περιπέτεια, έναν αιματηρό εμφύλιο από τον οποίον το κομμουνιστικό κίνημα βγήκε διαλυμένο, πλήρως ηττημένο και ..εξόριστο.
Στις 31 Μαρτίου του 1967 γίνεται για πρώτη φορά μια "γιορτή" από αυτές που καθιερώθηκαν να ονομάζονται ως γιορτές μίσους. Σκοπός των διοργανωτών ήταν να τιμήσουν τη «γενναία αντίσταση των ανδρών της Χωροφυλακής κατά των κομμουνιστοσυμμοριτών που επιτέθηκαν στις δυνάμεις της Χωροφυλακής.
Ήταν αυτοί που σκότωναν και βασάνιζαν, αυτοί που τρομοκρατούσαν όλους όσοι δεν έσκυβαν το κεφάλι στη νέα Αγγλόδουλη εξουσία της χώρας.
Όπως αναφέρεται σε πολλές πηγές η πρώτη γιορτή μίσους στο Λιτόχωρο έγινε το 1967 και ήταν παρών ο...
τότε αρχηγός ΓΕΣ Σπαντιδάκης που κατέφτασε με ελικόπτερο και βέβαια κυριαρχούσε ο στρατός με τα δεκάδες στρατιωτικά αγήματα κλπ. Το μήνυμα των πραξικοπηματιών συνομοτών είχε δοθεί. Ακολούθησε η μαύρη νύχτα της 21ης Απριλίου και η Χούντα που επέβαλλε τη γιορτή δίνοντάς της την απαραίτητη βαρύτητα και τη γνωστή χουνταίικη αισθητική.
Διαβάστε παρακάτω την "επίσημη" εκδοχή των νικητών για τα γεγονότα της 31 Μαρτίου 1946, ένα δημοσίευμα της ανταρτικής εφημερίδας ΕΞΟΡΜΗΣΗ έναν χρόνο μετά και δυο συνεντεύξεις ισάριθμων πρωταγωνιστών εκείνης της μάχης που επέζησαν και μίλησαν στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το 2006
Διαβάστε την εκδοχή της Αγγλόδουλης κυβέρνητικής υπηρεσιακής προπαγάνδας που χρησιμοποεί την δική της φρασεολογία και την οποία κρατούμε για να διαμορφώσετε ιδίαν άποψη:
Την νύκτα της 30-31 Μαρτίου έ.έ. καί ώραν 23.30' περίπου, αί έαμοκομμουνιστικαί συμμορίαι Γεωργίου Ελευθερίου ή καπετάν Φωτεινού έκ Λιτόχωρου, Σταύρου Γκουνου ή καπετάν Χατζάρα έκ Λεπτοκαρυας και Παναγιώτου Παλάσκα ή καπετάν Τζαβέλλα έκ Λιτόχωρου, δυνάμεως τριάκοντα περίπου ανδρών, ένδιαιτώμεναι καί δρώσαι εις την περιοχήν Όλύμπου από μακρού, ένεργοΰσαι προφανώς κατ' εντολή ν του ΚΚΕ και ενισχυθεΐσαι υπό της τοπικής επιτροπής τοΰ ΕΑΜ Λιτόχωρου, διά ύπερε-βδομήκοντα περίπου μελών του ΕΑΜ κομμουνιστών στρατολογηθέντων έκ Λιτόχωρου καί τών πέριξ χωρίων Λεπτοκαρυάς, Παντελεήμονος κλπ. καί έξο-πλισθέντων μερίμνη του ΕΑΜ Λιτόχωρου, επετέθη σαν ταυτοχρόνως καί έξ ολων τών σημείων, εναντίον τών δύο οικημάτων εις τά όποια έστρατωνίζοντο οί άνδρες τοΰ Σταθμού Χωροφυλακής Λιτόχωρου, τοΰ Μεταβατικού Αποσπάσματος Χωροφυλακής καί του Αποσπάσματος τοΰ Στρατού, μεταβάντος εις Λιτόχωρον δια τάς έκλογάς.
Τα δύο οικήματα άπεΐχον αλλήλων περί τα 200 - 300 μέτρα. Καί εις μέν τό εν έστεγάζετο ό Σταθμός Χωροφυλακής Λιτόχωρου με δύναμιν ενός ανθυπασπιστού καί οκτώ οπλιτών καί τό Απόσπασμα τοΰ Στρατού ύπό άνθυπολοχαγόν καί δέκα όπλίτας, εις δε τό έτερον τό Μεταβατικόν Απόσπασμα Χωροφυλακής δυνάμεως δέκα χωροφυλάκων.
Ή έπίθεσις έγένετο ταυτοχρόνως εναντίον καί τών δύο οικημάτων καί ένεκα τής συντριπτικής υπεροχής τών επιτιθεμένων, λόγω αριθμού καί υπέρτερου οπλισμού, καθόσον διέθετον πολυάριθμα αυτόματα όπλα ελαφρά καί βαρέα καθώς καί χειροβομβίδας καί πιθανώς καί όλμους, οί άνδρες καθηλώθησαν εντός τών κτιρίων, άπ' όπου ήμύνθησαν γενναίως έπ' άρκετάς ώρας καί απέρριψαν σθεναρώς επανειλημμένος προσκλήσεις τών ληστοκομμουνιστών, περί παραδόσεως.
Εις το πρώτον οίκημα κατά τήν στιγμήν τής επιθέσεως εύρίσκοντο ό ανθυπολοχαγός, επικεφαλής τοΰ έκλογικοΰ Αποσπάσματος, Σπυρίδων Τσάμης, οί λοχίαι Νικόλαος Γκουνός καί Νικόλαος Τζούκας καί οί στρατιώται Αναστάσιος Μεγκίδης, Ευστάθιος Ίωαννίδης, Γεώργιος Μουταφτσής, Γεώργιος Πλάτας, Χρήστος Σπύρου, Γεώργιος Μουσκεφτάρης, Σταύρος Δαρβίνης, Νικόλαος Βελατάσιος καί οί χωροφύλακες τοΰ Σταθμού Χωροφυλακής Σωτήριος Κασιδιάρης, Ανδρέας Χαϊκάλης, Απόστολος Άποστολόπουλος, έθνοφύλαξ Αλέξανδρος Μαρμαράς καί σκοπός ο Σταύρος Λιλής.
Οι υπόλοιποι πέντε οπλίται τοΰ Σταθμού, ήσαν εις υπηρεσίαν περιπόλου, εις τάς προς τον "Ολυμπον παρυφάς τοΰ χωρίου.
Το οίκημα έφρουρεΐτο ύπό δύο σκοπών, ενός χωροφύλακος, όστις έφρούρει τήν θύραν τοΰ Καταστήματος καί ενός στρατιώτου, όστις έφρούρει εις τό όπισθεν μέρος τοΰ οικήματος.Ό διοικητής τοΰ Σταθμοΰ ανθυπασπιστής Αμβρόσιος Χαδέλης, δέν εύρίσκετο εις τον Σταθμόν.
Ή περίπολος ολίγα λεπτά τής ώρας προ τής εκδηλώσεως τής επιθέσεως, ίδοΰσα άτομον άγνωστον νά κατέρχεται προς τό χωρίον, έκάλεσε τοΰτο νά σταθή καί σήκωση υψηλά τάς χείρας καί εις έρώτησιν ποιος ήτο, απήντησε διά τής λέξεως «Λύκος», ήτις προφανώς θά ήτο τό σύνθημα αναγνωρίσεως τών ληστοσυμμοριτών.
Καθ' ην δέ στιγμήν, τό άγνωστον άτομον έστάθη καί έσήκωσε τάς χείρας, ό χωροφύλαξ επικεφαλής τής περιπόλου ήναψεν ήλεκτρικόν φανόν καί διέκρινεν δτι έκράτει πιστόλιον καί αμέσως έπυροβόλησε κατ' αυτού, άντιπυροβοληθείς. Συγχρόνως ή περίπολος εδέχθη πυρά δι' αυτομάτων όπλων καί άπαντήσασα εις αυτά ήρχισε συμπτυσσομένη προς τον Σταθμόν Χωροφυλακής, σύμφωνα μέ διαταγήν ην είχε.
Δεν έπρόλαβεν όμως νά φθάση εις τον Σταθμόν, διότι εντός πέντε περίπου λεπτών, έξεδηλώθη ή κατά τών οικημάτων τοΰ Σταθμού καί τοΰ Αποσπάσματος έπίθεσις."Αμα τω άκούσματι τών πυροβολισμών τής περιπόλου, ό σκοπός χωροφύλαξ τοΰ Σταθμοΰ, είσήλθεν εις τό οίκημα και έκάλεσε τούς άνδρας εις τά όπλα. Πριν όμως οι άνδρες ετοιμασθούν πλήρως, ήρξατο βαλλόμενον τό οίκημα εξ όλων τών πλευρών και ο επικεφαλής του Αποσπάσματος έκρινεν ότι ή άμυνα έκ του εσωτερικού του οικήματος θα ήτο καλλίτερα και διέταξε και έλαβον θέσιν οι άνδρες εις τα παράθυρα, έξ ών ήμύνθησαν περί τάς δύο ώρας σθεναρώς, ότε έφάνη πυρκαϊά εις τό κάτω πάτωμα του οικήματος, όπου εύρίσκετο ό ανθυπολοχαγός καί ήτις κατεσβέσθη διά κλινοσκεπασμάτων.
'Εξηκολούθησεν ή άμυνα έπί ημίσειαν περίπου ώραν, ότε, χωρίς ν' αντιληφθούν οι άνδρες πώς, έπυρπολήθη ολόκληρον τό οίκημα καί καθίστατο αδύνατος ή κατάσβεσις τοΰ πυρός και ή έκ του οικήματος πλέον άμυνα. Ό ανθυπολοχαγός διέταξεν έξοδον καί κατάληψιν νέων θέσεων.
Και οί μέν μαχόμενοι εις τον πρώτον όροφον μετά του ανθυπολοχαγού άνδρες εξήλθον και διεσώθησαν, οι δέ εν τω άνω ορόφω ύπό τον λοχίαν Νικόλαον Γκουνόν, δέν κατώρθωσαν νά εξέλθουν, διότι ή θύρα έβάλλετο σφοδρώς και ό λοχίας έτραυματίσθη έπιχειρήσας νά έξέλθη. Μετά τον τραυματισμόν του λοχίου, οί εναπομείναντες δύο στρατιώται καί ό έθνοφύλαξ Αλέξανδρος Μαρμαράς παρεδόθησαν.
Και τον μεν λοχίαν έξετέλεσεν αμέσως ό εξάδελφος του συμμορίτης Σταύρος Γκουνός ή καπετάν Χατζάρας καί τον έρριψεν εντός τοΰ καιομένου οικήματος καί άπετεφρώθη, τους δε δύο στρατιώτας καί τον έθνοφρουρόν χωροφύλακα Μαρμαραν μετά του χωροφύλακος Αποστόλου Κοτοπούλη, παρέλαβον μαζί των και τους αφήκαν αυθημερόν ελευθέρους, αφού τούς απεγύμνωσαν.
Οι εν τω δευτέρω οικήματι δέκα χωροφύλακες του Αποσπάσματος Χωροφυλακής, καίτοι άνευ βαθμοφόρου, ωχυρώθησαν εντός του οικήματος και ημύνθησαν γενναίως, μέχρι τής 04.30 ώρας, απορρίψαντες μετ' άγανακτήσεως γενομένας κατ' επανάληψιν προτάσεις παραδόσεως.
Οι ληστοκομμουνισταί, βλέποντες ότι δέν ηδύναντο νά καταβάλουν άλλως πώς τούς αμυνόμενους γενναίως χωροφύλακας, έπυρπόλησαν καί τό οίκημα τούτο περί ώραν 04.30', ότε οί χωροφύλακες, μή δυνάμενοι πλέον νά μείνουν εντός του οικήματος, έπεχείρουν έξοδον δι' ενός παραθύρου, διότι ή θύρα έπυρπολεΐτο καί έξήλθον πέσαντες έκ του παραθύρου επτά, έξ ών εφονεύθησαν οι έξ, του εβδόμου προσποιηθέντος τον νεκρόν καί διασωθέντος ούτως ως έκ θαύματος.
Οι υπόλοιποι τρεις απηνθρακώθησαν εντός του οικήματος, μή δυνηθέντες να εξέλθουν, διότι ίσως νά είχον τραυματισθή ή και φονευθή.
Έκ της ένεργηθείσης ύπό τής Υπηρεσίας ανακρίσεως, συνεχισθείσης παρά του αφιχθέντος ανακριτού καί εισαγγελέως, διεπιστώθη πλήρως καί άνευ ουδεμιάς αμφιβολίας, ότι την έν λόγω κακούργον πράξιν ενέπνευσαν, ώργάνωσαν καί έξετέλεσαν οι έν Λιτοχώρω έαμοκομμουνισταί δια της τοπικής επιτροπής τοΰ ΕΑΜ Λιτόχωρου.
Ούτοι έξετέλουν διαταγήν του ΚΚΕ και απεσκοπούν αφ ενός μεν εις την τρομοκράτησιν του πληθυσμού καί άναβολήν τών εκλογών και άφ' ετέρου εις τήν δημιουργίαν γενικωτέρας αναταραχής και δοκιμαστικής κρούσεως.
Φονευθέντες χωροφύλακες εκ τών ανδρών του "Αποσπάσματος Γεώργ. Κλάντζος, Άριστ. Σακκας, Γεωργ. Εύαγγελίδης, Άναστ. Μήτσος, Θεμ. Μαντάς, Νικ. Πουλιανίτης, Γεώργ. Εύαγγελίδης, Ήλ. Λιάγκας, Γεώργ. Ξηντάρης».
Η αντάρτικη εφημερίδα «Εξόρμηση» τον Οκτώβρη του '47, ένα χρόνο μετά το γεγονός και αφού είχε πλέον ξεκινήσει ο εμφύλιος γράφει:«Ανοιξη του 1946. Ενας και παραπάνω χρόνος πέρασε από τότε που ο ΕΛΑΣ και ο Λαός μας διώξαν τους Γερμανούς καταχτητές. Μα η Ελλάδα δεν αναπνέει ελεύθερα. Καινούριοι καταχτητές πατούν το ιερό χώμα της. Ο μοναρχοφασισμός που με τη βοήθεια των οπλων τους άρπαξε την εξουσία απ’' τα χέρια του Ελληνικού λαού οργιάζει. Συλλαμβάνει, φυλακίζει, δολοφονεί τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, τους ελασίτες. Για να δικαιώσει τα εγκλήματά του και να νομιμοποιήσει το καθεστώς που επέβαλε στην Ελλάδα ο αγγλοαμερικάνικος ιμπεριαλισμός, ο μοναρχοφασισμός ετοιμάζεται να κάνει τις "εκλογές" της 31 Μάρτη. Το όργιο κορυφώνεται.
Λίγοι ελασίτες που ξέφυγαν το μαχαίρι των μοναρχοφασιστών είναι κρυμμένοι στον Ολυμπο. Οι περισσότεροί τους είναι απ' το Λιτόχωρο. Για αρχηγούς τους έχουν τον αξέχαστο καπετάν Τζαβέλλα (Παππού), τον Φωτεινό, τον Ανδρεάδη, τους ίδιους αγωνιστές που τους οδήγησαν στις δοξασμένες μάχες ενάντια στους Γερμανούς. Με πόνο και αγανάκτηση πληροφορούνται για το δολοφονικό όργιο των μοναρχοφασιστών σε βάρος του δημοκρατικού λαού, που με το πιστόλι στον κρόταφο θα τον οδηγήσουν σε λίγες μέρες στις κάλπες για να ψηφίσει το μοναρχοφασισμό!
Στις 26 του Μάρτη σε μια σπηλιά οι καταδιωκόμενοι αγωνιστές του Ολύμπου υποδέχονται με συγκινητικές εκδηλώσεις τους παλιούς ηγέτες Πάνο, Υψηλάντη κ.λπ. Ολοι μαζί αποφασίζουν πως από δω και πέρα πρέπει να υπερασπίσουν τη ζωή τους και τη ζωή του δημοκρατικού λαού πιο ενεργητικά.
Οι λίγοι εκείνοι καταδιωκόμενοι αγωνιστές αποφάσισαν να γίνει μια ένοπλη ενέργεια που θα είχε την έννοια της προειδοποίησης προς το μοναρχοφασισμό από μέρους του Λαού. Η ενέργεια αυτή θα σήμαινε: αν ο μοναρχοφασισμός δεν θελήσει να αναγνωρίσει τα δημοκρατικά δικαιώματα του λαού και συνεχίσει τα εγκλήματά του, τότε ο Λαός θα επιβάλει τη θέλησή του μόνος του, με τη δύναμή του, όπως έκανε και στη γερμανική κατοχή.
Στόχος της ένοπλης ενέργειας διαλέχτηκε το Λιτόχωρο, όπου οι τρομοκράτες έχουν σακατέψει το λαό με τα βασανιστήρια και πολλούς αγωνιστές έχουν δολοφονήσει.
Νύχτα 30-31 του Μάρτη οι 33 λαϊκοί αγωνιστές γλιστρούν μέσα στο Λιτόχωρο. Το χωριό σειέται από τα πυρά. "Βροντάει ο Ολυμπος, ξαναβροντάει...".
Ο αντίπαλος άφησε στο πεδίο της μάχης 23 νεκρούς. Στα χέρια των αγωνιστών περιήλθαν 4 αιχμάλωτοι και τα πρώτα λάφυρα της ένοπλης πάλης του Λαού μας: 4 αυτόματα, 7 ντουφέκια, πολλά πυρομαχικά.
Στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ βρήκα τις εξής μαρτυρίες δυο εκ των πρωταγωνιστών εκείνης της βραδυάς:Νίκος Παπακωνσταντίνου, χωροφύλακας: «Με μάζεψε ένας γέροντας» Ο Νίκος Παπακωνσταντίνου υπηρετούσε τότε στο μεταβατικό απόσπασμα της χωροφυλακής στην Κατερίνη και ήταν ο μοναδικός που επέζησε από το απόσπασμα. «Λαβαμε εντολή να μεταβούμε δέκα χωροφύλακες στο Λιτόχωρο για ενίσχυση στις εκλογές του τοπικού σταθμού της Χωροφυλακής. Ο σταθμός ήταν στην πλατεία ενώ εμείς στρατωνιστήκαμε σ’ ένα διώροφο παλιό κτίριο σε απόσταση πεντακοσίων περίπου μέτρων. Φτάσαμε βραδάκι. Η επίθεση άρχισε γύρω στις 10.30. Σκότωσαν πρώτα τον σκοπό και άρχισαν να γαζώνουν το κτίριο. Αρπάξαμε τα όπλα και πιάσαμε τα παράθυρα. Οι συμμορίτες χτύπησαν ταυτόχρονα και στο κτίριο του τμήματος που το φρουρούσαν 7 - 8 χωροφύλακες αλλά και στον στρατιωτικό ουλαμό που αποτελείτο από οχτώ στρατιώτες. Από το τμήμα χωροφυλακής δεν σκοτώθηκε κανείς. Από τον ουλαμό σκοτώθηκαν τρεις, οι άλλοι διέφυγαν. Τη ζημιά την έπαθε το απόσπασμα. Γύρω στα μεσάνυχτα άρχισαν να μας πετούν από τα παράθυρα φιάλες με βενζίνη. Οι σφαίρες έπεφταν σαν χαλάζι. Κατά τις 4 το πρωί πέταξαν μια φιάλη στο ισόγειο, όπου ζούσε μια γριά με την κόρη της και το κτίριο λαμπάδιασε. Η γριά σκοτώθηκε, η κόρη βγήκε τραυματισμένη. Τότε βρεθήκαμε στο δίλημμα, ή θα καιγόμασταν ζωντανοί ή θα προσπαθούσαμε να βγούμε από τα παράθυρα με κίνδυνο να σκοτωθούμε. Αποφασίσαμε το δεύτερο. Οι τρεις τραυματίες μας δεν πρόλαβαν και κάηκαν μέσα ζωντανοί. Οι άλλοι πηδήξαμε από τα παράθυρα και τραυματιστήκαμε βαριά. Καθώς βρισκόμασταν ανήμποροι στο έδαφος, ήρθε ένας συμμορίτης και έδωσε σε όλους μας τη χαριστική βολή. Εγώ στάθηκα τυχερός. Λόγω του ότι ήταν νύχτα, η σφαίρα με πέτυχε ξυστά στο κεφάλι. Εμεινα εκεί ακίνητος. Μόλις απομακρύνθηκαν, επιστρατεύοντας όσες δυνάμεις μου είχαν απομείνει πήδηξα πάνω από τα πτώματα και περπάτησα προς το σταθμό όπου συνάντησα ένα γέροντα και με μάζεψε. Δεν υπήρχε καμία πληροφορία ότι κάτι μπορεί να συμβεί εκείνο το βράδυ».
Θανάσης Παπαθανασίου, μέλος του ΕΑΜ: «Ολοι αιφνιδιάστηκαν»
«Συγκεντρωθήκαμε τη νύχτα έξω από το χωριό. Hμασταν καμιά τριανταριά, ήταν εκεί και ο Υψηλάντης τον οποίο έβλεπα για πρώτη φορά. Επιτεθήκαμε ταυτόχρονα στο κτίριο του αποσπάσματος και στο τμήμα χωροφυλακής». Ο Θανάσης Παπαθανασίου, Λιτοχωρινός, μέλος του ΕΑΜ, πήρε μέρος στη μάχη ως σύνδεσμος, μεταφέροντας πληροφορίες από τα μέτωπα των συγκρούσεων.
Οπως λέει, όλοι στο Λιτόχωρο αιφνιδιάστηκαν από το χτύπημα, δεν το περίμεναν. Ο ίδιος πάντως κάτι είχε υποψιαστεί. «Πριν από δύο μέρες ο τοπικός κομματικός υπεύθυνος μου ζήτησε να μεταφέρω τη νύχτα με τη βάρκα μου “δύο φίλους”, όπως μου είπε, από την Πλάκα Λιτοχώρου στην Κατερινόσκαλα. Στη διαδρομή τους ρωτούσα διάφορα αλλά δεν μου απαντούσαν. Υποψιάστηκα ότι κάτι συμβαίνει αλλά δεν είπα τίποτα. Αυτούς τους δύο πάντως τους συνάντησα αργότερα και στο βουνό. Οταν επέστρεψα στο Λιτόχωρο και συνάντησα τον κομματικό για να τον ενημερώσω ότι έφερα εις πέρας την αποστολή εκείνος μου είπε ότι “απόψε θα του βάλουμε φωτιά”. Τον ρώτησα τι πρέπει να κάνω εγώ και μου απάντησε “ό,τι νομίζεις, αν θέλεις έλα μαζί μας”. Πράγματι, όταν νύχτωσε συγκεντρωθήκαμε έξω από το χωριό. Η ζωή μας είχε γίνει μαύρη. Η τρομοκρατία ήταν αφόρητη. Μας έσερναν στο τμήμα με το παραμικρό και μας σάπιζαν στο ξύλο αρνούμενοι να δώσουν εξηγήσεις. Πριν από λίγο καιρό είχαν σκοτώσει στο ξύλο μέσα στο τμήμα του Λιτοχώρου τον πατέρα μου. Εκεί, στη συγκέντρωση, είδα για πρώτη φορά τον Υψηλάντη. Εγώ νόμιζα ότι αυτό που θα κάναμε σε λίγο ήταν μέρος ενός γενικότερου ξεσηκωμού, τον οποίο περιμέναμε. Επιτεθήκαμε στο απόσπασμα, στο τμήμα χωροφυλακής και στον στρατιωτικό ουλαμό. Τα ξημερώματα τα πάντα είχαν τελειώσει. Σκοτώθηκαν δεκατρείς από την άλλη πλευρά και πιάσαμε και τρεις αιχμαλώτους. Κατά την επιστροφή στον Ολυμπο αναρωτήθηκα φωναχτά για το νόημα αυτής της επίθεσης και τότε ο Υψηλάντης ρώτησε “τι μέρος του λόγου είναι αυτός;”, για να τον καθησυχάσει ο καπετάν Φωτεινός λέγοντάς του ότι “είναι δικός μας”».
Αν και έχει καταργηθεί οι εθνικιστές και οι δεξιοί επιμένουν |