Με επιστολή του στον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών κ. Δημήτρη Μάρδα, η οποία κοινοποιήθηκε στον Υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και
Τουρισμού κ. Γιώργο Σταθάκη, στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα και στην Πρόεδρο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών κα. Λούκα Κατσέλη, ο Πρόεδρος του ΣΕΒΕ Δρ. Κυριάκος Λουφάκης, εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για τη βιωσιμότητα και το μέλλον των ελληνικών επιχειρήσεων λόγω των προβλημάτων στη μεταφορά κεφαλαίων και την ανάληψη μετρητών. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΣΕΒΕ, βάσει των συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί εξαιτίας των τελευταίων εξελίξεων, το τμήμα της ελληνικής οικονομίας που έχει πληγεί περισσότερο είναι οι επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στο εξαγωγικό και εισαγωγικό εμπόριο.
Το βασικό πρόβλημα των εξαγωγικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο των capital controls είναι η διάρρηξη της εφοδιαστικής αλυσίδας. Ο ΣΕΒΕ επισημαίνει στην επιστολή του, ότι η ελληνική οικονομία έχει πολύ μικρό βαθμό αυτάρκειας, λιγότερο από 20%, κάτι που συνεπάγεται ότι περίπου το 80% των α’ υλών και ενδιάμεσων προϊόντων, που χρησιμοποιείται στην παραγωγική διαδικασία, είναι εισαγόμενα.
Ο Σύνδεσμος αναγνωρίζει τη σημαντική, καθημερινή προσπάθεια που γίνεται από τους εμπλεκόμενους προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα των επιχειρήσεων στις συναλλαγές τους με το εξωτερικό, ωστόσο γεγονός είναι ότι με τα σημερινά δεδομένα, οι εισαγωγείς συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν πρόβλημα, το οποίο τελικά μεταφέρεται και στις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Η πρόσφατη χαλάρωση των περιορισμών στην πληρωμή εισαγωγών που είναι απολύτως αναγκαίες για τις παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις, με ημερήσιο εγκριτικό όριο των τραπεζών ανά εργάσιμη ημέρα έως 100.000€ ανά πελάτη, δεν λειτουργεί ουσιαστικά, είναι ιδιαίτερα γραφειοκρατική και υπάρχει ο φόβος ότι θα συνεχίσει σε μεγάλο βαθμό να εξυπηρετεί κατά προτεραιότητα μόνο τις συναλλαγές που είναι αναγκαίες για τη διαφύλαξη δημόσιου ή κοινωνικού συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, εισαγωγών φαρμακευτικών ειδών, τροφίμων, πρώτων υλών και καυσίμων. Πιο συγκεκριμένα, οι αρμόδιες υποεπιτροπές στις τράπεζες, στο βαθμό που έχουν αρχίσει να λειτουργούν, δεν ανταποκρίνονται στα αιτήματα των επιχειρήσεων για εγκρίσεις συναλλαγών με το εξωτερικό. Οι επιχειρήσεις που «καίγονται» να εισάγουν πρώτες ύλες και ημιέτοιμα προϊόντα υποβάλλουν αιτήματα στα καταστήματα με τα οποία συνεργάζονται, τα οποία είτε δεν εγκρίνονται επ’ αόριστο είτε εγκρίνονται εν όλω ή εν μέρει, αλλά στη συνέχεια παγώνουν καθώς οι τράπεζες δεν προχωρούν την περαιτέρω διαδικασία ώστε οι εν λόγω εγκρίσεις να εκτελεστούν.
Διαπιστώνεται γενικότερα ότι τα όσα προβλέπονται στις ΠΝΠ και στις ΥΑ ως προς την χαλάρωση των capital controls, αν και δημιουργούν προσδοκίες στην επιχειρηματική κοινότητα, δεν εφαρμόζονται στην πράξη, προκαλώντας την εύλογη αγανάκτηση των θιγόμενων παραγωγικών και εξαγωγικών επιχειρήσεων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι τράπεζες καθυστερούν επ’ αόριστο να εγκρίνουν ακόμη και την πρόωρη λήξη προθεσμιακών καταθέσεων επιχειρήσεων στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο σχετικό πλαίσιο και ιδίως για την ισόποση εξόφληση οφειλών των επιχειρήσεων στο Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς.
Στην επιστολή του ΣΕΒΕ τονίζεται ότι, παρά την έντονη μείωση των ελληνικών εισαγωγών τα τελευταία χρόνια, οι μέσες μηνιαίες ανάγκες της χώρας μας από εισαγόμενα προϊόντα τον τελευταίο ενάμιση χρόνο ανέρχονται σε 3,9 δις ευρώ. Μάλιστα, παραδοσιακά οι μήνες: Ιούλιος, Σεπτέμβριος και Οκτώβριος, είναι από τους μήνες με τη μεγαλύτερη αξία εισαγωγών, προσεγγίζοντας τα 4,5 δις ευρώ. Ωστόσο, σύμφωνα με δημοσιεύματα, το ημερήσιο όριο το οποίο έχουν στη διάθεσή τους οισυστημικές τράπεζες για εμβάσματα εξωτερικού υπολογίζεται συνολικά στα 17 εκ. ευρώ. Αν το ποσό αυτό είναι αληθές, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι αυτόαδυνατεί να καλύψει έστω και το 10% των συνολικών εισαγόμενων αγαθών.Ακόμα και μεγαλύτερο να είναι τελικά το ποσό αυτό ή να αυξηθεί τις επόμενες ημέρες, πάλι το έλλειμμα σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων είναι τρομακτικά μεγάλο και αυτό αποδεικνύεται στην πράξη από τα προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω. Θα πρέπει επομένως να βρεθεί μία λύση έτσι ώστε η κατάσταση αυτή να εξομαλυνθεί το συντομότερο δυνατό.
Με αυτά τα δεδομένα ο ΣΕΒΕ ζητά να ληφθεί κατά προτεραιότητα μέριμνα για τηνάμεση απελευθέρωση των διασυνοριακών συναλλαγών για τις συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες εισαγωγής/εξαγωγής προϊόντων και υπηρεσιών ώστε να αποκατασταθεί η εφοδιαστική αλυσίδα και - έστω και σταδιακά - η απρόσκοπτη παραγωγή/μεταποίηση και η εξαγωγή.
Ακόμα, αναγκαία είναι η αποκατάσταση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Ειδικότερα μάλιστα σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα ΟΑΕΠ-Εξωστρέφεια θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα από τις τράπεζες η υπογραφή των συμβάσεων ενεχυρίασης μεταξύ συνεργαζόμενων τραπεζών και εξαγωγικών επιχειρήσεων για κάθε συναλλαγή για να συνεχιστεί απρόσκοπτα το πολύ χρήσιμο αυτό πρόγραμμα ασφάλισης-χρηματοδότησης του Οργανισμού.
Τέλος, σε ότι αφορά το ποσό που μπορούν να διαθέτουν σε μετρητά τα φυσικά πρόσωπα κατά την παραμονή τους στο εξωτερικό, ο ΣΕΒΕ κρίνει ότι το ποσό θα πρέπει να αυξηθεί από τις 2.000 ευρώ, που ισχύει σήμερα, τουλάχιστον στο διπλάσιο ανά πρόσωπο, καθώς ειδικά για κάποιες συγκεκριμένες χώρες το ποσό αυτό κρίνεται χαμηλό, ειδικά για τους εξαγωγείς και τα στελέχη εξαγωγικών επιχειρήσεων. Αυτό μάλιστα είναι επιτακτικό καθώς η αποδοχή ελληνικών χρεωστικών και πιστωτικών καρτών στο εξωτερικό για αγορές αγαθών και υπηρεσιών συνεχίζει να είναι προβληματική, εξαρτώμενη, μεταξύ άλλων, από το ημερήσιο όριο ποσού, το οποίο εγκρίνεται για κάθε τράπεζα ξεχωριστά από την Επιτροπή Εγκρίσεως Τραπεζικών Συναλλαγών.