Τετάρτη 18 Ιουλίου 2018

Ελλάδα-FYROM. Όταν οι ευκαιρίες γίνονται ήττες - Ερώτηση για το GDPR

Ελλάδα-FYROM: Οι ευκαιρίες που έγιναν ήττες!

Του Δημήτρη Μάρδα
Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Β’ Θεσσαλονίκης


Το τραίνο των λύσεων στην εξωτερική πολιτική δεν περνά πολλές φορές. Πρώτη ευκαιρία για να λυθεί το ονοματολογικό με τα Σκόπια δόθηκε κατά την περίοδο της διάλυσης του Γιουγκοσλαβίας το 1992. Αφού χάθηκε τότε η δυνατότητα για μη χρήση του όρου «Μακεδονία» από τη γειτονική χώρα, οι σκέψεις για «Νέα Μακεδονία» ή «Σλαβο-Μακεδονία» άρχισαν να κερδίζουν έδαφος από το 1993.
 Η χρήση του άστρου της Βεργίνας από τα Σκόπια, σε συνδυασμό με την ονομασία προκάλεσαν το εμπάργκο της Ελλάδας κατά των βορείων γειτόνων στις 16 Φεβρουαρίου του 1994. Ήταν μια πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου, η οποία όμως αντιμετωπίστηκε αρνητικά τόσο από τον τότε υπουργό Εξωτερικών όσο και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η Επιτροπή προσέφυγε κατά της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καθώς θεώρησε ότι το εμπάργκο παραβίαζε τους κανόνες του κοινοτικού εμπορίου (βάσει του Άρθρων 113, 224 και 225 της Συνθήκης της Ρώμης). Ζήτησε τη λήψη προσωρινών μέτρων που θα οδηγούσαν στο άνοιγμα των συνόρων ως την εκδίκαση της υπόθεσης.
Το Δικαστήριο όμως απέρριψε τις αιτιάσεις της Επιτροπής δικαιώνοντας την Ελλάδα στις 29 Ιουνίου 1994.
Κι ενώ μετά την απόρριψη των προσωρινών μέτρων η κυρίως δίκη εξελισσόταν υπέρ της χώρας, η Επιτροπή φοβούμενη τις εξελίξεις αυτές απέσυρε τις κατηγορίες της, οπότε η υπόθεση έκλεισε.
Κατά την πορεία της δίκης όμως, τόσο ο Εισαγγελέας όσο και ο Εισηγητής του Δικαστηρίου τάχθηκαν υπέρ των Ελληνικών θέσεων. Κι εδώ υπάρχουν γραπτά κείμενα!
Αν συνέχιζε η υπόθεση ή αν εκμεταλλευόμασταν ό,τι προσέφερε εκείνη η δίκη, η «Ενδιάμεση Συμφωνία» της 13 Σεπτεμβρίου του 1995, θα μπορούσε να είχε άλλο περιεχόμενο.
Η «Ενδιάμεση Συμφωνία» πρόσφερε μια δεύτερη ευκαιρία για επίλυση του ονοματολογικού προβλήματος. Επισημαίνεται βέβαια ότι όλες οι συζητήσεις (όπως και οι αποφάσεις 817 και 845 του ΟΗΕ) επικεντρώνονταν μόνο σε μια διαφορά, στο όνομα!
Να σημειωθεί επίσης ότι το 1995 τέθηκε σε εφαρμογή η Τελωνειακή Ένωση ΕΕ-Τουρκίας. Εκεί ανταλλάξαμε τη ψήφο μας υπέρ της Τουρκίας, έναντι πάλι της μη χρήσης του όρου «Μακεδονία» από τα Σκόπια.
Πολλοί εταίροι μας όμως, όχι απλά αθέτησαν κι εδώ το λόγο τους (όπως και το 1992) αλλά παραβίασαν ακόμη κι αυτή τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1993), που πρόβλεπε την αποδοχή των αποφάσεων του ΟΗΕ από τα κράτη-μέλη. Η χρήση του όρου FYROM διεθνώς προήλθε από απόφαση του ΟΗΕ.
Η Ενδιάμεση Συμφωνία έληξε το 2002. Κι ενώ ήταν εμφανείς οι προθέσεις των γειτόνων με την κατάφορη παραβίαση άρθρων της Συμφωνίας, (π.χ. Άρθρο 7 περί αποφυγής πράξεων αλυτρωτισμού)οι εδώ κυβερνήσεις απλά μετέθεταν το πρόβλημα μη χρησιμοποιώντας τα «εργαλεία» που διέθεταν.
Ειδικότερα, κύριο, αν όχι ύστατο πλέον μέσο πίεσης εκ μέρους της Ελλάδας ήταν η «Συμφωνία της Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-FYROM». Αυτή κυρώθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2003, δηλαδή μετά τη λήξη ισχύος της Ενδιάμεσης Συμφωνίας.
Αντί λοιπόν να πιέσει η Ελληνική κυβέρνηση τα Σκόπια γι’ επίλυση όλων των προβλημάτων, απειλώντας με την μη κύρωση της εν λόγω Συμφωνίας, την ενέκρινε αμαχητί.
Να σημειωθεί βέβαια ότι στο άρθρο 4 της «Συμφωνίας Σύνδεσης ΕΕ-FYROM», αναφέρεται η υποχρέωση της πΓΔΜ «για καλή γειτονία..,» κάτι που ήταν απόλυτα αντίθετο με την έξαρση του αλυτρωτισμού στη γειτονική χώρα.
Η Ελλάδα μπορούσε να κλείσει το επίμαχο ζήτημα σε όλες του τις πτυχές τότε, αξιοποιώντας τη συγκεκριμένη Συμφωνία και εγκαταλείποντας την απραξία. Από τη στιγμή που χάθηκε κι αυτή η ευκαιρία, το μέλλον ήταν προδιαγεγραμμένο. Η βέλτιστη λύση είχε χαθεί! Τα τετελεσμένα ετών οδηγούσαν πια σε άλλες λύσεις.