Γράφει ο Όμηρος Τσάπαλος
Ο μεγάλος μεταπολεμικός ηγέτης της Γερμανίας, Κόνραντ Αντενάουερ, πίστευε ακράδαντα
ότι ισχυρή δημοκρατική διακυβέρνηση χωρίς ισχυρό δημοκρατικό κόμμα δεν μπορεί να υπάρξει. Οι οργανωτικές μεταρρυθμίσεις, η πίστη σε νέους πολιτικούς και η ενίσχυση της αντιπροσώπευσης των πολιτών (και όχι απλά των μελών) στις συλλογικές διαδικασίες στο κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίας (CDU) υπήρξαν τέτοιες που κατέστησαν το κόμμα κυρίαρχη πολιτική δύναμη για πάνω από 20 χρόνια, αμέσως μετά τον Πόλεμο. Είναι το ίδιο κόμμα που συνεχίζει να κυριαρχεί στην γερμανική πολιτική σκηνή αλλά και που δίνει το στίγμα του και στα υπόλοιπα κεντροδεξιά κόμματα της Ευρώπης.
Στην Ελλάδα όταν εννοούσαμε ισχυρό κόμμα εννοούσαμε σχεδόν πάντα το ισχυρό πελατειακό κόμμα. Τον ενδιάμεσο φορέα μεταξύ του κράτους και των ωφελημένων του που λειτουργούσε ως διεκπεραιωτής «κοινωνικών αιτημάτων» με σκοπό την διαιώνιση του κόμματος στην εξουσία. Σήμερα, που η δυνατότητα παρέμβασης στο κράτος δεν υπάρχει (γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν θέσεις στο Δημόσιο προς διορισμό ημετέρων αλλά και κρατικό χρήμα για την υλοποίηση των «κοινωνικών αιτημάτων»), τα κόμματα ψάχνουν να βρουν ρόλο και λόγο ύπαρξης ικανό για να σταθούν επάξια απέναντι στα ισχυρά δημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, αλλά κυρίως απέναντι στις συνειδήσεις των εξοργισμένων πολιτών.
Η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει το σοβαρότερο πρόβλημα επιβίωσης, οργανωτικής ανασυγκρότησης αλλά και δημιουργίας συλλογικής ταυτότητας στα 40 χρόνια ύπαρξης της. Το κόμμα του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, περνώντας τα τελευταία χρόνια μέσα από τις παλινωδίες του Μνημονίου, τους καιροσκοπισμούς των πολιτικών της «ηγητόρων», τις συγκρούσεις, τα πισωγυρίσματα αλλά και τις λανθασμένες στρατηγικές ετών, βρίσκεται σήμερα μπροστά στο σταυροδρόμι που χωρίζει την φυγή προς τα εμπρός και την κυκλική επιστροφή στο παρελθόν.
Η κατάσταση που επικρατεί είναι μια κατάσταση οργανωτικής αποσύνθεσης από την βάση προς το πάνω (και αυτό είναι ακόμη χειρότερο για ένα κόμμα εξουσίας). Αυτό που επικρατεί είναι ένας στείρος διαχωρισμός σε εσωκομματικές φατρίες αλλά και μια αρένα προσωπικών επιδιώξεων και καιροσκοπισμών που δεν ανταποκρίνονται στο συλλογικό πνεύμα ενός κόμματος εξουσίας αλλά αντιθέτως αποσκοπούν στο να διασώσουν εαυτούς ακόμα και αν το κόμμα καταρρεύσει από την αφερεγγυότητα των αντιπροσώπων του (το τελευταίο παράδειγμα του Αργύρη Ντινόπουλου είναι χαρακτηριστικό για το πώς σκέφτεται και συμπεριφέρεται μεγάλη μερίδα πολιτικών στελεχών εντός της Νέας Δημοκρατίας).
Ισχυρό κόμμα εξουσίας χωρίς επιστροφή στην κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν μπορεί να υπάρξει μια ολική επαναφορά της Νέας Δημοκρατίας αν δεν εμπιστευθεί νέους ανθρώπους, νέους επιστήμονες, νέους πολιτικούς που ΔΕΝ προέρχονται από τον κομματικό σωλήνα των πανεπιστημίων και των φοιτητικών νεολαιών. Δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή Νέα Δημοκρατία αν δεν επέλθει ολοκληρωτική εκκαθάριση στα μητρώα του κόμματος ανθρώπων που έβλαψαν τον τόπο με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους. Δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή Νέα Δημοκρατία αν δεν επιστρέψει στην υπεράσπιση της αλήθειας και δεν αποβάλει λαϊκιστές που έχουν κάνει επάγγελμα την παραπλάνηση των πολιτών μέσω της εκμετάλλευσης των συμβόλων. Δεν μπορεί να υπάρξει ισχυρή Νέα Δημοκρατία χωρίς την εκ του μηδενός σύνταξη ενός στρατηγικού σχεδίου ανάκτησης και επαναδημιουργίας της συλλογικής της ταυτότητας. Μια ταυτότητα που οφείλει να εδράζεται στις βασικές αρχές του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού, όπως τον εξέφρασε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, θα ορίζει το κόμμα ως θεματοφύλακα των ευρωπαϊκών αξιών στην χώρα, θα τονίζει την λαϊκή βάση και προέλευση του κόμματος, αλλά δεν θα ξεχνά και την σύγχρονη πραγματικότητα στην Ευρώπη.
Ένα ισχυρό χριστιανοδημοκρατικό κόμμα, ευρωπαϊκού προσανατολισμού, με ένα σωστό μείγμα φιλελεύθερης και συντηρητικής πολιτικής και με ισχυρή λαϊκή βάση προερχόμενη όχι από τα συνδικάτα και τις κομματικές νεολαίες αλλά από τα ίδια τα σπλάχνα της ελληνικής κοινωνίας, είναι το ζητούμενο για τα επόμενα 40 χρόνια της Νέας Δημοκρατίας. Είναι το ζητούμενο για τον νέο ισχυρό, πολυσυλλεκτικό, δυναμικό κεντροδεξιό πόλο στην Ελλάδα, που θα δίνει προτεραιότητα στο μέλλον και όχι στην συντήρηση του παρελθόντος. Ενός παρελθόντος που μεταφράζεται σε κουρασμένα πρόσωπα και αργοκίνητες φιγούρες. Παραγοντιστές των διαδρόμων που ψάχνουν να βρουν λόγο ύπαρξης σε μια νέα πραγματικότητα που έχει ανάγκη από ρεαλισμό και λογική, από αλήθεια και ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες και όχι δημόσιες σχέσεις, ψέμα και κυριαρχία του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης έναντι της συλλογικής προσπάθειας.
Οι πιθανότητες μετασχηματισμού της Νέας Δημοκρατίας στο κόμμα που περιγράψαμε προτού γίνουν εκλογές και προτού καταρρεύσει η δυναμική της είναι μηδαμινές. Και αυτό γιατί η Πολιτική Ιστορία στην Ελλάδα έχει διδάξει ότι για να δούμε οραματικά και μακροπρόθεσμα πρέπει πρώτα να έχει καταστραφεί ολοκληρωτικά η πρότερη κατάσταση που μέχρι τότε θεωρούταν καθεστώς. Και όπως είπε ο αντίστοιχος Εθνάρχης της Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ, «Ιστορία είναι το σύνολο των πραγμάτων που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί».
Το τέλος της Νέας Δημοκρατίας όπως την μάθαμε μοιάζει αναπόφευκτο. Καιρός λοιπόν να γραφτεί ξανά Ιστορία.