Περισσότερα από 2 δις ευρώ πάνω από τα προϋπολογισθέντα, κόστισε στο ελληνικό Δημόσιο η μεταβίβαση της «καλής» ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς! Αυτό αποκαλύπτεται από την
απάντηση του Όλι Ρεν σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Χουντή, σε σχέση με το μέγεθος της επιβάρυνσης που υπέστη το ελληνικό δημόσιο κατά τη μεταβίβαση της «καλής» ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς. Στην απάντηση του ευρωπαίου Επίτροπου αναδεικνύεται το τραγικό γεγονός ότι, εν μέσω κρίσης, η ελληνική οικονομία «αποζημιώνει» την Τράπεζα Πειραιώς για τη μεταβίβαση της Αγροτικής, δίνοντάς της και επιπλέον «αέρα» μερικών δις ευρώ!
Στην ερώτησή του, ο Νίκος Χουντής επεσήμαινε, με συγκεκριμένα στοιχεία ότι, «Η πώληση της Αγροτικής Τράπεζας στην Τράπεζα Πειραιώς κόστισε στο ελληνικό Δημόσιο πάνω από 9 δισεκατομμύρια ευρώ». Την άποψή του αυτή, υποστήριζε εξηγώντας ότι, στο επίσημο ποσό των 7.470.717.000 ευρώ που προέκυπτε από τη διαφορά ενεργητικού και παθητικού κατά την οριστική αποτίμηση της ΑΤΕ στις 28-1-2013, δεν είχαν συνυπολογισθεί «570.000.000 ευρώ για αύξηση κεφαλαίου, 300.000.000 ευρώ από το κέρδος της πώλησης των ομολόγων στο ελληνικό Δημόσιο, 200.000.000 ευρώ από την υπεραξία των μετοχών της ΑΤΕ που μεταβιβάσθηκαν στην Τράπεζα Πειραιώς, αλλά και μέρος των προβλέψεων της ΑΤΕ, το σύνολο των οποίων στις 30-6-2012 ήταν 3,1 δισεκατομμύρια ευρώ».
Στη συνέχεια της ερώτησής του, ο Νίκος Χουντής ζητούσε να μάθει εάν τα ανωτέρω ποσά συμψηφίστηκαν στα 7.470.717.000 ευρώ της διαφοράς ενεργητικού παθητικού που προέκυψε κατά την οριστική αποτίμηση της ΑΤΕ.
Στην απάντησή του, ο Όλι Ρεν, αποδεχόμενος ουσιαστικά την άποψη του Νίκου Χουντή ότι το συνολικό κόστος της μεταβίβασης ήταν μεγαλύτερο από 9 δις ευρώ, εξηγεί τους λόγους που τα ανωτέρω ποσά δε συνυπολογίστηκαν στην οριστική αποτίμηση της ΑΤΕ, επισημαίνοντας ότι:
«Η Τράπεζα της Ελλάδας προβαίνει σε μία αρχική εκτίμηση του κενού χρηματοδότησης που βασίζεται σε συντηρητικές υποθέσεις», «Τα γεγονότα που ακολουθούν την ημερομηνία της απόφασης δεν λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία εκτίμησης για τον προσδιορισμό του τελικού κενού χρηματοδότησης».
«Για το σκοπό αυτό, ο ελεγκτής αποτιμά τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες στις 27 Ιουλίου 2012, ενώ κάθε πιθανή απώλεια ή κέρδος που προκύπτει από γεγονότα που συμβαίνουν μετά την ημερομηνία της απόφασης, δεν λαμβάνεται υπόψη».
«Οι προβλέψεις που θα διατεθούν για τα «κακά» δάνεια που βαρύνουν τον οργανισμό αποτιμώνται με βάση την εκκαθάριση, ενώ οι πόροι που θα διατεθούν για τα «καλά» είναι εύλογης αξίας».
Καταλήγοντας στην απάντησή του, ο Όλι Ρεν, παραπέμπει για περισσότερες πληροφορίες, «στην τοπική αρχή που εξέδωσε την απόφαση, που εμπίπτει στη δικαιοδοσία της Τράπεζας της Ελλάδας».
Με αφορμή την απάντηση του Όλι Ρεν, ο Νίκος Χουντής έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι, ενώ το «κόλπο» της διάσπασης της Αγροτικής Τράπεζας και της μεταβίβασης των υγιών της στοιχείων στην Τράπεζα Πειραιώς, υποτίθεται ότι θα κόστιζε περίπου 7 δις ευρώ, τελικά κόστισε στους έλληνες φορολογούμενους, πέρα από την απώλεια της ίδιας της ΑΤΕ, περισσότερα από 9 δις ευρώ!
Το πιο προκλητικό για την κοινή λογική είναι ότι, με βάση την Έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδας για την Ανακεφαλαιοποίηση και την Αναδιάταξη του Τραπεζικού Τομέα, που έδωσε στη δημοσιότητα στις 27/12/2012, η ΑΤΕ θα μπορούσε να είχε ανακεφαλαιοποιηθεί με 4,92 δις ευρώ, και αν λάβουμε υπόψη τις υπεραξίες ομολόγων και μετοχών από το Δεκέμβριο του 2011 έως το Δεκέμβριο του 2012, με 3,8 δις ευρώ.
Προκύπτει δηλαδή ότι, με πολύ λιγότερα κεφάλαια, η Αγροτική Τράπεζα θα μπορούσε να ανακεφαλαιοποιηθεί και να συνεχίσει να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής αγροτικής οικονομίας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Σημειώνουμε ότι η ίδια «στρατηγική» εφαρμόσθηκε και εφαρμόζεται και για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, με αποτέλεσμα να γινόμαστε μάρτυρες μίας διελκυστίνδας, με θύμα το ΤΤ και τον έλληνα φορολογούμενο.
Είναι επιτακτική λοιπόν η ανάγκη, να δοθούν σαφείς και ξεκάθαρες απαντήσεις από την Τράπεζα της Ελλάδας και τον Υπουργό Οικονομικών στο εξής απλό ερώτημα: Γιατί προτιμήθηκε η λύση της μεταβίβασης της ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς με το τεράστιο αυτό κόστος, και όχι η λύση της απευθείας ανακεφαλαιοποίησής της;»