Αυτό που γνωρίζουμε, όμως, είναι ότι γίνεται διαπραγμάτευση.
Έχει δημιουργηθεί μια πολιτική επιτροπή διαπραγμάτευσης (αποτελούμενη από τους υπουργούς Οικονομικών, Εργασίας, Εμπορίου, τον κυβερνητικό εκπρόσωπο και τον υφυπουργό παρά τω προέδρω) – κάτι που εδώ στην Ελλάδα προσπαθούμε να δημιουργήσουμε σήμερα.
Έτσι, είναι βέβαιο ότι δεν θα βρεθούν υπουργοί - και μάλιστα αρμόδιοι – που θα δηλώσουν αργότερα πως δεν είχαν παρά τρεις ώρες να διαβάσουν το κυπριακό μνημόνιο.
Στο επίκεντρο των (κυπριακών) συζητήσεων, βρίσκονται από την αρχή κρίσιμα θέματα όπως η ΑΤΑ, το συνταξιοδοτικό, η επέκταση του ορίου αφυπηρέτησης, το Γενικό Σχέδιο Υγείας, η ανάγκη ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και η εποπτεία των τραπεζών και των συνεργατικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Δεν πρόκειται δηλαδή, να σερβιριστεί ένα μνημόνιο, το οποίο θα πρέπει να υπογραφεί άρον-άρον – και φαντάζομαι ότι δεν θα υπάρξει τροπολογία με την οποία θα δίδεται εν λευκώ εξουσιοδότηση να υπογράφει μόνο ο υπουργός των Οικονομικών οποιαδήποτε δανειακή σύμβαση.
Και δεν είναι μόνο αυτά. Η τρόικα συναντήθηκε και με τις συντεχνίες, τις κυπριακές συνδικαλιστικές οργανώσεις, που δήλωσαν πως δεν πρόκειται να αποδεχθούν κατάργηση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής, υπογραμμίζοντας πως προστατεύει τα εισοδήματα των εργαζομένων και συμβάλλει στην οικονομική και κοινωνική συνοχή.
Δεν γνωρίζουμε αν τελικά η ΑΤΑ θα αποδειχθεί αρκετά ανθεκτική στις πιέσεις της τρόικας.
Όμως, τα κυπριακά συνδικάτα δέχθηκαν να συναντήσουν τους εκπροσώπους των δανειστών – σε αντίθεση με τα δικά μας, που προτίμησαν την επαναστατική γυμναστική, χωρίς τελικά ούτε καν να αποπειραθούν να προστατέψουν το παραμικρό.
Φαντάζομαι ότι οι ηγεσίες των κυπριακών συνδικάτων δεν θεωρούνται, ούτε είναι «προδότες»!
Όπως προδοτικές δεν ήσαν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις της Πορτογαλίας, που επίσης συναντήθηκαν με την εκεί τρόικα.
Γνωρίζουν ότι η χώρα τους βρέθηκε σε δυσκολία και ζητά δάνειο.
Γνωρίζουν επίσης ότι τα δάνεια δεν δίδονται χωρίς όρους.
Για παράδειγμα, αν μια επιχείρηση ζητήσει ένα δάνειο, ο δανειστής – τράπεζα, ζητά ένα σχέδιο εξυγίανσης και απαιτεί αυτό να ακολουθηθεί πιστά, διαφορετικά η χρηματοδότηση διακόπτεται.
Και αυτό είναι κάτι που αποδέχεται ο δανειζόμενος, προκειμένου να λάβει το δάνειο.
Μάλιστα, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι όροι είναι αυστηροί, δεν επιδέχονται διαπραγμάτευση.
Στην περίπτωση δανεισμού κρατών, η διαπραγμάτευση είναι εκ των ων ουκ άνευ.
Αυτό το γνωρίζουν όλοι και το εκμεταλλεύονται – αντί να παριστάνουν τους ήρωες.
Στην Ελλάδα, οι μεγάλες συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν δέχθηκαν να συναντήσουν την τρόικα – αν και τους ζητήθηκε.
Την ίδια τακτική ακολουθεί τώρα και ο ΣΥΡΙΖΑ. Αρνήθηκε να συναντήσει την τρόικα, αν και, όπως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας είπε, αυτό ζητήθηκε.
Οπότε, τι νόημα έχει να επαναλαμβάνουν (όλα τα στελέχη του) πως η κυβέρνηση πρέπει να χρησιμοποιήσει τη στάση (του ΣΥΡΙΖΑ) ως μέσο άσκησης πίεσης, για να μην επιβληθούν βαρείς όροι;
Για ποιον λόγο δεν πάνε να τους τα πουν οι ίδιοι – ώστε να ασκήσουν οι ίδιοι την πίεση;
Αλλά είπαμε: Άλλο να κυβερνάς και να διαπραγματεύεσαι και άλλο να πετάς γιαούρτια!