Όπως είναι γνωστό, ψηφίστηκε πριν από λίγες μέρες ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας για τον οποίο κατά συντριπτικό ποσοστό (93%) η
δικηγορική κοινότητα με δημοψήφισμα είχε διατρανώσει την αντίθεσή της, όχι για λόγους συντεχνιακούς, όπως κάποιοι ήθελαν να λένε, αλλά για τους παρακάτω λόγους, τους οποίους άλλωστε ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης Χαράλαμπος Χρ. Μπρουσκέλης, ανέπτυξε σε σχετική συνέντευξη τύπου στα τοπικά μέσα μαζικής επικοινωνίας, πριν από λίγους μήνες και ειδικότερα:
δικηγορική κοινότητα με δημοψήφισμα είχε διατρανώσει την αντίθεσή της, όχι για λόγους συντεχνιακούς, όπως κάποιοι ήθελαν να λένε, αλλά για τους παρακάτω λόγους, τους οποίους άλλωστε ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης Χαράλαμπος Χρ. Μπρουσκέλης, ανέπτυξε σε σχετική συνέντευξη τύπου στα τοπικά μέσα μαζικής επικοινωνίας, πριν από λίγους μήνες και ειδικότερα:
Κάθε νόμος οφείλει να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον που πρωτίστως είναι η διασφάλιση των αρχών του κράτους δικαίου και των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών.
Οι διατάξεις της Πολιτικής Δικονομίας είναι σύνολο κανόνων που ρυθμίζουν την διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου. Ο ψηφισθείς νόμος του κράτους αφορά στον κάθε πολίτη και έχει επιπτώσεις ως νομοθέτημα στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του.
Η νομική κοινότητα (δικαστές, δικηγόροι, συμ/φοι αλλά και οι ενώσεις των δικαστικών επιμελητών) κατέθεσε σημαντικές παρατηρήσεις για την αποτίμηση των επιπτώσεων των προτεινόμενων διατάξεων στην κοινωνία, ήδη από το Νοέμβριο του έτους 2014, όταν το νομοσχέδιο είχε δοθεί σε δημόσια διαβούλευση, επί προηγούμενης όμως Κυβέρνησης (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ).
Η ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης επέμεινε στην μεταλλαγή της φιλοσοφίας και δομής δύο βασικών τομέων του νομοθετήματος, ήτοι της Τακτικής Διαδικασίας ενώπιον των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων και της αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι μεταλλαγές αυτές, κατά την άποψη των συντακτών, αποσκοπούν στην «ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης» και «την οικονομία της δίκης».
Όμως, δεν είναι έτσι τα πράγματα, υπάρχει σοβαρός και βάσιμος αντίλογος:
1. Όσον αφορά στις αλλαγές στην Τακτική Διαδικασία ενώπιον των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων, υιοθετείται ένα «πρότυπο δίκης» που στηρίζεται στην έγγραφη διαδικασία, στην έγγραφη διεξαγωγή των αποδείξεων. Βασικά δομικά του στοιχεία είναι η καθιέρωση ανελαστικών προθεσμιών και μίας φερόμενης απλοποίησης της διαδικασίας. Η προφορική συζήτηση της υπόθεσης με την εξέταση των μαρτύρων στο ακροατήριο κατ’ αρχάς καταργείται. Η «βουβή» αυτή λοιπόν συζήτηση μπορεί να λάβει χώρα και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων. Στη συνέχεια προβλέπεται η δυνατότητα να επαναληφθεί η συζήτηση, δηλαδή να υπάρξει κατ’ αντιδικία προφορική εξέταση μάρτυρα στο ακροατήριο εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο από τον Δικαστή. Στην περίπτωση δε πολυμελούς δικαστηρίου, η εξέταση θα λαμβάνει χώρα ενώπιον εισηγητή και όχι ενώπιον όλης της σύνθεσης. Καταργείται, κατά συνέπεια, η διάσκεψη για την έκδοση της απόφασης και καταστρατηγείται η έννοια του φυσικού δικαστή. Η ζωντανή διαδικασία της πολιτικής δίκης μετατρέπεται σε έγγραφη, χωρίς την εξέταση των μαρτύρων και στη θέση αυτών υπεισέρχονται οι άκρως επισφαλείς, ως αποδεικτικό μέσο, ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες θα εμπεριέχουν κατάθεση εκ των προτέρων υπαγορευθείσα στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης επιτάχυνσης. Δε θα πρέπει βεβαίως να παραβλέπεται κι ο περιορισμός του θεσμικού ρόλου του δικηγόρου που συνηγορεί στο δικαστήριο.
Το αίτημα αναβολής καταργείται. Πλέον δεν θα χορηγείται αναβολή ούτε την μια φορά που προβλεπόταν, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή πρόβλεψη για τις περιπτώσεις ασθένειας των πληρεξουσίων ή των διαδίκων.
Υπάρχουν πολλές και νέες ανελαστικές προθεσμίες. Τόσο οι διάδικοι όσο και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι δεν λαμβάνουν γνώση της ημερομηνίας της δικασίμου και εξέτασης των μαρτύρων με αποτέλεσμα αμφότερα τα μέρη να αναγκάζονται να επισκέπτονται συχνά τις γραμματείες των δικαστηρίων για να πληροφορηθούν τις ως άνω ημερομηνίες. Έτσι δημιουργούνται δυσάρεστες κι ασφυκτικές καταστάσεις στους διαδίκους, τους δικηγόρους και τους υπαλλήλους, λόγω του κορεσμού που θα επέλθει στις γραμματείες των Δικαστηρίων. Επομένως, η απονομή της Δικαιοσύνης επιβραδύνεται αφού δεν υπάρχει η υλικοτεχνική υποδομή και το ανθρώπινο δυναμικό στα Δικαστήρια της χώρας που θα τους επέτρεπε να διαχειριστούν τόσο μεγάλο όγκο υποθέσεων.
Οι ένορκες βεβαιώσεις πλήττουν σε μεγάλο βαθμό την ασφάλεια του δικαίου, διότι συνήθως αποτελούν αντιγραφή των προτάσεων των διαδίκων και πιθανότατα θα δημιουργήσουν νέες συναφείς ποινικές υποθέσεις (για ψευδορκία κλπ)
Είναι ενδεικτικό ότι η διοικητική Ολομέλεια του ΑΠ με ποσοστό 85% καταψήφισε τις σχετικές διατάξεις όταν επίκειτο η εισαγωγή τους προς ψήφιση στη Βουλή πριν τις τελευταίες εθνικές εκλογές (Νοέμβριος 2014), θέση την οποία διατηρεί μέχρι σήμερα.
Οι ανωτέρω πλημμέλειες έχουν άμεσες συνέπειες για τον πολίτη διότι αφενός του δημιουργούν ανασφάλεια δικαίου και αβεβαιότητα για την εξέλιξη της υπόθεσής του κι αφετέρου του στερούν τη δυνατότητα να αντιληφθεί και να αποτιμήσει την πραγματική αξία των εργασιών που διεξάγει ο πληρεξούσιος δικηγόρος του για την ανεύρεση της αλήθειας και την υποστήριξη των ισχυρισμών του.
2. Αναγκαστική εκτέλεση
Οι εδώ αλλαγές έχουν ως αιτιολογικό έρεισμα την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και την «πληρέστερη ικανοποίηση της αξίωσης του δανειστή».
Όμως η ταχεία απονομή της δικαιοσύνης δεν μπορεί να επιτευχθεί σε βάρος της ορθότητας, της ουσιαστικής απονομής δικαιοσύνης και ειδικά σε βάρος των δικαιωμάτων του οφειλέτη σε μία περίοδο βαθιάς ανθρωπιστικής κρίσης.
Σημειώνεται η κατάργηση βασικών ενδίκων μέσων για την προσβολή των πράξεων της προδικασίας και της κυρίας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Όλα αυτά επιβάλλονται υπέρ μιας μερίδας δανειστών και δη των Τραπεζών, οι απαιτήσεις των οποίων πλέον ικανοποιούνται προνομιακά έναντι των δικαιωμάτων των εργαζομένων αλλά και του ίδιου του Ελληνικού Δημοσίου. Επιβραβεύεται κατ` αυτό τον τρόπο η αδηφαγία των Τραπεζών, οι οποίες στο πρόσφατο παρελθόν με ιδιαιτέρως ενοχλητικό τρόπο πίεζαν τους πελάτες τους για να λάβουν στεγαστικά και άλλα δάνεια.
Ορθά επισημαίνεται από τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδας κ. Βασίλη Αλεξανδρή ότι εγείρεται και θέμα αντισυνταγματικότητας του Νόμου καθώς, όπως διαλαμβάνεται στην έκθεση του γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από την εφαρμογή των οικείων διατάξεων θα προκύψει οικονομική ζημία σε βάρος του ελληνικού δημοσίου και των ασφαλιστικών Οργανισμών που υπάγονται στο Υπουργείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η ζημία αυτή κατά τρόπο αναπόφευκτο θα πρέπει να μετακυλιστεί στους φορολογούμενους πολίτες με ισοδύναμη αύξηση φορολογίας.
Η τοπική δικηγορική κοινότητα θα περίμενε τουλάχιστον από τον πρώην Πρόεδρο κι ενεργό μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης, νυν βουλευτή Πιερίας με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κ. Χαρίλαο Τζαμακλή, να εκδηλώσει την αντίθεσή του στο σχετικό νομοσχέδιο κάτι το οποίο άλλωστε είχε δεσμευτεί να πράξει με την προεκλογική του παρουσία ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης, όπως εξάλλου έπραξαν όλοι οι τοπικοί βουλευτές Πιερίας. Αντίθεση όχι προς όφελος των δικηγόρων αλλά προς όφελος της τοπικής κοινωνίας, η οποία εξάλλου σε παρελθόντα χρόνο στήριξε την δράση που ανέπτυξε ο ως άνω συνάδελφος στα πλαίσια του κινήματος «κόντρα στο ρεύμα», «δεν πληρώνω» (διόδια) και αλλού. Πέραν τούτου και η πλειοψηφία των δικηγόρων της Κατερίνης βάσισαν τις ελπίδες τους και υποστήριξαν τις δράσεις του συναδέλφου βουλευτή ο οποίος από τη θέση του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης διατράνωνε την πλήρη αντίθεσή του στις νομοθετικές πρωτοβουλίες προηγούμενων Κυβερνήσεων που αφορούσαν και τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αλλά και τον Κώδικα Δικηγόρων αναφορικά με την ίδρυση πολυμετοχικών δικηγορικών εταιριών. Άραγε, τί άλλαξε ξαφνικά; Η επίκληση της «σωτηρίας της χώρας» αποτελεί πλέον ασθενές ελαφρυντικό και μη πειστική δικαιολογία γι` αυτόν που το επικαλείται, πολλώ δε μάλλον για τον ανωτέρω συνάδελφό μας ο οποίος εξακολουθεί να «βαρύνεται» με την ιδιότητα του μαχόμενου δικηγόρου, του πρώην Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης αλλά και με την ιδιότητα του «μέλους του τμήματος δικαιοσύνης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.», ιδιότητες που δεν αποτινάσσονται με την ορκωμοσία του ως βουλευτή. Θα περιμέναμε, ως Δικηγορικός Σύλλογος Κατερίνης από τον πρώην Πρόεδρό του να έχει ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες, ώστε στο διάστημα που παρήλθε από την ανάληψη των καθηκόντων του ως βουλευτή, να είχε ήδη εισηγηθεί –και με λοιπούς βουλευτές- τις κατάλληλες τροποποιήσεις του Κώδικα. Ο Δικηγορικός κόσμος της Κατερίνης ξεπερνώντας την αρχική έκπληξη και αμηχανία που προκάλεσε η θετική στάση του συναδέλφου βουλευτή απέναντι στα ψηφισθέντα μέτρα, τον καλεί να αναλάβει από τώρα δράση και πρωτοβουλίες, ώστε πριν την έναρξη της ισχύος του ψηφισθέντος νομοθετήματος (1-1-2016), να εισηγηθεί σχετικώς στη Βουλή των Ελλήνων ώστε αυτή να υιοθετήσει τις λύσεις που υπάρχουν και έχουν ήδη προταθεί από την Ολομέλεια των Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος και τον Πρόεδρό της κ. Βασίλη Αλεξανδρή προσωπικά, για την ορθή απονομή της Δικαιοσύνης και την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών.
Κατερίνη, 25-Ιουλίου-2015
Ο Πρόεδρος
Χαράλαμπος Χρ. Μπρουσκέλης
|
Ο Γενικός Γραμματέας
Γεώργιος Νικ Μπαλάτος
|