όμως συνεχίζει “αλλά όλα αυτά, πριν με πας στην ονειροχώρα των λουκουμιών, που πριν περιφρονούσα, αλλά τώρα θα είμαι αιώνια εθισμένη!” αναφερόμενη στην επίσκεψή μας στο Altan Sekerleme. Για να πάμε και μαζί!
Από το 1865 φτιάχνουν και πωλούν λουκούμια / λοκούμ στα Τουρκικά, ενώ αυτός που τα φτιάχνει λέγεται λοκουμτζού. Από την ημέρα των εγκαινίων, δεν έχουν αλλάξει και πολλά στο κατάστημα, ούτε στη διακόσμηση, ούτε και στις μεθόδους παρασκευής.
Αν είμαι τυχερός και τους πετύχω επί τω έργω, ανεβαίνω από τη στενή σκάλα στον όροφο και χάνομαι στις μυρουδιές της ζάχαρης και των αρωματικών, παραληρώντας μπρος στις μπακιρένιες λεκάνες, όπου κοχλάζουν τα παχύρρευστα σιρόπια. Όσον αφορά στις γεύσεις, ξεκινούν από τα απλά λουκούμια αλλά εξίσου νόστιμα, με επικάλυψη άχνης ζάχαρης ή καρύδας,
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ