Αντώνης Ι. Ζαρκανέλας (Δρ)
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
Είναι Μάρτιος του 1946. Ο Ζαχαριάδης καθοδόν για την Πράγα παραμένει για κανα-δυο ημέρες στη Θεσσαλονίκη. Συναντάται με τον α’ γραμματέα του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ Λ. Στρίγκο και τον β’ γραμματέα (οργανωτικού) Μάρκο Βαφειάδη. Σε σύσκεψη που
πραγματοποιείται, τους δίνει εντολή, κατά τη διάρκεια της απουσίας του και ως την ημέρα των εκλογών, να «…οργάνωναν και να εξαπέλυαν σε κάποιο σημείο της Μακεδονίας ένα ισχυρό και θεαματικό κτύπημα με διωκόμενους αγωνιστές που ως τότε κρύβονταν αδρανείς «στο κλαρί». (Σ. Γρηγοριάδης, 1979). Ο Ζαχαριάδης πριν την Πράγα επισκέπτεται για πρώτη φορά το στρατόπεδο του Μπούλκες, πόλη που βρίσκεται περίπου 100 χλμ. βορείως του Βελιγραδίου, εκφωνώντας μακρύ λόγο στις μερικές χιλιάδες ανταρτών που είχαν καταφύγει εκεί, μετά τη Βάρκιζα, για να σωθούν οι πιστότεροι του κόμματος και να εκπαιδευτούν για τον επόμενο γύρο (Αβέρωφ-Τοσίτσα, 1973).
Η επιχείρηση είχε διαταχθεί και επιλέχθηκε κατά τον Βαφειάδη (1992) το Λιτόχωρο για να «…δοθεί ένα σκληρό μάθημα σε ομάδα «ταγματασφαλιτών» που τρομοκρατούσε την περιοχή του Λιτοχώρου».«Από την επομένη κιόλας της αναχώρησης του Ζαχαριάδη για την Πράγα το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ καταπιάστηκε με την εκτέλεση της εντολής» όπως αναφέρει ο αριστερός Γρηγοριάδης (1979) ( σελ. 54). Η οργάνωση της επίθεσης ανατέθηκε στον καπετάνιο Υψηλάντη (Ρότσιος) και τον Πάνο. Η επίθεση επρόκειτο να γίνει λίγες ημέρες προ των εκλογών αλλά «…επειδή οι «μοναρχοφασίστες» δεν βρέθηκαν στα στέκια τους», η επίθεση αναβλήθηκε και συνέπεσε με τις εκλογές, οπότε έλαβε αναπόφευκτα και «κάποια πολιτική απόχρωση.. Θεωρήθηκε η επίθεση σαν αντιπερισπασμός στην (εικαζόμενη) προεκλογική βία της Δεξιάς ή και αντίστροφα, για να τρομοκρατήσει από την πλευρά του (του ΚΚΕ εννοείται) τους εκλογείς, ώστε να μην προσέλθουν στις κάλπες». (Ζαούσης, 1992). Η επίθεση στο Λιτόχωρο ήταν και τυπικά η έναρξη του Τρίτου Γύρου.
Δικαιολογία κατά τους κομμουνιστές, τότε και τώρα, αλλά και για την κομμουνιστογενή βιβλιογραφία, για την επίθεση στο Λιτόχωρο ήταν γενικά η «λευκή τρομοκρατία της δεξιάς» μετά την Βάρκιζα ή η προεκλογική βία της Δεξιάς γενικά σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα η τρομοκρατία που ασκούσαν «ταγματασφαλίτες» σε «ολόκληρη την περιοχή του Λιτοχώρου».
Υπάρχουν πια τώρα, μελετώντας τις πηγές κομμουνιστών συγγραφέων και κομματικών στελεχών, πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η απόφαση για την έναρξη του Τρίτου γύρου ήταν προαποφασισμένη καιρό πριν και προσχηματικά χρησιμοποιείται η βία εκ μέρους της δεξιάς ως η αιτία. Ας δούμε μερικά σημεία ενδεικτικά που δείχνουν ότι οι αποφάσεις ήταν προαποφασισμένες πολύ πριν υπάρξει η εκδήλωση οποιασδήποτε «τρομοκρατίας» εκ μέρους της δεξιάς και μάλιστα σε βαθμό που να δικαιολογεί την έναρξη του Συμμοριτοπολέμου:
1. 24 Αυγούστου 1945 στο στάδιο της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη σε πρωτοφανή σε όγκο και δυναμισμό συγκέντρωση ο Ζαχαριάδης έλεγε: «Αν η κατάσταση δεν αλλάξει γρήγορα… θα απαντήσουμε στο μοναρχοφασισμό με τα ίδια μέσα στις πόλεις και στα βουνά. Και αν το απαιτήσει το υπέρτατο συμφέρον του λαού, θα ξανακουστεί στις κορυφές και στα λαγκάδια το δοξασμένο: «Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα». (Γρηγοριάδης, Σ., 1979)
2. Το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ, που συνήλθε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1945, εξέλεξε το νέο πολιτικό Γραφείο του κόμματος, που ήταν ακριβώς το ίδιο πλην ενός, που προσετέθη τώρα: Ο Στέργιος Αναστασιάδης (Πετρίτης), που ήταν ο υπεύθυνος του παράνομου μηχανισμού και της οργάνωσης Αυτοάμυνα-ΟΠΛΑ. Την απότομη άνοδό του στο ανώτατο όργανο του κόμματος, εκ των υστέρων, «…θεωρούν νέο προπαρασκευαστικό μέτρο της επανάστασης». (Γρηγοριάδης, Σ., 1979).
3. Στα πλαίσια του 7ου Συνεδρίου ο Μήτσος Παρτσαλίδης αναφέρθηκε στην κεντρική του ομιλία «στο ειρηνικό πέρασμα προς τον σοσιαλισμό». Όμως ο Ζαχαριάδης επέκρινε τη θέση αυτή του Παρτσαλίδη και για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις είπε: «Πρέπει να τονιστεί πως υπάρχει δυνατότητα για ειρηνικό πέρασμα, αλλ΄ όχι βεβαιότητα… Μια δυνατότητα που απομακρύνεται όλο και περισσότερο με κάθε μέρα που περνά…»(Γρηγοριάδης, Σ., 1979).
4. Στις 12 Φεβρουαρίου του 1946 συνήλθε η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ με θέματα σχετικά με το πολιτικό πρόβλημα και τις επικείμενες εκλογές. Υπήρχε μάλιστα ένα κενό στη απόφαση εκείνη που θεωρήθηκε ότι οφείλονταν σε τυπογραφική αβλεψία – αλλά πρέπει να ήταν εσκεμμένη παράλειψη-, το οποίο μιλούσε: «…για την ένοπλη αντίσταση στην εξοντωτική μοναρχοφασιστική έφοδο. Για την οργάνωση της ένοπλης λαϊκής πάλης. Για το Δεύτερο αντάρτικο» (Γρηγοριάδης, Σ., 1979). Αργότερα, το 1950, ο Ζαχαριάδης στην μπροσούρα του «Καινούργια κατάσταση, καινούργια καθήκοντα» επιβεβαιώνοντας τα ανωτέρω αναφέρει: «(Η 2η Ολομέλεια) αφού στάθμισε εσωτερικούς παράγοντες, βαλκανική και διεθνή κατάσταση, αποφάσισε να προχωρήσει στην οργάνωση της νέας ένοπλης λαϊκής πάλης ενάντια στο μοναρχοφασιστικό αφηνιασμό».(Ζαχαριάδης, 1950).
5. Από την Βάρκιζα και μέχρι το Λιτόχωρο το Κομμουνιστικό κόμμα οργανώνει το 7οΣυνέδριό του σε συνθήκες τέτοιας ασφάλειας, νομιμότητας και ελευθερίας που τα στελέχη του«…δυσκολεύονταν να πιστέψουν...» (Γρηγοριάδης, 1979, σελ. 34), με μεγάλες συγκεντρώσεις σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη και σ’ όλες τις πόλεις της Ελλάδας, την πραγματοποίηση συνεδρίων όπως π.χ. το 8ου Πανελλαδικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, το Πανελλαδικό Συνέδριο του ΑΚΕ, το 1ο Πανελλαδικό Συνέδριο Δημοκρατικών Συλλόγων, το 1οΠανελλαδικό των Γυναικών κλπ., απεργίες, διαδηλώσεις, πικετοφορίες κλπ (Μπαρτζιώτας, 1985). Ο οργασμός, λοιπόν, μετά τη «…Βάρκιζα. Πολιτική και οργανωτική δουλειά του ΚΚΕ… (που).. δεν συμβιβάζεται με τη θεωρία του «μονόπλευρου εμφυλίου» που κατέστησε, τάχα αναπόφευκτο τον Εμφύλιο πόλεμο» αναφέρει ο Τάκης Λαζαρίδης στο βιβλίο του «Ευτυχώς ηττηθήκαμε Σύντροφοι» (σελ.127).
6. Ο Τάκης Λαζαρίδης αναφέρει στο ίδιο βιβλίο, σελ. 126, ότι ενώ είναι γεγονός ότι «…μετά τη Βάρκιζα εξαπολύθηκε μια εκδικητική τρομοκρατία, ιδιαίτερα στην ύπαιθρο» αυτή δεν ήταν «…σε σημείο που να καθιστά αναπόφευκτο τον εμφύλιο». Την αλήθεια αυτή αναγνώρισε, συνεχίζει, «αργότερα η 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ, το 1956, δεχόμενη ότι «…ο εμφύλιος δεν ήταν αναπόφευκτος, ότι οι μάζες δεν είχαν πειστεί για την αναγκαιότητά του και ότι καθοριστικό ρόλο που οδήγησε στον εμφύλιο ήταν η αποχή από τις εκλογές του 1946».
7. Η απόφαση για αποχή από τις εκλογές είχε, απ’ ό,τι φαίνεται, προαποφασιστεί από τον Ζαχαριάδη παρά το ότι η άποψη της Μόσχας, της οποίας ζητήθηκε η γνώμη, ήταν συμβουλευτική μεν αλλά αρνητική δε. Ο Παρτσαλίδης που είχε σταλεί για τον σκοπό αυτό στη Μόσχα, είχε πεισθεί για την ορθότητα της «συμβουλής» της Μόσχας ότι έπρεπε να πάρει μέρος το ΚΚΕ στις εκλογές του Μαρτίου 1946… Όμως η εκρηκτική αντίδραση του Ζαχαριάδηότι «…γι’ αυτά τα πράγματα εμείς θα αποφασίσουμε. Δεν υπάρχει πια Κομμουνιστική Διεθνής»…, επέβαλε τη σιωπή στο Πολιτικό Γραφείου το οποίο και αποφάσισε αποχή. (Παρτσαλίδης: Συνέντευξη στην Εφημερίδα «Αυγή» 2-3-1976. Βαφειάδης: Συνέντευξη στο περιοδικό «Επίκαιρα» 2-12-1976).
Ας δούμε όμως γιατί άραγε τον Μάρτιο του 1946 επιλέχθηκε το Λιτόχωρο προκειμένου να γίνει η επίθεση ανταρτών εναντίον του αστυνομικού σταθμού και να ξεκινήσει από εκεί ο τρίτος γύρος του εμφυλίου πολέμου; Τι ήταν εκείνο που ξεχώριζε το Λιτόχωρο από άλλες περιοχές; Ο πλέον αρμόδιος, ο Μ. Βαφειάδης δίνει τα «κριτήρια» που χρησιμοποιήθηκαν: Για να «…δοθεί ένα σκληρό μάθημα σε ομάδα «ταγματασφαλιτών» που τρομοκρατούσε την περιοχή του Λιτοχώρου» και για κτυπηθούν κάποιοι «μοναρχοφασίστες» Λιτοχωρινοί οι οποίοι επειδή «…δεν βρέθηκαν στα στέκια τους», αναβλήθηκε η επιχείρηση και δεν έγινε νωρίτερα.
Καταρχήν, οι «ταγματασφαλίτες» και «μοναρχοφασίστες», που αναφέρει ο Βαφειάδης, ήταν Λιτοχωρινοί ή ξένοι; Ήταν κάποιοι συγκεκριμένοι; Και αν ναι, δεν θα ήταν πολύ εύκολο να τους πιάσουν και να τους τιμωρήσουν, όπως πολύ καλά γνώριζαν να κάνουν οι αντάρτες, από το να επιτεθούν στο Κράτος; Μήπως, δεν ήταν σκοπός τους η τιμωρία κάποιων «ταγματασφαλιτών» αλλά η, δια της «επαναστάσεως», κατάληψη της εξουσίας;
Για να δούμε, όμως, από τα στοιχεία που υπάρχουν σήμερα, τι ήταν το Λιτόχωρο τότε; Ποια ήταν η σύνθεση των κομμάτων στο Λιτόχωρο προπολεμικά; Τρομοκρατούνταν πράγματι το Λιτόχωρο στην περίοδο από την Βάρκιζα μέχρι την επίθεση τόσο που να δικαιολογεί την επιλογή του για την επίθεση;
Για το αν υπήρξε τρομοκρατία στο Λιτόχωρο την περίοδο από τη Βάρκιζα (12 Φεβρουαρίου 1945) και μέχρι τον Μάρτιο του 1947 θα βασιστούμε στην πιο αυθεντική πηγή: Το Υπόμνημα που υπέβαλε ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας στον ΟΗΕ τον Μάρτιο του 1947 και είχε τίτλο: «ΕΤΣΙ ΑΡΧΙΣΕ Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ». Το Υπόμνημα - Έκθεση υπογράφεται από τον Μάρκο Βαφειάδη ως Γενικού Αρχηγού του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και αναφέρεται στην «τρομοκρατία της Δεξιάς» μεταξύ 1945 και 1947 σε όλη τη χώρα, χωριστά για κάθε περιοχή. Στις σελίδες 177-183 και υπό τον τίτλο «Περιοχή Αρχηγείου Πιερίων – Ολύμπου» αναφέρεται στην περιοχή μας. Το Λιτόχωρο δεν φαίνεται από τα στοιχεία της έκθεσης να έχει τρομοκρατηθεί ιδιαίτερα είτε από «ταγματασφαλίτες» Λιτοχωρινούς ή ξένους. Ειδικά για το Λιτόχωρο αναφέρει ότι: «Σκοτώθηκαν από νάρκη σαν όμηροι, που τοποθετήθηκαν σε αυτοκίνητα εμπροσθοφυλακής τμήματος στρατού εν κινήσει οι Χατζημανώλης Αργύριος, Φαρμάκης Δημ.,». Το Λιτόχωρο δεν αναφέρεται πουθενά αλλού: Π.χ. δεν υπήρξαν απόπειρες δολοφονιών, συλλήψεις, φυλακίσεις, ξυλοδαρμοί, βασανιστήρια κλπ παρά μόνον ότι υπήρξαν 35 εξορισθέντες, χωρίς άλλα στοιχεία. Επομένως, όπως λέει και ο Ζαούσης, ο οποίος έκανε και έρευνα στην ευρύτερη περιοχή Ραψάνη, Πυργετό κλπ «…τα περί μεγάλης τρομοκρατίας των ακροδεξιών στην περιοχή Λιτοχώρου είναι προφάσεις εν αμαρτίαις και η επιλογή του Λιτοχώρου δεν έχει σχέση μ΄αυτήν».
Το Λιτόχωρο ήταν πάντα ένα Χωριό φιλήσυχο με κατοίκους που πάντοτε τους διέκρινε αυξημένο αίσθημα Εθνικής ευθύνης. Οι Λιτοχωρινοί είναι γενικώς εξωστρεφείς, εκδηλωτικοί, φιλήσυχοι, εργατικοί, πιστοί Χριστιανοί –ακόμα και οι πιο «ακραίοι» Κομμουνιστές –, ατομικιστές, αλλά και προοδευτικοί με την πραγματική και όχι την αγοραία έννοια της αριστεράς, φιλοπάτριδες, με μόνον μειονέκτημα τον υπέρμετρο τοπικισμό… Οι Λιτοχωρινοί κομμουνιστές επειδή τα έχουν όλα αυτά δεν είναι Διεθνιστές αλλά Εθνικιστές κομμουνιστές, εθνικόφρονες κομμουνιστές.
Είναι ένα από τα λίγα χωριά που αν και ορεινό έχει να επιδείξει σημαντική ναυτική δραστηριότητα που περιγράφεται και αποτυπώνεται στο αξιόλογο Ναυτικό Μουσείο Λιτοχώρου. Στους Εθνικούς αγώνες η συμβολή του ήταν αισθητή αρχίζοντας ιδιαίτερα από την Επανάσταση του Ολύμπου, τη βύθιση –στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού Πολέμου– του τουρκικού θωρηκτού «Φετχί Μπουλέντ» 3000 τόνων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης από τον Υποπλοίαρχο, τότε Ν. Βότση και την ιδιαίτερη συμβολή δύο έμπειρων και ριψοκίνδυνων Λιτοχωρινών πλοηγών.
Όσον αφορά τις πολιτικές προτιμήσεις των Λιτοχωριτών, αυτές προπολεμικά ταυτίζονταν περισσότερο με το κοινωνιολογικό προφίλ που περιγράφεται παραπάνω παρά με αυτό που παρουσίασε η Αριστερά. Ο Γιάννης Βλαχόπουλος, ως νέος αλλά κυρίως λόγω χαρακτήρος δεν μπορούσε να απουσιάσει από το προσκλητήριο της εποχής εκείνης. Εντάχθηκε στο ΕΑΜ και έγινε οικονομικός υπεύθυνος της νότιας Πιερίας, από τον Λόφο μέχρι την Πούρλια. Έζησε, είδε και άκουσε πολλά. «Θα έχαναν τον ύπνο τους πολλοί αν εκείνοι οι νοτιοελλαδίτες χωροφύλακες που, αμέσως μετά τη Βάρκιζα, μπήκαν σαν αγρίμια μέσα στο σπίτι, δεν μου έπαιρναν όλα τα τετράδια με τα στοιχεία της διαχείρισης που κρατούσα» μου είπε σε μία πολύωρη συνέντευξη που παραχώρησε. «Το Λιτόχωρο»,μου εκμυστηρεύτηκε, «ήταν προπολεμικά δεξιό χωριό και Βασιλικό. Στις εκλογές του 1935 είχε δώσει γύρω στους 2250 ψήφους στο Λαϊκό Κόμμα, 250 στο κόμμα των Φιλελευθέρων και 60 στο ΚΚΕ. Με άλλα λόγια το Λαϊκό Κόμμα είχε, στις εκλογές του 1936, ποσοστό 87%, το δε ΚΚΕ 2.34%, που ήταν το 1/2 του ποσοστού που έλαβε το ΚΚΕ πανελλαδικά!!!». Μεταπολεμικά άλλαξε αυτό και ενισχύθηκε το ΚΚΕ γιατί «οι νικητές» αντιμετώπισαν το Λιτόχωρο και τους Λιτοχωρίτες σαν να έφταιγαν αυτοί για την επιλογή του Ζαχαριάδη και των άλλων. «Και τους έδιωξαν με τις βλακείες τους»!
Ακόμη και αυτοί οι λίγοι κομμουνιστές που υπήρχαν, όταν μπήκαν οι Γερμανοί, όφειλαν την ύπαρξη τους, κατά τον Βλαχόπουλο, στο ότι: «Με την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα η Αστυνομία διαλύθηκε κι έφυγε. Ύστερα από μερικούς μήνες ξαναδημιουργήθηκε αλλά έκανε το εξής λάθος. Άρχισε να κυνηγάει τους Κομμουνιστάς, αυτούς τους λίγους, πολύ λίγους που είχε το Λιτόχωρο. Όπως έκανε ο Μεταξάς, αλλά όχι οργανωμένα όπως εκείνος. Έτσι αυτοί οι λίγοι Λιτοχωρίτες κομμουνιστές για να μην συλληφθούν άρχισαν να μετακινούνται από εδώ και από εκεί, από το χωριό στον Όλυμπο και πίσω».
«Η άγνοια, η φτώχεια και η αδιακρισία της αστυνομίας έκανε και κάποιους που δεν ήταν κομμουνιστές να κρύβονται στο βουνό. Τότε εμφανίστηκε ο Γιάννης Στάθης, από την Καρίτσα. Ο Στάθης είχε συγκεντρώσει καμιά 20ριά Εγγλέζους που είχαν ξεμείνει, που τους φύλαγε, δημιουργώντας μια ομάδα. Με τους δικούς μας που έφυγαν στο βουνό μετά, το Φθινόπωρο του 1942, ήρθε σε συμφωνία. Οι κομμουνιστές «προώθησαν» τον Στάθη σε «καπετάνιο» γιατί δεν είχαν καλλίτερο και έτσι δημιουργήθηκε», όπως θυμάται ο Βλαχόπουλος «…το πρώτο αντάρτικο, το άτυπο να το πω έτσι, εκεί στο Λιτόχωρο. Οι δεκαπέντε αυτοί Λιτοχωρινοί κομμουνιστές, δεν έγιναν ποτέ ούτε δεκάξι. Κανείς δεν τους πλησίαζε». Υπήρξαν αρκετοί Λιτοχωρίτες οι οποίοι θεώρησαν πως ήταν υποχρέωση προς την πατρίδα η συστράτευσή τους στο ΕΑΜ, όταν δεν είχε γίνει ακόμη γνωστός ο πραγματικός του ρόλος. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Βλαχόπουλος, που όμως και εκείνος και οι περισσότεροι διαχώρισαν την θέση τους και αποστασιοποιήθηκαν όταν έφυγαν οι γερμανοί και ιδιαίτερα μετά τα Δεκεμβριανά και τη Βάρκιζα.
Η επίθεση στο Λιτόχωρο πέτυχε τον στόχο: Την έναρξη του ένοπλου αγώνα εναντίον μιας νόμιμα εκλεγμένης Κυβέρνησης που προέκυψε από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946. Το περιστατικό της επίθεσης δεν αναδείχθηκε από τα μέσα ενημέρωσης εκείνης της εποχής αλλά «πνίγηκε» μέσα στον ορυμαγδό για τα αποτελέσματα των εκλογών. Το νέο αναφέρθηκε με μικρά γράμματα σε «δεύτερη» θέση στις αστικές εφημερίδες (π.χ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ κλπ) τις επόμενες, της επίθεσης, ημέρες. Αντίθετα ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, την 1η Απριλίου 1946 αλλά και τις επόμενες ημέρες, προσπάθησε να συγκαλύψει την επίθεση των ενόπλων αριστερών γράφοντας ότι πρόκειται για σκηνοθεσία της Κυβέρνησης και σαν προσπάθεια του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης να συσκοτίσει την πραγματική κατάσταση που επικρατούσε στην περιοχή που «υπέφερε από το τρομοκρατικό όργιο»….«ενός κάποιου Γαλή και ενός «κτηνάνθρωπου» ανθυπασπιστή της Χωροφυλακής στο Λιτόχωρο» (Ζαούσης,1999). Είναι λογικό να μην δοθεί ιδιαίτερη σημασία στο συγκεκριμένο περιστατικό, την ώρα εκείνη, καθώς σωρεία τέτοιων επιθέσεων ενόπλων κομμουνιστών αναφέρονταν καθημερινώς από τις εφημερίδες μετά τη Βάρκιζα, όμως αυτό το περιστατικό ήταν ένα καλά οργανωμένο και εκτελεσμένο σχέδιο, διότι είχε οργανωθεί από πολύ υψηλά… Και πήγαινε πολύ μακριά…
Με βάση τα ανωτέρω θεωρούμε πως ήταν άδικο να έχει επιλεγεί το Λιτόχωρο από το ΚΚΕ για μια τέτοια πράξη για την οποία μετάνιωσαν και αυτοί ακόμη οι Κομμουνιστές. Παραμένει μυστήριο γιατί επελέγη το Λιτόχωρο για την έναρξη μιας ανταρσίας. Ένα χωριό που του άξιζε, ούτως ή άλλως, να μείνει στην Ιστορία για να θυμίζει πιο ευχάριστες στιγμές για την Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, και έτσι ακόμα, οι νεκροί εκείνοι θα τιμώνται από το Έθνος γιατί έπεσαν για την πατρίδα, στο όνομα του, στο ένδοξο Λιτόχωρο..
Είναι όμως και τραγικό να μην εορτάζεται φανερά η ημέρα αυτή από το ίδιο κόμμα ως ημέρα ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗΣ αφού εκ των υστέρων παραδέχθηκε, επίσημα σε Συνέδριο του, πως ήταν λάθος η αποχή από τις εκλογές του 1946. Και να συντηρεί ένα κλίμα ανεκπλήρωτου ονείρου. Η συνύπαρξη παραδοχής ενός λάθους και, ταυτόχρονα, η απάρνησή του σημαίνει, τουλάχιστον, έλλειψη ειλικρίνειας ως προς την παραδοχή.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
ΑΝΩΝΥΜΟΣ, 1987. ΕΤΣΙ ΑΡΧΙΣΕ Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ. Η Τρομοκρατία μετά τη Βάρκιζα 1945-1947. Εκδόσεις ΓΛΑΡΟΣ.
ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ ΜΑΡΚΟΣ, 1992. ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ. Εκδόσεις: Παπαζήσης.
ΒΑΦΕΙΑΔΗΣ ΜΑΡΚΟΣ, 1976. Συνέντευξη στο περιοδικό Επίκαιρα (2-12-1976).
ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ Σ., 1979. Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ. Η Ελλάδα του 1945-1949. Εκδόσεις ΦΥΤΡΑΚΗΣ. ΖΑΟΥΣΗΣ, ΑΛ.Λ., 1999. Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ 1945-1949. Ο ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. Τόμος Α΄. Εκδόσεις ΩΚΕΑΝΙΔΑ.
ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ, Ν., 1950. ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ, ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ
ΜΠΑΡΤΖΙΩΤΑΣ, Β., 1985. Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ. Εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ.
ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗΣ, Μ., 1976. Συνέντευξη στην Εφημερίδα «Αυγή» (2-3-1976).