Φεύγει θλιμμένος κι ο Αύγουστος -ούτε φέτος ήταν ένας καυτός Αύγουστος, παρά τις ευχές, κάθε χρόνο τα ίδια ευχόμαστε και τις ίδιες απογοητεύσεις περνάμε και έτσι πορευόμαστε
στη ζωή μας τη σκυφτή.
Εκεί που λες που καθόμουνα στο μουτσουνοφιλοτέφτερο και έχανα τον χρόνο μου, αφού έτσι κι αλλιώς για χάσιμο τον έχω, έπεσα πάνω σε έναν κοντοχωριανό μου, ένα νεαρό παιδί , τον Μανώλη, που όντας έξαλλος με τα πολιτικά κόμματα του καθεστώτος μας, διαπληκτιζόταν επ΄αυτού με έναν άλλο χασομέρη, κομματικός του Συ.Ριζ.Α. αυτός ο τελευταίος -από τους παλιούς, όχι τους όψιμους, και επειδή χασομέρης άνθρωπος είπαμε ότι είμαι κι εγώ, έκατσα και του έγραψα τις σκέψεις που μου γέννησε η πίστη που εκδήλωνε στο πρόσωπο του «Σωτήρα», αυτού του περιβόητου κ. Σώρρα που έχει βάλει στην άκρη –λέει- 600 δισεκατομμύρια ευρώ για να μας σώσει.
Αγαπητέ Μανώλη, δεν γνωριζόμαστε –του έγραψα- και δεν μου πέφτει και λόγος για τη γνώμη που έχεις για τα κόμματα, αν και, αν θες να ξέρεις, κατά βάθος συμφωνώ απόλυτα μαζί σου σε αυτό το θέμα. Όμως δεν ξεκίνησα να γράψω αυτό το μήνυμα για να συζητήσουμε για τα πολιτικά κόμματα και τα αποκόμματα ή τα ανδρείκελα τύπου μπάρμπα-Φανούρη που γιορτάζει και σήμερα και χρόνια του πολλά, δεν μου πάει να του πω, που γλυκάθηκε, λέει, ο πολιτικός αγύρτης και θέλει να γίνει και Πρόεδρος της Τηλεδημοκρατίας μας!
Να τα αφήσω όμως αυτά, Μανώλη μου, για να σου πω τι μου έκανε εντύπωση μαζί σου: δεν είναι η απέχθειά σου για τα κόμματα, είναι ότι εσύ, ένας νέος άνθρωπος, περιμένεις να έρθει ο από μηχανής θεός. Να έρθει κάποιος, να βάλει τα λεφτά του για να σε σώσει. Να μπαλώσει τις τρύπες που χάσκουν στα δημόσια ταμεία και να περισσέψουνε και λίγα λεφτουδάκια παραπάνω για να μπορέσει ξανά ο άλλος να ξοδέψει και να αρχίσει πάλι ο κόσμος να αγοράζει όλα αυτά τα εισαγόμενα καλούδια, που τόσα χρόνια αγοράζαμε αμέριμνοι. Τι καλά που θα ήταν να ξανάνοιγαν τα μαγαζιά, να προσλάμβαναν οι μαγαζάτορες τους απολυμένους υπαλλήλους, να κινηθεί η αγορά και να φάει ο κοσμάκης ψωμάκι, που λέμε. Ευσεβής πόθος και ουδείς ψόγος.
Όμως, αγαπητέ Μανώλη, λυπάμαι που θα στο πω, αλλά δυστυχώς, δεν υπάρχει τέτοιος άνθρωπος που θα βρεθεί για να σου δώσει το χρήμα για να ξαναχτίσεις τα γκρεμισμένα σου όνειρα κι ούτε φυσικά και ο «Σωτήρας» που λατρεύεις και περιμένεις σαν τον Μεσσία πρόκειται ποτέ δώσει τα ωραία του λεφτά για να σε σώσει. Ειλικρινά λυπάμαι, αλλά έτσι είναι.
Δεν ξέρω αν θυμάσαι, αλλά πριν κάμποσο καιρό κατέρρευσε η Κύπρος για δέκα δισεκατομμύρια ευρώ –τόσα τους λείπανε για να πατήσουνε πόδι ο Κύπριοι στα σχέδια του ευρωπαϊκού ιερατείου. Δεν ξέρω αν κι εσύ το σκέφτηκες τότε. Εγώ, πάντως, και πολλοί άλλοι, το σκεφτήκαμε το πράγμα και είπαμε ο ένας στον άλλο: Αν ήσουν ο –πώς τον-λενε, ο Σώρρας , δεν θα έδινες στην Κύπρο τα 10 μύρια που ζητούσε –τι θα ήταν 10 αν είχες στην καβάτζα 600 και βάλε? Θα τα έδινες! Στο κάτω-κάτω της γραφής, δάνειο θα έκανες στους Κύπριους αδελφούς, ομόλογα θα σου τυπώνανε και θα έπαιρνες και το κάτι τις σου από τον τόκο, ένα συμβολικό ας πούμε επιτόκιο -όχι τίποτα αγριάδες σαν κι αυτές που κάνουνε οι τοκογλύφοι- για να βγουν οι Κύπριοι αδελφοί από τη δύσκολη θέση. Συγχρόνως θα αποδείκνυες και στον κάθε καχύποπτο και σε όλον τον ντουνιά ότι δε λες σαχλαμάρες κι ότι οι τσέπες του παντελονιού σου είναι γεμάτες ζεστό χρήμα στην υπηρεσία του έθνους.
Αλλά για δες, βρε Μανώλη μου! Δεν το σκέφτηκε ο πολυεκατομμυριούχος και το σκέφτηκα εγώ κι ο κάθε άλλος τυχάρπαστος? Καλά, εμείς οι κοινοί άνθρωποι είμαστε εξυπνότεροι από τον αυτοδημιούργητο Κροίσο? Αποκλείεται, βρε συ Μανώλη, σου λέω εγώ!
Αλλά για δες, βρε Μανώλη μου! Δεν το σκέφτηκε ο πολυεκατομμυριούχος και το σκέφτηκα εγώ κι ο κάθε άλλος τυχάρπαστος? Καλά, εμείς οι κοινοί άνθρωποι είμαστε εξυπνότεροι από τον αυτοδημιούργητο Κροίσο? Αποκλείεται, βρε συ Μανώλη, σου λέω εγώ!
Γιατί δεν το έκανε, λοιπόν, κάπως έτσι? Όχι γιατί δεν το σκέφτηκε αλλά γιατί δεν τα είχε, αγαπητέ μου Μανώλη τα χρήματα. Δεν το λέω εγώ, το λένε οι τράπεζες κι αν ξέρεις και λίγα αγγλικά για να διαβάσεις, αν θέλεις, εδώ είναι γραμμένα, με ονόματα, τηλέφωνα και φαξ.
Δεν υπάρχει μία (!) και απορώ ποιος πληρώνει το νοίκι της οργάνωσης «END» στο λιμάνι των Χανίων! Κανένας ρομαντικός, αφελής φουκαράς σαν κι εσένα, υποθέτω.
Δεν υπάρχει μία (!) και απορώ ποιος πληρώνει το νοίκι της οργάνωσης «END» στο λιμάνι των Χανίων! Κανένας ρομαντικός, αφελής φουκαράς σαν κι εσένα, υποθέτω.
Αλλά ούτε αυτό είναι το σημαντικότερο, φίλε μου Μανώλη!
Το πραγματικά σημαντικό είναι ότι κάποιος πρέπει τα πάρει τα ηνία της Ελλάδας από τα χέρια των Ολετήρων που μας κυβερνούν! Αυτή τη στιγμή, ο κοντινότερος, ο επικρατέστερος να το κάνει αυτό το πράγμα είναι ο Συ.Ριζ.Α. κι επειδή ούτε ο Σώρρας ούτε κανένας άλλος επίδοξος σωτήρας δεν υπάρχει για να έρθει να μας σώσει, πρέπει μόνοι μας να σωθούμε και όλοι μας να πάρομε τις αποφάσεις μας. Όποιες αποφάσεις κι αν πάρομε όμως, θα πρέπει να ξέρομε ότι πρέπει να ανασκουμπώσομε τα μανίκια και να πιάσομε τη φασίνα, μπας και καταφέρομε να ξεμαγαρίσομε τον τόπο.
Στο τέλος-τέλος, αν όπως πολλοί φοβόμαστε, τα κάνει σαν τα μούτρα του κι ο Συ.Ριζ.Α. τότε κατάμαυρο φίδι που μας έφαγε όλους -κι αυτό, κανέναν μας δεν συμφέρει.
Αυτά του έγραψα του κοντοχωριανού μου χθες το βράδυ, αλλά τα έχει κι αυτός τα δίκια του, κι ας κάθεται άπραγος, με σταυρωμένα χέρια να περιμένει τον Σωτήρα του.
Διότι, τι να κάνει, ο άνθρωπος? Να πάει να σκάψει τη γη του πατέρα του? Ο μόχθος του θα μείνει αδιάθετος ή θα του τον αρπάξει ο αετονύχης ο έμπορος για ένα κομμάτι ψωμί και πολλές φορές ούτε τα έξοδά του δεν θα βγάλει.
Να πάει να ανοίξει μια δουλίτσα να εξασκήσει την τέχνη του? Μα θα μπλέξει! Θα τον κυνηγά το ασφαλιστικό ταμείο και η εφορία πριν καν προλάβει να σταυρώσει τον πρώτο του πελάτη.
Έτσι περιμένει τον Σώρρα, ο Μανώλης, αφού ούτε ο Χριστός ούτε η Παναγία ούτε ο Θεός ο ίδιος δεν φαίνονται πρόθυμοι να έρθουν και να βάλουν ένα χεράκι. Αλλά αυτά μας τα έχει εξηγήσει ο παππούς Αίσωπος, αιώνες τώρα και τα έχομε ξαναπεί κι αυτά...
Κάθεται, λοιπόν, με σταυρωμένα τα χέρια του ο Μανώλης, να βλέπει το χωριό του να ρημάζει, το νοσοκομείο του νομού του να ρημάζει, τα σχολεία που στέλνει τα παιδιά του να ρημάζουν. Και βρίζει τα κόμματα και τους πολιτικάντηδες, γιατί δεν τους πιστεύει -και πώς να τους πιστέψει ο δόλιος, αφού κι αυτοί μόνο αερολογίες και μπουρδολογίες είναι από το πρωί ίσαμε το βράδυ?
Μάλλιασε η γλώσσα μου να λέω τα ίδια και τα ίδια, δυο χρόνια τώρα.
Μάλλιασε η γλώσσα μου να λέω τα ίδια και τα ίδια, δυο χρόνια τώρα.
Α, όλα κι όλα! Τα 'χει τα δίκια του, ο Μανώλης, πώς να το κάνομε...