Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Η κυβέρνηση συνεχίζει στον ίδιο, λάθος, δρόμο της υπερφορολόγησης. Έτσι μένει μόνο μία λύση…


 Του Κυριάκου Μητσοτάκη,
 βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας στη Β’ Αθηνών

 Πριν λίγες ημέρες η κυβερνητική πλειοψηφία, υπό το εκβιαστικό και αστήρικτο δίλημμα “ή ψηφίζεται ή
πτωχεύουμε”, ψήφισε το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα. Ένα Πρόγραμμα που παρά τις επισημάνσεις της ΝΔ κινείται στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση με το προηγούμενο, που με ευθύνη της Κυβέρνησης και μόνον, απέτυχε.
 Και απέτυχε για τρεις βασικούς λόγους: Πρώτον γιατί οδήγησε σε πολύ μεγαλύτερη ύφεση την οικονομία από αυτήν που η ίδια η Κυβέρνηση είχε προβλέψει. Δεύτερον γιατί δεν μπόρεσε να διευρύνει τη φορολογική βάση και να περιορίσει τη φοροδιαφυγή. Τρίτον γιατί δεν θέλησε να συγκρουστεί με το δημόσιο και κατ΄επέκταση με τους Φωτόπουλους, που αποτελούν διαχρονικά προνομιακοί συνομιλητές της Κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ.

 Έρχομαι τώρα στο νέο Πρόγραμμα. Δυστυχώς η Κυβέρνηση δεν βάζει μυαλό. Πάλι καλείται να πληρώσει τη “νύφη” της αποτυχίας της οικονομικής πολιτικής ο χαμηλοσυνταξιούχος και ο χαμηλόμισθος του Δημοσίου με νέες περικοπές, ο εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα που απειλείται από την ανεργία, ο μικρομεσαίος επιχειρηματίας που κινδυνεύει να βάλει λουκέτο, ο συνεπής φορολογούμενος που έχει στεγνώσει από την φοροεπιδρομή.

 Έτσι, όμως, και αυτό το Πρόγραμμα είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Άλλωστε  και ο ίδιος ο επικεφαλής του ΔΝΤ στην Ελλάδα κ. Πολ Τόμσεν έχει τονίσει ότι από εδώ και στο εξής η αναλογία της εξοικονόμησης των πόρων και του περιορισμού του ελλείμματος θα πρέπει να προέλθει κατά τα 2/3 από εξοικονόμηση δαπανών και κατά το 1/3 από πρόσθετη φορολόγηση.



Παρ' όλα αυτά, όμως, η Κυβέρνηση επιμένει στην υπερφορολόγηση. Και όχι μόνον. Αυξάνει το ΦΠΑ, που με τη σειρά του θα οδηγήσει σε αύξηση τη φοροδιαφυγή. Καταργεί το “καρότο” των αποδείξεων, έτσι ώστε να μην υπάρχει κανένα επιπρόσθετο κίνητρο, πέραν του κτισίματος του αφορολόγητου, για τους πολίτες για να ζητούν αποδείξεις.
 Την ίδια στιγμή, για να ενισχύσει προφανώς την αδικία, θεωρεί a priori φοροφυγά ένα μισθωτό με 15.000 πραγματικό ετήσιο εισόδημα, ο οποίος αποδεδειγμένα δεν μπορεί να φοροδιαφύγει. Και αναρωτιέμαι: Έχει λογική αυτό; Γιατί δεν εξαιρείται από τα τεκμήρια; Από που αυτός ο μισθωτός μπορεί να έχει πρόσθετο εισόδημα; Και γιατί, εν πάση περιπτώσει, το οικονομικό επιτελείο επιβάλλει το ίδιο τέλος στο παραθαλάσσιο μαγαζί της Μυκόνου με τη μικρή ταβέρνα στο Περιστέρι;
 Εδώ, πλέον, τίθεται ένα άλλο ερώτημα: Υπάρχει άλλος δρόμος; Η απάντηση είναι ναι. Υπάρχει. Περιγράφεται αναλυτικά στην οικονομική πρόταση της ΝΔ (Ζάππειο ΙΙ). Τι συστατικά έχει αυτός ο άλλος δρόμος; Στροφή στην οικονομική πολιτική, στην πράξη όμως. Με πραγματική περικοπή του χαοτικού δημόσιου τομέα που παραμένει σπάταλος και αναποτελεσματικός, με κόψιμο προκλητικών προνομίων που σε πείσμα των καιρών διατηρούν επιχειρήσεις που είναι υπό τον έλεγχο του Δημοσίου, με μεταρρυθμίσεις όχι στη θεωρία αλλά σε πρακτικό επίπεδο, με αποκρατικοποιήσεις χωρίς άλλη καθυστέρηση, με αξιοποίηση εκείνων των τμημάτων της δημόσιας περιουσίας που μπορούν να φέρουν άμεσα έσοδα και θέσεις εργασίας.
 Αν αυτά δεν συμβούν, και δεν σας κρύβω πως δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος ότι η παρούσα Κυβέρνηση αφενός θέλει και αφετέρου μπορεί, τότε θα είμαστε στον ίδιο, λάθος δρόμο και μόνη λύση θα είναι οι εκλογές...