Αν και ήταν από την αρχή γνωστό πως το θέμα της Ελλάδας δεν θα συζητείτο σ’ αυτή τη Σύνοδο Κορυφής, έχει αρχίζει μια περίεργη γκρίνια – αυτή τη φορά από τη ΔΗΜΑΡ.
Πρώτα εξεδόθη εκ μέρους του τρίτου εταίρου μια ανακοίνωση που, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα και τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, μιλούσε για «μικρά, δειλά και αποσπασματικά βήματα», υπενθυμίζοντας πως στη Σύνοδο του Σεπτεμβρίου η χώρα μας «χρειάζεται να επανέλθει και να διεκδικήσει δυναμικά αυτά για τα οποία έχει δεσμευτεί η ελληνική κυβέρνηση».
Κατ’ αρχήν, δεν αντιλαμβάνομαι την παραίνεση επί του αυτονοήτου.
Κατά δεύτερον, δεν έχουν οι τρεις αρχηγοί συμφωνήσει πως θα πάνε μαζί στις Βρυξέλλες;
Επομένως, προς τι η αναφορά στη «χώρα» γενικά και αόριστα;
Από κοντά και οι άλλοι (αλλά αυτοί είναι στην αντιπολίτευση και κάτι πρέπει να πουν), να βάζουν στο μικροσκόπιο την επιστολή Σαμαρά προς τους Ευρωπαίους – ήταν άτολμη, δεν υπήρχε πουθενά η λέξη «επαναδιαπραγμάτευση», αποδέχεται την «κυριότητα του προγράμματος»…
Συγγνώμη, αλλά τι περίμενε κανείς να γράψει από το κρεβάτι του πόνου σε μια επιστολή την οποία μάλιστα μετέφερε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και με την οποία για λόγους ευγενείας εξηγούσε με τον πιο επίσημο τρόπο την ανώτερη βία που επέβαλε την απουσία του;
«Προσέξτε καλά, διότι αναρρώνω και έρχομαι και τότε να δείτε τι σας περιμένει»;
Δεν ξέρω αν στην Εσπερία έχουν ανάλογη παροιμία, αλλά αν είχαν θα του απαντούσαν κι’ αυτοί «στείλε παππούλη την ευχή σου»!
Και τι θα πει «εξαφανίστηκε η λέξη επαναδιαπραγμάτευση»; Δεν υπήρχε η λέξη «τροποποιήσεις»; Οι τροποποιήσεις δεν γίνονται κατόπιν επαναδιαπραγμάτευσης; Δεν βρέθηκε, δηλαδή, ένα βήμα μετά την επαναδιαπραγμάτευση;
Επίσης, πού βρίσκεται το μεμπτό στην έκφραση «αναλαμβάνουμε την κυριότητα του προγράμματος»;
Αυτό δεν ήταν πάντα το ζητούμενο; Αυτό δεν ζητούσαν και οι δανειστές; Αυτό δεν έπρεπε να γίνει από την αρχή;
Να αναλάβει, δηλαδή, η Ελλάδα την κυριότητα του προγράμματος και να αποφασίζει τα μέτρα που θα λαμβάνει, ώστε να μην της επιβάλλουν μετά σκληρότερα και περισσότερο άδικα, επειδή δεν έγιναν ποτέ αυτά που έπρεπε, αλλά επελέγη η εύκολη λύση των οριζόντιων περικοπών και της βαριάς φορολογίας;
Έτσι, μόλις η ΔΗΜΑΡ εξέδωσε ανακοίνωση επικριτική για τις ευρωπαϊκές αποφάσεις, πήρε αέρα και ο βουλευτής της Οδυσσέας Βουδούρης.
Προερχόμενος από το ΠΑΣΟΚ, δήλωσε πως η επιστολή Σαμαρά δεν εκφράζει την εντολή των εκλογών και πως όσα ο πρωθυπουργός ανέφερε (περί «απόλυτης προσήλωσης της Ελλάδας στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων»), βρίσκονται «σε πλήρη αναντιστοιχία με τη λαϊκή βούληση που εκφράστηκε στις εκλογές της 6ης Μαΐου και της 17ης Ιουνίου».
Τα λέω όλα αυτά, όχι επειδή έχω αλλάξει γνώμη.
Μόλις τις προάλλες (στις 25 Ιουνίου) έγραψα άρθρο με τον τίτλο «Η εντολή ήταν έξοδος από το Μνημόνιο».
Αλλά όλοι γνωρίζουμε πως δεν πρόκειται να γίνει καμιά διαπραγμάτευση και καμιά αλλαγή πριν επικαιροποιηθεί η κατάσταση, ώστε να γνωρίζουμε πού βρισκόμαστε.
Διότι αυτή τη στιγμή, μετά από οκτώ μήνες ακινησίας (πρώτα με την κυβέρνηση Παπαδήμου των 50 ατόμων και μετά με την υπηρεσιακή κυβέρνηση και την δίμηνη εκλογική διαδικασία), ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΜΕ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ.
Ήταν επομένως γνωστό πως πρώτα θα έλθει η τρόικα να δει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας και την γενική κατάσταση και μετά θα γίνει η σχετική συζήτηση στις Βρυξέλλες.
Αυτή τη στιγμή, τι μπορούσαμε να τους πούμε;
Ξέρετε, εμείς παίζουμε τις κούκλες εδώ και οκτώ μήνες, πηγαίνοντας από εκλογές σε εκλογές και συνεχίζοντας να μην κάνουμε τίποτε, αλλά εσείς προκαταβολικά θα κάνετε αυτά που σας λέμε;
Αν ο κ. Βουδούρης και κάποιοι άλλοι ήσαν στο ένα χιλιοστό επικριτικοί, σε σχέση με τώρα, με τον κ. Παπανδρέου, που κάθε φορά επέστρεφε από τις Βρυξέλλες διαφημίζοντας άλλη μια «σωτηρία» της χώρας, τότε μπορεί να μην είχαμε φθάσει ως εδώ.
Αλλά όχι. Τους θυμάμαι στα τηλεπαράθυρα να θριαμβολογούν και να μας παρουσιάζουν τον αρχηγό τους ως… μεσσία!
Κι’ αν ο κ. Παπανδρέου έφθανε στο νυχάκι του Μόντι (που ανέλαβε την διακυβέρνηση της Ιταλίας επιβάλλοντας τους όρους του και αποκλείοντας από την κυβέρνηση οποιονδήποτε πολιτικό της προηγούμενης κυβέρνησης), τότε δεν θα έδινε όλες εκείνες τις αλήστου μνήμης παραστάσεις μετά χειροκροτημάτων στα υπουργικά συμβούλια.
Θυμάστε φαντάζομαι τι έγινε μετά τις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου – και από τότε πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος απόλυτης απραξίας.
Αντίθετα, ο Μόντι, που πλέον αντιμετωπίζεται ως ήρωας στην Ευρώπη, μέτρησε τα λόγια του.
Οι ιταλικές εφημερίδες έγραψαν (όλες) πως «πέρασε της Ιταλίας» και ο Μόντι τους γείωσε όλους:
«Υπάρχουν πολλά παραδείγματα αποφάσεων στην Ευρώπη που θεωρούνταν επαρκείς αλλά αποδείχθηκε το αντίθετο. Δεν αποκλείεται το ίδιο να συμβεί και αυτή τη φορά, αν και εξετάζοντας το πακέτο συνολικά διακρίνω περισσότερη ουσία από πολλές άλλες περιπτώσεις».
Αυτό είπε ο άνθρωπος. Ούτε «σωτηρίες», ούτε χειροκροτήματα, ούτε τίποτε!
Συμπέρασμα: Είμαστε πια μεγάλα παιδιά, αλλά υπάρχουν πολλοί που πρέπει να σταματήσουν να παίζουν με τις πρίζες.
Υπάρχουν πολλοί που δεν έχουν καταλάβει ότι στο τέλος του καλωδίου δεν βρίσκονται οι ξυριστικές τους μηχανές…