Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Νέες μειώσεις σε μισθούς - επιδόματα φέρνει ο «κοινωνικός διάλογος»

Τη συναίνεση των κοινωνικών εταίρων στις αλλαγές που θα πρέπει να προωθηθούν το επόμενο διάστημα στα εργασιακά, το μισθολογικό και το ασφαλιστικό, επιδιώκει να κερδίσει ο πρωθυπουργός. Στις συναντήσεις που είχε με τον πρόεδρο του ΣΕΒ εισέπραξε ολόθερμη στήριξη σε όλες τις προωθούμενες αλλαγές,
πλην της κατάργησης του κατώτατου μισθού. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, διεμήνυσε ότι δεν γίνεται δεκτή καμία απολύτως νέα μείωση, o πρόεδρος της ΕΣΕΕ χαρακτήρισε την περικοπή του κατώτατου μισθού «ψευτοδίλημμα», ενώ τα κόμματα της Αριστεράς κάνουν λόγο για ήδη ειλημμένες αποφάσεις της τρόικας, οι οποίες μπορούν να ανατραπούν μόνο με αγώνες.

Αναλυτικότερα:
Τι ζήτησε ο πρωθυπουργός
Κατά τις συναντήσεις του με τους κοινωνικούς εταίρους, ο Πρωθυπουργός κ. Λουκάς Παπαδήμος τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«· Με την αρχή του 2012 μπαίνουμε στην πιο κρίσιμη περίοδο για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Θα είναι καθοριστικοί οι επόμενοι τρεις μήνες, και εξαιρετικά κρίσιμες οι αμέσως επόμενες εβδομάδες. Όπως ξέρετε βρίσκεται σε εξέλιξη η διαβούλευση για την εθελούσια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, που εάν ολοκληρωθεί επιτυχώς θα απομειώσει σημαντικό βάρος του δημόσιου χρέους, εξοικονομώντας πόρους για την οικονομία μας, για την ανάπτυξη και την κοινωνική προστασία, προς όφελος των επόμενων γενεών.

· Επίσης στα μέσα Ιανουαρίου ξεκινά η διαπραγμάτευση με την τρόικα, που θα εστιαστεί στη διαμόρφωση ενός αξιόπιστου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής για την τριετία 2012-15. Από αυτήν εξαρτάται όχι μόνο η εφαρμογή της συμφωνίας μείωσης του χρέους, αλλά εξαρτάται πλήρως η συνέχιση της χρηματοδότησης της χώρας. Χωρίς την συμφωνία με την τρόικα και την παρεπόμενη χρηματοδότηση, η Ελλάδα τον Μάρτιο αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο άτακτης χρεοκοπίας.

· Επομένως από τις πράξεις και τις αποφάσεις μας κατά τις επόμενες εβδομάδες θα κριθούν τα πάντα.

· Ζήτησα να συναντηθώ σήμερα με τη ΓΣΕΕ, τον ΣΕΒ, τη ΓΣΕΒΕ και την ΕΣΕΕ, και την Δευτέρα θα συναντήσω την αντιπροσωπεία του ΣΕΤΕ. Ξεκινάμε σήμερα ένα γύρο διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους. Πρέπει οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας, ο κόσμος της επιχειρηματικότητας, ο κόσμος της εργασίας, ο ελληνικός λαός γενικότερα, να έχουμε όλοι πλήρη και ακριβή επίγνωση της κρισιμότητας των περιστάσεων. Από τις αποφάσεις και τις πράξεις μας εξαρτάται όχι απλώς η δυνατότητα της χώρας να επανέλθει σε βιώσιμη πορεία σταθεροποίησης και ανάκαμψης, αλλά και το ίδιο το μέλλον μας στο ευρώ.

· Δεν θα μπορέσουμε να μπούμε σε διατηρήσιμη πορεία ανάκαμψης και αύξησης της απασχόλησης εάν δεν αποκαταστήσουμε την ανταγωνιστικότητα. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας είναι η θεμελιώδης αιτία για την καθίζηση της οικονομίας και την διόγκωση της ανεργίας.

· Η ανταγωνιστικότητα δεν είναι συνάρτηση ενός μόνο παράγοντα. Εξαρτάται από το εργασιακό κόστος, τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, το φορολογικό σύστημα, τη βελτίωση των υποδομών, την λειτουργία της δικαιοσύνης, την πάταξη της διαφθοράς, τα επίπεδα της παραγωγικότητας, την ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών. Σε όλους αυτούς τους τομείς επιχειρούμε αλλαγές, ώστε αφενός να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα των δυνάμεων που δρουν σήμερα στην οικονομία, και αφετέρου να προσελκυστούν νέες επενδύσεις, που θα φέρουν θέσεις εργασίας. Δεν είναι μόνο το κόστος εργασίας καθοριστικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας. Αλλά είναι και το κόστος εργασίας.

· Θέλω να καλέσω τους κοινωνικούς εταίρους να καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια στις διαπραγματεύσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και την ενίσχυση της απασχόλησης. Η λειτουργία της αγοράς εργασίας και η σχέση με τις ανταγωνίστριες οικονομίες είναι καθοριστικοί παράγοντες. Κατά τη δεκαετία από την εισαγωγή του ευρώ έως το 2010, η ελληνική οικονομία υπέστη απώλεια ανταγωνιστικότητας της τάξεως του 25% σε σχέση με τις πιο ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης.

· Οι διεθνείς οργανισμοί και οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν θέσει σειρά θεμάτων προς επανεξέταση στα πλαίσια του κοινωνικού διαλόγου, προκειμένου να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και να ενισχυθεί η απασχόληση. Μεταξύ των θεμάτων αυτών είναι και ο ελάχιστος μισθός, είναι ο 13ος - 14ος μισθός, είναι οι αυτόματες ωριμάνσεις, που συνιστούν ετήσιες αυξήσεις ανεξάρτητες από την παραγωγικότητα και τις άλλες συνθήκες της οικονομίας, που οδηγούν σε σωρευτική διάβρωση της ανταγωνιστικότητας. Είναι επίσης διάφορες κανονιστικές ρυθμίσεις που επηρεάζουν αρνητικά την ανταγωνιστικότητα.

· Οι αποφάσεις που αφορούν συλλογικές συμβάσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους όχι μόνο τα οφέλη για τους εργαζόμενους αλλά και τις επιπτώσεις για όσους δεν έχουν δουλειά. Μεγάλο πρόβλημα της οικονομίας μας είναι το πολύ μεγάλο ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων και των νέων ανέργων. Το πρόβλημα αυτό συνδέεται με κανονιστικές ακαμψίες και δυσκολίες εισόδου στην αγορά εργασίας, συνδέεται επίσης με το μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος της εργασίας.

· Το χρονοδιάγραμμα του κοινωνικού διαλόγου είναι ιδιαίτερα φιλόδοξο καθώς οι συνθήκες είναι εξαιρετικά πιεστικές. Πρέπει οι διαδικασίες να ολοκληρωθούν ως το τέλος του μήνα Ιανουαρίου. Και τούτο διότι το αποτέλεσμά τους θα ληφθεί υπόψη για να αξιολογηθούν οι επιδόσεις της οικονομίας, οι οποίες θα επηρεάσουν τη χρηματοδότηση της χώρας. Δεν έχουμε λοιπόν την πολυτέλεια για παρατεταμένες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Πρέπει να ολοκληρωθούν πολύ σύντομα».

· Εάν θέλουμε να διασφαλίσουμε τα πιο σημαντικά κεκτημένα -την συμμετοχή μας σε ένα ισχυρό νόμισμα, το ευρώ, την αποφυγή της μαζικής, κατακόρυφης υποτίμησης των εισοδημάτων που μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία και έξοδος από το ευρώ θα συνεπάγονταν. Εάν θέλουμε να εξασφαλίσουμε τα πιο σημαντικά κεκτημένα της χώρας μας, τότε πρέπει να δεχτούμε μια μείωση των εισοδημάτων βραχυπρόθεσμα, στο βαθμό που είναι αναγκαία για την ανάκτηση ανταγωνιστικότητας, και για την δημιουργία πρόσφορων συνθηκών για την αύξηση της απασχόλησης και της οικονομικής δραστηριότητας. Σε μια τέτοια περίπτωση, και αφού θα έχουμε διασφαλίσει το θεμελιώδες πλαίσιο σταθερότητας, μπορούμε να προσδοκούμε βάσιμα μια μεσοπρόθεσμη αύξηση των εισοδημάτων, με τη βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Θα χρειαστεί να δεχτούμε περιορισμένες θυσίες για να αποτρέψουμε μια καταστροφική έκβαση, να δώσουμε λίγα προκειμένου να μην χάσουμε τα πολλά.

· Αυτά δεν συνιστούν εκβιασμό, ούτε ψευδή διλήμματα, ούτε επιχείρηση τρομοκράτησης της κοινής γνώμης, όπως ορισμένοι ενδεχομένως να σπεύσουν να πουν. Αυτά είναι χωρίς ωραιοποιήσεις η πραγματικότητα. Και οφείλω να εκθέσω ενώπιόν σας την πραγματική κατάσταση της χώρας, όσο οδυνηρή κι αν είναι η περιγραφή της. Και έχω επίσης την υποχρέωση να πω ότι οι προσαρμογές που πρέπει να γίνουν δεν είναι μόνο αναγκαίες για να πάρουμε την επόμενη δόση της χρηματοδότησης, αλλά για να ανορθώσουμε την οικονομία μας αποκαθιστώντας την χαμένη ανταγωνιστικότητα και επιτυγχάνοντας τη δημοσιονομική εξυγίανση. Μόνο έτσι διαθέτουμε ελπίδα οικονομικής ανάκαμψης».

· Οι συνθήκες επιτάσσουν μια μεγάλη κοινωνική συμφωνία, με άξονες την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση. Τέτοιες μεγάλες κοινωνικές συμφωνίες έχουν γίνει σε πολλές χώρες, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, οι Σκανδιναβικές χώρες. Γενναίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με τη συναίνεση των συνδικάτων, από τις οποίες η οικονομία κέρδισε σε ανάπτυξη και οι εργαζόμενοι ανταμείφθηκαν με σημαντική μείωση της ανεργίας και μεταγενέστερη αύξηση των εισοδημάτων. Από αυτές τις κοινωνικές συμφωνίες κέρδισαν όλοι».
ΣΕΒ: Όχι μείωση του κατώτατου μισθού- Ναι σε όλα τα άλλα

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών (ΣΕΒ) Δημήτρης Δασκαλόπουλος, μετά τη συνάντηση δήλωσε: «Η Κυβέρνηση Παπαδήμου έχει αναλάβει ουσιαστικά μία αποστολή εθνικής σωτηρίας. Θα πετύχει μόνον αν εξαλειφθούν τα φαινόμενα κακοπιστίας και ασυνεννοησίας που τη φθείρουν. Τα κόμματα και τα πρόσωπα που τη στηρίζουν πρέπει να μάθουν να μιλούν με μια φωνή και να πράττουν με μια θέληση. Αυτό είναι το χρέος τους, αλλά είναι και το συμφέρον τους. Διότι, αν αυτή η Κυβέρνηση αποτύχει, στους σημερινούς «συγκάτοικους» θα ρίξει την ευθύνη για το εθνικό ναυάγιο ο λαός».
Ο κ. Δασκαλόπουλος πρόσθεσε ότι «ΣΕΒ θα κάνει ό,τι μπορεί για να μη θιγεί ο κατώτατος μισθός. Αυτό που καλούμαστε να κάνουμε σε αυτή τη δραματική οικονομική συγκυρία και στη κρίσιμη αυτή εποχή, είναι να δούμε πώς μπορεί να διαμορφωθεί το μέσο κόστος εργασίας σε ένα άλλο σημείο ισορροπίας, που θα βοηθήσει και την απασχόληση και την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής», σημειώνοντας πως μισθολογικά, ωριμάνσεις, τριετίες κλπ «θα μπουν στο τραπέζι των συζητήσεων».

ΓΣΕΕ: Αδιαπραγμάτευτο «όχι» και προστασία για τα Ταμεία

Τις θέσεις της ΓΣΕΕ έθεσε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος στη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό. « Η ΓΣΕΕ δεν πρόκειται να δεχθεί καμία αλλαγή της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας σχετικά με τον κατώτατο μισθό και τα επιδόματα», ξεκαθάρισε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γιάννης Παναγόπουλος, τονίζοντας ότι δεν δίνεται συναίνεση σε κανένα από τα ζητήματα που θέτει η τρόικα. Επίσης, έθεσε στον πρωθυπουργό δυο ακόμη ζητήματα: Πρώτον, να μην γίνει «κούρεμα» των ομολόγων που κατέχουν τα ασφαλιστικά ταμεία και αν προχωρήσει αυτή η διαδικασία να γίνει ανακεφαλαίωση, όπως και στις τράπεζες και δεύτερο, να εφαρμοστούν οι πολιτικές απασχόλησης και καταπολέμησης της ανεργίας οι οποίες εξαγγέλλονται αλλά δεν εφαρμόζονται.

ΓΣΕΒΕΕ: Ψευτοδίλημμα η απελευθέρωση του κατώτατου μισθού
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Δημήτρης Ασημακόπουλος, χαρακτήρισε μετά τη συνάντηση με τον πρωθυπουργό, χαρακτήρισε το ζήτημα απελευθέρωσης του κατώτατου μισθού, «ψευτοδίλημμα» τονίζοντας ότι «πολύ λίγο θα επηρεάσει έως μηδαμινά την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ένα τέτοιο μέτρο» και υπογράμμισε ότι «δεν μπορεί να αφαιρεθεί το τελευταίο φύλο συκής, που είναι η αξιοπιστία της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων, δηλαδή, η Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Άφησε όμως ανοιχτό στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου, να ρυθμιστούν επιμέρους ζητήματα σχετικά με το μισθολογικό κόστος, ενώ ανέφερε ότι ζήτησε από τον πρωθυπουργό να μειωθεί το κόστος των ασφαλιστικών εισφορών κατά πέντε μονάδες και να αντικατασταθεί από τέλος ένα τοις χιλίοις στον τζίρο όλων των εταιρειών.


Αντιδράσεις Κομμάτων

Η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα, σημείωσε:
«Δεν δεχόμαστε ούτε καν τον όρο μισθολογικό και εργατικό κόστος, γιατί χωρίς εργάτες, τους υπάλληλους, τους μισθωτούς δεν υπάρχει κερδοφορία. Επομένως δεν υπάρχει κόστος. Όταν ζητούμε αυξήσεις, ουσιαστική περίθαλψη, ουσιαστικές συντάξεις, διεκδικούμε οι επιχειρηματίες, το κεφάλαιο να έχουν λιγότερα κέρδη. Δεν υπάρχει για εμάς η έννοια του μισθολογικού κόστους. Αυτό που υπάρχει είναι ακόμα μεγαλύτερη κερδοφορία, άρα όσο πέφτουν οι μισθοί, όσο αυξάνονται για τους εργαζόμενους οι ασφαλιστικές εισφορές, η αγορά φαρμάκων και το κόστος Υγείας και Παιδείας, τόσο μεγαλώνει η κερδοφορία και γίνεται φθηνότερη η εργατική δύναμη».


Ο Δημήτρης Στρατούλης μέλος της ΠΓ του ΣΥΝ και της επιτροπής εργατικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε:

«Η σημερινή συνάντηση του πρωθυπουργού με τους φορείς των εργαζομένων και των εργοδοτών για τις προωθούμενες μειώσεις μισθών και επικουρικών συντάξεων καθώς και για τη μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων γίνεται «για τα μάτια του κόσμου», δηλαδή για καθαρά επικοινωνιακούς λόγους και είναι προσχηματικός, για να φανεί ότι αυτά τα σφαγιαστικά νέα μέτρα, που έχουν ήδη προσυμφωνηθεί με την τρόικα, θα παρθούν μετά από διάλογο με τους ενδιαφερόμενους».

Ο υπεύθυνος Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής της Δημοκρατικής Αριστεράς, Δημήτρης Χατζησωκράτης, δήλωσε:
«Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και προ πάντων η Εθνική δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να θυσιαστούν στις ιδεολογικά αγκυλωμένες απαιτήσεις της τρόικας.
Η εργασία, ως δημιουργικό υπόβαθρο της δημοκρατίας, δεν είναι δυνατόν συνεχώς σε κάθε πακέτο μέτρων να τίθεται στη διατίμηση και να απειλείται».
Ο εκπρόσωπος Τύπου της Δημοκρατικής Συμμαχίας Δημήτρης Ζαφειριάδης, σχολίασε:
«Το πρόβλημα της οικονομίας δεν είναι ο ιδιωτικός τομέας, στον οποίο οι εργαζόμενοι πλήττονται από σημαντικές μειώσεις μισθών και κυρίως ανεργία. Το πρόβλημα είναι πλέον η έλλειψη εμπιστοσύνης, που αναστέλλει κάθε νέα οικονομική δραστηριότητα.
Γι’ αυτό η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει άμεσα τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, περικόπτοντας παράλληλα τις δημόσιες δαπάνες και απελευθερώνοντας την αγορά από την κρατική παρέμβαση, προκειμένου να πάρει ανάσα η πραγματική οικονομία».

http://www.eklogika.gr/news/7444