Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Ο λωτός παραμένει ένα άγνωστο φρούτο στην Ελλάδα αν και υπήρχε από την αρχαιότητα


Ο λωτός παραμένει ένα άγνωστο φρούτο στην Ελλάδα αν και υπήρχε από την αρχαιότητα
Ο λωτός είναι ο καρπός της λησμονιάς ανέφερε ο Όμηρος στην Οδύσσεια. Λωτοί υπήρχαν από την αρχαιότητα στην Ελλάδα. Δεν γνωρίζουμε αν ήταν αυτοί που έφαγαν οι σύντροφοι του Οδυσσέα. Σίγουρα όμως δεν είναι ίδιοι με εκείνους που έφεραν οι Ισπανοί από την Άπω Ανατολή στην
Ευρώπη. Υπάρχουν δύο ποικιλίες λωτών αυτοί που είναι στυφοί στη γεύση και για να φαγωθούν πρέπει να μαλακώσουν και αυτοί που τρώγονται σκληροί. Οι οργανωμένες καλλιέργειες λωτού στην Ελλάδα είναι ελάχιστες. Η όχι τόσο μεγάλη εξάπλωση του λωτού στην Ελλάδα, οφείλεται στο γεγονός ότι τα πρώτα φρούτα που ήρθαν στην αγορά ανήκαν στις στυφές ποικιλίες, δηλαδή τρώγονταν μόνο όταν είχαν ωριμάσει πολύ καλά και μετά την πλήρη ωρίμανση συντηρούνταν για πολύ λίγο χρονικό διάστημα. Πάντως το τελευταίο χρονικό διάστημα στη χώρα μας αυξήθηκαν οι εισαγωγές λωτών. Καθοριστικός παράγοντας στην αποδοχή του λωτού από τους καταναλωτές υπήρξε η εισαγωγή από μεγάλες αλυσίδες πολυκαταστημάτων νέων ποικιλιών που δεν είναι στυφές και τρώγονται όπως το μήλο.

Στην Ευρώπη παράγονται σήμερα πάνω από 100.000 τόνοι λωτών, που καλύπτουν τις ανάγκες των ευρωπαίων καταναλωτών. Στις ευρωπαϊκές αγορές κυριαρχεί η Ιταλία με 51.000 τόνους, ενώ ανερχόμενη δύναμη είναι η Ισπανία που μόλις την τελευταία τριετία έφτασε την ετήσια παραγωγή της στους 70.000 τόνους από τους οποίους εξάγει το 62%. Η μεγάλη χώρα παραγωγής λωτού στην παγκόσμια αγορά είναι η Κίνα. Ακολουθούν Κορέα, Ιαπωνία και Βραζιλία, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν μπει δυναμικά στην συστηματική καλλιέργεια του λωτού η Ν. Αφρική, η Αυστραλία, η Ινδία και η Τουρκία.

Ο κ. Δημήτρης Αθανασάκης, παραγωγός από τη Βέροια, γνώρισε το συγκεκριμένο φρούτο πριν από περίπου 20 χρόνια, όταν ο πατέρας του άρχισε να το καλλιεργεί. Από τα 20 στρέμματα στα οποία καλλιεργεί λωτούς, ο κ. Αθανασάκης παίρνει ετησίως 100 τόνους. «Ο πατέρας μου ξεκίνησε να καλλιεργεί λωτούς από το 1989. Μέσα Οκτωβρίου είναι η περίοδος που μαζεύονται οι καρποί. Από παλιά υπήρχαν ντόπιες ποικιλίες στην Ελλάδα που όμως εξαφανίζονται. Αυτές οι ποικιλίες έβγαζαν στυφούς καρπούς. Οι νέες ποικιλίες έρχονται από την Κίνα και τρώγονται σαν τα μήλα», τονίζει στον ΑγροΤύπο και προσθέτει: «Η ζήτηση στην Ελλάδα ήταν και θα είναι μειωμένη. Τους λωτούς τους προτιμούν κυρίως Πόντιοι, αλλά και μετανάστες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Είναι ένα φρούτο που το συναντά κανείς στην Κίνα, αλλά και στη χώρα μας υπήρχε σε εξαιρετικά μικρές ποσότητες. Πρόκειται για έναν καρπό με ιδιαίτερα γλυκιά γεύση. Πριν κάποια χρόνια πουλούσαμε σε καλές τιμές αλλά τα τελευταία χρόνια η τιμή ακολουθεί πτωτική πορεία. Οι Έλληνες θα δοκιμάσουν μια φορά τον λωτό από περιέργεια αλλά δεν είναι φρούτο ευρείας κατανάλωσης. Η τιμή στην ελληνική αγορά κυμαίνεται 1 - 1,5 ευρώ το κιλό».

Ο κ. Σπύρος Λιονάκης, καθηγητής δενδροκομίας στο ΤΕΙ Κρήτης, αναφέρει στον ΑγροΤύπο τα εξής: «Ενώ οι Ιταλοί και οι Ισπανοί έχουν καταφέρει να το διαφημίσουν τον λωτό στους καταναλωτές και να υπάρχει μεγάλη κατανάλωση στην Ελλάδα ακόμη παραμένει άγνωστος. Υπάρχουν δύο ποικιλίες λωτών αυτοί που είναι στυφοί στη γεύση και για να φαγωθούν πρέπει να ωριμάσουν και αυτοί που είναι σαν τα αχλάδια που δεν είναι στυφοί. Επειδή οι Έλληνες καταναλωτές ήρθαν σε επαφή με τους στυφούς λωτούς δεν τους προτίμησαν. Οι νέες ποικιλίες που εισάγονται στην Ελλάδα δεν είναι στυφές και είναι πολύ καλές στη γεύση. Παρόλα αυτά η ζήτηση είναι ακόμη μικρή. Αν δεν υπάρχει κατανάλωση δεν μπορεί να υπάρχει ενδιαφέρον για καλλιέργεια. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα που έκανα, καλλιεργούνται περίπου 1.000 στρέμματα με λωτούς. Πάντως σήμερα εισάγονται λωτοί στην χώρα μας από το Ισραήλ σε τιμές πολύ υψηλές, που κυμαίνονται γύρω στα 6 ευρώ το κιλό. Είναι μια ενδιαφέρουσα καλλιέργεια. Οι περιοχές που ταιριάζουν στην καλλιέργειά του είναι αυτές που έχουν λίγο κρύο, αφού είναι δέντρο που αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες. Κατά την χειμερινή περίοδο διάφορες ποικιλίες του αντέχουν σε ελάχιστες θερμοκρασίες ακόμα και -15°C».

Σταύρος Παϊσιάδης
info@agrotypos.gr

http://www.agrotypos.gr/index.asp?mod=articles&id=68130