Ουδείς πίστεψε ποτέ πως ο δρόμος προς την επίλυση του Κυπριακού θα ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα.
Είναι γνωστό πως είναι πολύ δύσκολο να θεραπεύσεις τις συνέπειες ενός πολέμου με ειρηνικά μέσα.
Πολύ περισσότερο όταν έχεις να κάνεις με την Τουρκία, που δεκαετίες τώρα υποστηρίζει πως «η Κύπρος είναι η ασφάλειά μας».
Έτσι, ανησυχία έχουν προκαλέσει μια είδηση και μια πληροφορία.
Η είδηση είναι πως ο Κύπριος Πρόεδρος Αναστασιάδης δήλωσε την περασμένη Κυριακή πως αν και έχει περάσει πάνω από μήνας από την έναρξη, στις 11 Φεβρουαρίου, του νέου κύκλου διαπραγματεύσεων στη βάση ενός συμφωνημένου προσχεδίου, «δεν είναι τόσο ενθαρρυντικές όσο θα θέλαμε οι πρώτες ενδείξεις στον δικοινοτικό διάλογο που μόλις άρχισε».
Και η πληροφορία είναι πως υπάρχουν «κύκλοι» στην ΕΕ που
εισηγούνται και επαναφέρουν θέμα απευθείας εμπορίου με τα Κατεχόμενα «σε δοκιμαστική βάση».
Η Λευκωσία δεν πρόκειται να δεχθεί κάτι τέτοιο και αυτό θα ξεκαθαρίσει σήμερα, στη συνάντηση που θα έχει στις Βρυξέλλες ο κ. Αναστασιάδης με τον αρμόδιο για τη διεύρυνση Επίτροπο Στέφαν Φούλε.
Τέτοιες παρεμβάσεις την ώρα των διαπραγματεύσεων αποδεικνύουν πως ασκούνται πιέσεις από την πλευρά διαφόρων λόμπι και συμφερόντων.
Αποδεικνύουν επίσης ότι αυτή την ώρα η ενότητα στην Κύπρο και η αποφυγή κάθε είδους διχαστικών προσπαθειών, παραμένει ζωτικής σημασίας.
Αλλά και το μεγάλο ζητούμενο.
Δυστυχώς, το εσωτερικό μέτωπο δεν είναι αρραγές – ειδικά μετά την απόφαση του προέδρου του ΔΗΚΟ Ν. Παπαδόπουλου να εγκαταλείψει την κυβέρνηση, στις 27 Φεβρουαρίου, γεγονός που έχει προκαλέσει μεγάλους κλυδωνισμούς μέσα στο ίδιο του το κόμμα.
Στις 2 Μαρτίου, ο προερχόμενος από το ΔΗΚΟ υπουργός Ενέργειας Γ. Λακκοτρύπης, ο οποίος είχε υπακούσει στην εντολή του κ. Παπαδόπουλου και είχε παραιτηθεί (μαζί με τους υπουργούς Άμυνας, Υγείας και Παιδείας), αποχώρησε από το κόμμα.
Στις 10 Μαρτίου από το ΔΗΚΟ αποχώρησαν και οι παραιτηθέντες υπουργοί Άμυνας Φώτης Φωτίου, Παιδείας Κυριάκος Κενεβέζος και Υγείας Πέτρος Πετρίδης, που μάλιστα ήσαν ηγετικά στελέχη του κόμματος.
Και αυτοί διαφώνησαν με την αποχώρηση του ΔΗΚΟ από την κυβέρνηση, κάνοντας μάλιστα λόγο «για προειλημμένη απόφαση, η οποία εξυπηρετεί συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες και ουδόλως το καλώς νοούμενο συμφέρον της πατρίδας μας».
Όπως ανέφεραν, το ΔΗΚΟ, ως συγκυβερνών κόμμα, τώρα περισσότερο από ποτέ, έπρεπε να συμμετέχει στην προσπάθεια επίτευξης λύσης του Κυπριακού, καθώς και στις προσπάθειες ανάκαμψης της οικονομίας, προασπίζοντας τα συμφέροντα του Κυπριακού Ελληνισμού.
Όπως ανέφεραν, το ΔΗΚΟ, ως συγκυβερνών κόμμα, τώρα περισσότερο από ποτέ, έπρεπε να συμμετέχει στην προσπάθεια επίτευξης λύσης του Κυπριακού, καθώς και στις προσπάθειες ανάκαμψης της οικονομίας, προασπίζοντας τα συμφέροντα του Κυπριακού Ελληνισμού.
Μια μέρα νωρίτερα, ο τέως πρόεδρος του κόμματος και νυν αντιπρόεδρος Μάριος Καρογιάν, δεν δίστασε να πει πως αν συνεχισθεί η ίδια κατάσταση στο κόμμα υπάρχει κίνδυνος διάσπασής του.
Με την πολιτική που ακολουθεί ο Ν. Παπαδόπουλος είχε ήδη διαφωνήσει και η βουλευτής του κόμματος Αθηνά Κυριακίδου, απορρίπτοντας πρόταση να περιληφθεί στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος.
Φυσικά, ο Ν. Παπαδόπουλος δεν μπορούσε παρά να επιμείνει στο λάθος.
Φυσικά, ο Ν. Παπαδόπουλος δεν μπορούσε παρά να επιμείνει στο λάθος.
Και στις 12 Μαρτίου, ο Ν. Αναστασιάδης προχώρησε σε μίνι ανασχηματισμό, επαναφέροντας στη θέση του τον επιτυχημένο υπουργό Ενέργειας Γ. Λακκοτρύπη και τοποθετώντας στη θέση του υπουργού Συγκοινωνιών το μέλος του ΔΗΚΟ, Μάριο Δημητριάδη.
Είχε προηγηθεί έντονο παρασκήνιο, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Αναστασιάδης σκόπευε να διατηρήσει στις θέσεις τους και τους τέσσερις υπουργούς του ΔΗΚΟ, που στο μεταξύ είχαν παραιτηθεί από το κόμμα τους.
Τελικά, δεν το έκανε, καθώς υπήρξαν έντονες επικρίσεις τόσο από τα ΜΜΕ, όσο και στο εσωτερικό του δικού του κόμματος, του ΔΗΣΥ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το ΔΗΚΟ αντέδρασε έντονα στην απόφαση Αναστασιάδη να διατηρήσει στο υπουργείο Ενέργειας τον Γιώργο Λακκοτρύπη και να διορίσει υπουργό Συγκοινωνιών το μέλος του κόμματος Μάριο Δημητριάδη.
Ο Νικόλας Παπαδόπουλος έκανε λόγο για «πρωτοφανή, αντιδεοντολογική και μικροπολιτική παρέμβαση στα εσωτερικά του κόμματος», διαγράφοντας παράλληλα τον κ. Δημητριάδη από μέλος του κόμματος.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης δήλωσε πως στην απόφασή του μέτρησε το γεγονός ότι ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας λειτουργεί ως θεματοφύλακας της ενότητας και το συμφέρον του τόπου και όχι τα διάφορα κομματικά παίγνια και οι κανόνες της πολιτικής ηθικής, «όπως διαπλάστηκαν στο πολιτικό μας σύστημα».
Μέσα στη σύγχυση, παραιτήθηκε και ο από καιρού ευρισκόμενος σε σύγκρουση με τον κ. Αναστασιάδη διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου Πανίκος Δημητριάδης, ο οποίος είχε βρεθεί στο στόχαστρο επικρίσεων για τον τρόπο που χειρίστηκε τα θέματα του τραπεζικού συστήματος μετά την αναδιάρθρωσή του, καθώς και για τους όρους εντολής προς την PIMCO, όσον αφορά την έρευνά της για το ύψος του ποσού που θα χρειάζονταν οι τράπεζες για ανακεφαλαιοποίηση.
Αν εξαιρέσουμε το χαρμόσυνο γεγονός ότι η Κύπρος απέκτησε την πρώτη γυναίκα διοικητή Κεντρικής Τράπεζας, την Χρυστάλλα Γιωρκάτζη, όλα τα υπόλοιπα είναι πολύ θλιβερά διχαστικά φαινόμενα.
Που καθίστανται ακόμη θλιβερότερα, αφού, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», το 71% των Ελληνοκυπρίων τοποθετείται υπέρ της επανέναρξης του διαλόγου με στόχο την εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό και το 24% εκφράζει αντίθεση στο κοινό ανακοινωθέν του προέδρου Αναστασιάδη και του Τουρκοκύπριου, Ντερβίς Έρογλου.
Αλλά και επειδή οι πιέσεις που ασκούνται τόσο από τα διάφορα ευρωπαϊκά λόμπι, όσο και από τον ΟΗΕ, απαιτούν απόλυτη ηρεμία και σύμπνοια στο εσωτερικό μέτωπο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σύμφωνα με τον συνεργάτη του ραδιοσταθμού «Άστρα», στα Κατεχόμενα, Χασάν Καφετζίογλου, είναι πως τα ελληνικά άρχισαν να διδάσκονται ως υποχρεωτικό μάθημα στα δημοτικά σχολεία στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, ενώ το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο αποφάσισε την κατάργηση του έντονα εθνικιστικού πρωινού όρκου που έδιναν οι μαθητές των Δημοτικών Σχολείων, δηλώνοντας την υπερηφάνεια τους για την τουρκική καταγωγή τους.
Επιπλέον, με άλλη απόφασή του, το Συμβούλιο αποφάσισε να μην λειτουργήσει η Θεολογική Σχολή Χαλάλ Σουλτάν.
Συμπέρασμα: Η ενότητα σε επίπεδο ηγεσίας και λαού απαιτείται και στις καλές και στις δύσκολες στιγμές.
Αν δεν υπάρξει, τότε η Κύπρος θα απειληθεί από τον «Αττίλα του Διχασμού»…
Αν δεν υπάρξει, τότε η Κύπρος θα απειληθεί από τον «Αττίλα του Διχασμού»…