Την απάντησή της στην ερώτηση του ευρωβουλευτή Κώστα Χρυσόγονου σχετικά με τις ανησυχητικές διαστάσεις που λαμβάνει η υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και η
έξαρση του φαινομένου της τοκογλυφίας στα χρόνια της κρίσης έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης και της απάντησης.
έξαρση του φαινομένου της τοκογλυφίας στα χρόνια της κρίσης έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης και της απάντησης.
Ερώτηση:
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η υπερχρέωση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και η μείωση του δανεισμού από πιστωτικά ιδρύματα έχουν οδηγήσει σε δραματική έξαρση του φαινομένου της τοκογλυφίας στην Ελλάδα. Τα ενεχυροδανειστήρια και οι παρατράπεζες πολλαπλασιάζονται[1].
Η τοκογλυφία αποτελεί πρόβλημα που προσπαθούν να αντιμετωπίσουν, είτε μέσω του αστικού τους δικαίου είτε με ποινικές ρυθμίσεις, 21 κράτη μέλη της ΕΕ[2]. Παρόλα αυτά, η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία των δανειοληπτών[3] δεν θέτει ανώτατα όρια στο κόστος του χρήματος, το οποίο αφήνει να ρυθμίζεται από τις εθνικές νομοθεσίες.
Ερωτάται η Επιτροπή:
Α. Υπάρχουν στοιχεία για την αύξηση του φαινομένου της τοκογλυφίας στην Ευρώπη, και ειδικά στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, τα τελευταία αυτά χρόνια της οικονομικής κρίσης;
Β. Υπάρχει σχέδιο για την οργανωμένη αντιμετώπιση της τοκογλυφίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Απάντηση
Η τοκογλυφία δεν ορίζεται ούτε ρυθμίζεται σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν διαθέτει στοιχεία σχετικά με το φαινόμενο της τοκογλυφίας στην Ευρώπη, ώστε να σχολιάσει συγκεκριμένες τάσεις στα κράτη μέλη. Αυτή τη στιγμή, δεν υπάρχει σχέδιο για τον καθορισμό εναρμονισμένης προσέγγισης σχετικά με την καταπολέμηση της τοκογλυφίας στην Ευρώπη.
Όσον αφορά την οδηγία 2005/29/ΕΚ (ΕΕ L 149 της 11.06.2005), ενώ η ίδια δεν απαγορεύει τοκογλυφικές πρακτικές αυτές καθαυτές, οι διατάξεις της απαγορεύουν πρακτικές που είναι αντίθετες προς τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας και στρεβλώνουν ουσιωδώς την οικονομική συμπεριφορά των καταναλωτών. Στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να θεσπίζουν πιο περιοριστικούς κανόνες με σκοπό να απαγορεύουν, για παράδειγμα, κάθε περίπτωση τοκογλυφικής πίστωσης.
Στόχος της ευρωπαϊκής νομοθεσίας στον τομέα των πιστώσεων είναι να διασφαλίσει ότι οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση σε σαφείς και συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τις πιστώσεις που ενδέχεται να επιλέξουν. Για παράδειγμα, η οδηγία 2008/48/ΕΚ για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστωσης (ΕΕL 133 της 22.05.2008) προβλέπει το δικαίωμα του καταναλωτή να ενημερώνεται για τα χαρακτηριστικά και το κόστος της καταναλωτικής πίστης με τυποποιημένο τρόπο. Επιπλέον, η οδηγία ορίζει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πιστωτές — συμπεριλαμβανομένων των μη τραπεζικών ιδρυμάτων — εποπτεύονται από οργανισμό ή αρχή ανεξάρτητη από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ή διέπονται από κανονιστικές ρυθμίσεις.
[1] Ήρα Έμκε-Πουλοπούλου, Το κόστος της κρίσης και η άδικη κατανομή του στην Ελλάδα, Ελληνική Εταιρεία Δημογραφικών Μελετών, 2015, σελ.115
[1] http://ec.europa.eu/internal_m arket/finservices-retail/docs/ credit/irr_report_en.pdf, σελ. 45
[1] Οδηγία 2008/48/ΕΚ για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης, Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά
[1] Ήρα Έμκε-Πουλοπούλου, Το κόστος της κρίσης και η άδικη κατανομή του στην Ελλάδα, Ελληνική Εταιρεία Δημογραφικών Μελετών, 2015, σελ.115
[3] Οδηγία 2008/48/ΕΚ για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης, Οδηγία 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά