«Η Ελλάδα, δεν είναι να τη ζεις. / Να την ονειρεύεσαι μόνο».
Είναι κρίμα στις μέρες μας να είναι σχεδόν στην αφάνεια ένας σπουδαίος στην κυριολεξία ποιητής, ο Κωνσταντινουπολίτης Δημήτρης Παπακωνσταντίνου (1915-1990).
Γραφή στοχαστική, σπάνιας ευαισθησίας και παρρησίας, ερωτικού οίστρου και υπαρξιακής καταβύθισης. Θα τολμούσαμε να πούμε ότι κινείται στις παρυφές των Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη. Γραφή που διαθέτει «πικρές» αναλογίες μ’ εκείνη της Κικής Δημουλά, περισσότερο διαυγής και ευθύβολη για μας.
«Σαν έπιπλα παλιά / γεμάτα σκόνη / τα χρόνια μας. / Αστράφταν μόνο στ’ όνειρο / καθόλου στη ζωή μας».
Τον ανακαλύψαμε στα «Ποιητικά Απαντά» του (Α’και Β’ Τόμος) σε καλαίσθητη έκδοση του Ιδρύματος Ιστορικών Μελετών («φόρος τιμής προς έναν διακεκριμένο ποιητή, ασυμβίβαστο στοχαστή και φωτισμένο Δάσκαλο» σημειώνει στο μικρό προλόγισμά της η υπεύθυνη του ΙΔΙΣΜΕ, ιστορικός Ειρήνη Σαρίογλου). Ανθρωπος, χρόνος, πίστη, μνήμη, έρωτας, θάνατος, ομορφιά, όνειρο, αξιοπρέπεια, νιότη, γενέθλια γη, μοναξιά είναι τα βασικά «μοτίβα» του.
«Μεγάλο που ‘ναι ν’ αγαπάς / δεν περπατάς, πετάς και πας· μήπως και ξέρεις πού πηγαίνεις ; /Πας με των οίστρων τα φτερά / θροούν βιολιά / σπάζουν νερά / με το φεγγάρι μάγια δένεις…/ Πόνος βαθύς. Μέγ’ αγαθό. / Μια στην κορφή, μια στο βυθό / ζεις, σπαταλιέσαι και πεθαίνεις».
Απόφοιτος της Μεγάλης Σχολής του Γένους και της Φιλοσοφικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, δίδαξε για είκοσι δύο χρόνια στα σχολεία της αγαπημένης του γενέτειρας (ιδίως στο Ζάππειο) και στη συνέχεια στην Αθήνα.
«Τ’ όνειρο πάντα στη ζωή / τι λίγο που κρατεί».
Δόκιμος ποιητής αλλά και αδέκαστος κριτικός, συνεργάστηκε με σημαντικά λογοτεχνικά περιοδικά της Πόλης, της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης («Βόσπορος», «Πυρσός», «Νέα Εστία», «Ευθύνη», «Σκέψη» κ.ά). Η Ακαδημία Αθηνών τον τίμησε τρεις φορές, δύο για τις ποιητικές του συλλογές «Σκιαμαχία Α’» και «Απέκδυση» και μία για τη συνολική προσφορά του στην παιδεία και τα γράμματα της Πόλης.
* «Περισσεύουν τα χρόνια / λιγοστεύουν οι άνθρωποι».
* «Ολα τα ωραία τελειούνται στα όνειρα».
* «Ο,τι μας καίει και μας λιώνει / είναι που ζούμε πάντα μόνοι».
Ενας γνήσιος πνευματικός άνθρωπος, ασυμβίβαστος («έμεινα μονάχος κι ελεύθερος»), αφιερωμένος στο διδασκαλικό έργο του, στις αξίες («Με μόχθο σκαλίζεται της ζωής η πέτρα»), που ύμνησε τη χαρά και την πληγή της ομορφιάς, το μέγα θαύμα, το βαθύ του έρωτα.
* «Περπατάς, κι όλη την άνοιξη μοιράζεις».
* «Χειροκροτούσαν τα κύματα / την ιερή γύμνια σου».
* «Το πρόσωπό σου φως ζωής, στην ερημιά του κόσμου».
* «Κοχύλι μοιάζεις, προς το βράδιασμα, / παιχνίδι παιδικό στο κύμα».
* «Περπατώντας με τις τριανταφυλλιές / φύσηξες πρωινές θάλασσες / στην ανέστια καρδιά μου».
Νοσταλγεί το γενέθλιο τόπο του, που αναγκάστηκε ν’ αφήσει από μικρότητες «κινούμενων παστουρμάδων».
«Μουσικό της ζωής του ξημέρωμα σ’ εκείνον τον απαράμιλλο Βόσπορο… Αρχέγονη, ελληνική, αρχόντισσα θάλασσα, φωνήεσσα, χαίρε».
Προσπαθώντας να νιώσει τ’ ανερμήνευτα, αναρωτιέται: «Πώς να μάθουμε τους λαβύρινθους των άλλων / όταν δεν ξέρουμε τις κόγχες των δικών μας;».
Στωικός και πικρός όταν γράφει: «Δεν ξέρω για την επουράνια δικαιοσύνη. / Οδυνηρός μύθος η επίγεια» ή όταν λέει: «Οσο περισσότερο δίνεσαι στον κόσμο / τόσο σφοδρό το πετροβόλημα».
Αξιοπρεπής ατενίζει το τέλος: «Ο κόσμος ένα θέατρο σκιών… Καιρός να μαζεύουμε τ’ απομεινάρια της ζωής / για την ολόστερνη κάμαρα. / Η τελευταία παράσταση μας ανήκει». Δεν παύει όμως να τονίζει: «Πιστεύω στον Θεό. / Προσκυνώ την ελευθερία. / Ονειρεύομαι τον άνθρωπο».
Πριν από δύο χρόνια το ΙΔΙΣΜΕ τίμησε τη μνήμη του Παπακωνσταντίνου, με αφορμή τα δέκα χρόνια της εκδημίας του, στο θέατρο «Αλφα». Ο Στέφανος Ληναίος διακρτικά τον «υποδύθηκε» διαβάζοντας ορισμένα ποιήματά του, ενώ ο Γιώργος Νταλάρας ερμήνευσε δύο ποιήματά του σε σύνθεση του Τούρκου Σερντάρ Γιαλτσίν.
Επιμένοντας ν’ ανασύρει από τη λήθη γεγονότα, να τιμά παραγνωρισμένους ανθρώπους για τη στάση ή το έργο τους, το ΙΔΙΣΜΕ ετοιμάζει την έκδοση και του πεντάτομου έργου του «Κριτική του Βιβλίου». Αξίζει ν’ ανακαλύψετε και να εντρυφήσετε στο ποιητικό σύμπαν του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου.
Πηγη: Eλευθεροτυπία