Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Άνοδος της αγοράς ιχθυοκαλλιέργειας λόγω του μεγέθους των εξαγωγών

Σύμφωνα με έρευνα της Hellastat
Σε άνοδο των πωλήσεων των εταιρειών του εγχώριου κλάδου ιχθυοκαλλιέργειας, το 2011, παρά την οικονομική ύφεση, οδήγησε ο εξαγωγικός προσανατολισμός των εταιρειών του
κλάδου, σε συνδυασμό με την ισχυρή εγχώρια παραγωγή, σύμφωνα με μελέτη της Hellastat ΑΕ.


Όπως προέκυψε από τη μελέτη, η άνοδος της αγοράς οφείλεται και στις βελτιωμένες τιμές της τσιπούρας και του λαβρακιού, που επικράτησαν, τα δύο τελευταία χρόνια, οι οποίες, μετά από μία τετραετία, ανέκαμψαν, λόγω μείωσης της παγκόσμιας προσφοράς. Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στη μελέτη, το 2012, η μέση τιμή του λαβρακιού διαμορφώθηκε στα 5,10 ευρώ/κιλό από 4,20 ευρώ, το 2011, ενώ της τσιπούρας στα 5,08 ευρώ/κιλό έναντι 5,40 ευρώ, το προηγούμενο έτος.

Σημαντική εξέλιξη για την αγορά, όπως αναφέρεται στη μελέτη, αποτέλεσε η απορρόφηση της Interfish ΑΕ από τη Σελόντα Α.Ε.Γ.Ε., στις αρχές του 2012. «Οι δύο όμιλοι αναμένεται να αναπτύξουν συνέργειες στη διαχείριση των μονάδων τους. Παράλληλα, στο πλαίσιο επέκτασής της σε διεθνείς αγορές, η Σελόντα ελέγχει πλέον το 79,1% της τουρκικής Fjord Marin Turkey (πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη παραγωγό λαβρακιού και τσιπούρας στην Τουρκία).

Κύριο μειονέκτημα του κλάδου είναι ο ιδιαίτερα εκτεταμένος κύκλος παραγωγής, γεγονός που συνεπάγεται υψηλές απαιτήσεις σε κεφάλαια κίνησης και ανάγκη βέλτιστης διαχείρισης των χρηματορροών. Σημαντική θεωρείται και η επιβάρυνση των εταιρειών από το κόστος των ιχθυοτροφών, το οποίο, τα δύο τελευταία έτη, παρέμεινε υψηλό, αλλά και το αυξημένο μεταφορικό κόστος, με συνέπεια τα περιθώρια κερδοφορίας να παραμένουν διαχρονικά χαμηλά», επισημαίνεται στη μελέτη.

Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου

Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 102 επιχειρήσεων. Τα βασικά συμπεράσματα, που προκύπτουν, συνοψίζονται στα εξής:

Ο συνολικός κύκλος εργασιών των εταιρειών ιχθυοκαλλιέργειας, το 2011, αυξήθηκε κατά 4,7% από το 2010, στα 845,29 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η μέση μεταβολή εσόδων ανά εταιρεία ήταν οριακά αρνητική (-0,7% έναντι -8,7% στο σύνολο της οικονομίας).

Εξαιρουμένων των υψηλών ζημιών σε ορισμένες περιπτώσεις επιχειρήσεων, η εξέλιξη των κερδών του δείγματος ήταν γενικά θετική. Μάλιστα, η μέση μεταβολή κερδών προ φόρων (ΚΠΦ) ανά εταιρεία διαμορφώθηκε στο +13,2% έναντι της μεγάλης πτώσης, που παρατηρήθηκε στο ευρύτερο σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων (-15,4%).

Το μέσο περιθώριο μικτών κερδών ενισχύθηκε, το 2011, στο 10%, βελτιώνοντας έτσι τα περιθώρια κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) και ΚΠΦ στο 8,9% και 0,9%, αντίστοιχα.

Η γενική ρευστότητα παρέμεινε σταθερή στο 1,3, ενώ η άμεση υπολείπεται της μονάδας (0,6). Ο εμπορικός κύκλος διαμορφώθηκε στις 109 ημέρες, κυρίως, λόγω του υψηλού διαστήματος διακράτησης αποθεμάτων (8 μήνες).

Ο δείκτης των ξένων ως προς τα ίδια κεφάλαια, το 2011, βελτιώθηκε ελαφρώς σε 1,9 προς 1. Ο δείκτης κάλυψης τόκων ενισχύθηκε σε 2,7 φορές από 2,2 φορές, το 2010.

Η μέση αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων (RοΕ), το 2011, ανήλθε στο 2,1% από 1%, το 2010, έχοντας ευνοηθεί από τα βελτιωμένα περιθώρια κερδοφορίας και την ελαφρώς χαμηλότερη επιβάρυνση τόκων και αποσβέσεων.