Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Φανταστικό διήγημα: "To στιβαρό χέρι της Κάτιας"

Λαμπρό βιογραφικό. Από μικρή άριστη μαθήτρια η Κάτια και φιλομαθής. Τα χρόνια στο πανεπιστήμιο πέρασαν γρήγορα κι ανέραστα. Δεν υπήρχε καιρός ούτε όρεξη για τσιλημπουρδήματα. Εξάλλου ούτε οι συμφοιτητές ούτε οι συμφοιτήτριές της  έδειχναν κανένα
ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Κάτια. Ούτε την συναναστρέφονταν ούτε την καλούσαν στις γιορτές που έκαναν στα σπίτια τους. Δε λυπόταν καθόλου γι’ αυτήν την αδιαφορία, η Κάτια. Οι στόχοι της ήταν διαφορετικοί. Δεν πολυενδιαφέρουν όμως αυτά τα χαμένα στο βάθος του χρόνου και μισοξεχασμένα, σχεδόν μυθιστορηματικά, στοιχεία.

Αποφοιτώντας από τη Νομική με άριστα και παίρνοντας τον πρώτο της μεταπτυχιακό τίτλο στο δημόσιο δίκαιο, επίσης με άριστα, έστειλε το βιογραφικό της στην Εταιρεία. Κι εδώ θα παραλείψουμε λεπτομέρειες μυθιστορηματικού χαρακτήρα. Σημασία έχει ότι οι φιλοδοξίες της Κάτιας ήταν απέραντες και ότι ταίριαξαν απόλυτα με τους στόχους της Εταιρείας.

Τις ξέρεις δα αυτές τις ελεγκτικές εταιρείες.

Είναι αυτές οι εταιρείες που στην κορυφή τους επανδρώνονται από μία κάστα αυστηρά φιλτραρισμένων εκλεκτών και που διαχειρίζονται και εκμεταλλεύονται εκατοντάδες άλλους υπάλληλους, προσεκτικά διαλεγμένους κι αυτούς και άριστα εκπαιδευμένους για να κάνουν πάντα τη διατεταγμένη δουλειά σωστά, παραδίδοντάς την στην ώρα της.

Είναι, ας πούμε, αυτοί που με μια τους υπογραφή, μπορούν να χαρίζουν σε φίλους 700 εκατομμύρια ευρώ από το δημόσιο χρήμα, χωρίς να κουνιέται φύλλο.

Ενίοτε κάνουν και διάφορες χάρες με τις βαριές τους υπογραφές, όπως συνέβη στην περίπτωση εκείνου που έκανε τα στραβά μάτια για γνωστές τραπεζικές απάτες∙ για επιβράβευση, τον έχρισαν «υφυπουργό»!

Τέτοια πράγματα κάνουν αυτές οι ελεγκτικές εταιρείες και το περιβόητο σκάνδαλο της Enron, κάποτε στην Αμερική, είχε καταδείξει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο πόσο ελαστικούς κώδικες ηθικής –παρά τα αντίθετα διακηρυγμένα και σαφώς διατυπωμένα στα εγχειρίδια τους, έχουν αυτές οι υπερεθνικές ελεγκτικές εταιρείες. Στις κλειστές συναντήσεις των αδίστακτων ιερατείων τους με τους εκπρόσωπους της πλουτοκρατίας στα πέρατα του κόσμου, κάθε μέρα ράβονται σενάρια και ξηλώνονται άλλα που, όχι σπάνια, επηρεάζουν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. 

Η Κάτια ξεχώρισε αμέσως ανάμεσα στους προσληφθέντες εκείνης της χρονιάς! Από αυτά τα νεαρά αγόρια και τα κορίτσια που κάθε Οκτώβριο επιλέγονταν για να επάνδρωναν τα κατώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας στην Εταιρεία, οι επιφορτισμένοι από το ιερατείο με αυτή τη δουλειά, διέβλεψαν αμέσως την ευφυΐα και την προσήλωσή της στους στόχους της -και κυρίως τη δίψα για επιτυχία που έλαμπε στα μάτια της Κάτιας. Με την υποστήριξη κι έξοδα της Εταιρείας, η Κάτια αποκτούσε τους μεταπτυχιακούς της τίτλους, τον ένα μετά τον άλλο κι εμπλούτιζε συνεχώς τα τυπικά της προσόντα, βρίσκοντας παράλληλα και τις ενδεδειγμένες λύσεις για την φορολογική τακτοποίηση των αναγκών των πελατών της. Την ενδιέφερε το νόμιμο –δεν είχε χρόνο να αναζητεί το ηθικό. Επί του πρακτέου, με τα θαυμάσια κλειδιά του μυαλού της, η Κάτια ξεκλείδωνα τα πορτοπαράθυρα της νόμιμης φοροαποφυγής για τους πελάτες της. Η λεωφόρος της επαγγελματικής επιτυχίας ήταν διάπλατα ανοιχτή για την Κάτια, πόσο μάλλον που τα προσωπικά της θέματα τα άφηνε πάντα στο σπίτι, εκεί  που πήγαινε μόνο για ύπνο, ξοδεύοντας τις υπόλοιπες ώρες της ζωής της, ανάμεσα σε επίπονες συνεδριάσεις με τους συνεργάτες της και στη σκληρή μελέτη των φακέλων που έφταναν στο γραφείο της.

Η φύση της δουλειάς της, δεν θα μπορούσε να αφήσει την Κάτια για πολύ, μακριά από τα μεγάλα σαλόνια. Έπαιζε πια στα μεγάλα γήπεδα, έχοντας εξυπηρετήσει και ευαρεστήσει μερικούς από τους διασημότερους οικονομικούς παράγοντες του τόπου. Με τη δική της συνδρομή είχαν εξοικονομηθεί την τελευταία δεκαπενταετία αστρονομικά ποσά που διαφορετικά θα έρρεαν στον κρατικό κορβανά. 

Κάποια στιγμή, κατόπιν μεσολάβησης ικανοποιημένου πελάτη, ανέλαβε τη θέση νομικού σύμβουλου, extra bonus για τις εξαιρετικές υπηρεσίες της, δίπλα σε «υφυπουργό» Οικονομικών.

Στη διάρκεια εκείνης της σύντομης θητείας άρχισε να παίρνει κι από πρώτο χέρι μια καλή ιδέα για τις πραγματικές διαστάσεις της διαπλοκής και της βρωμιάς του βούρκου μέσα στον οποίο επέπλεε το σύστημα της εξουσίας που υπηρετούσε. Είδε να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια της ένα όργιο φοροαποφυγής και φοροαπάτης, ένα πανηγύρι  πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι κι αυτή η ίδια μπορούσε ποτέ να διανοηθεί, γιατί μέχρι τότε, τέτοιες υποθέσεις δεν περνούσαν ποτέ από τα χέρια της, δεν έφταναν ποτέ στα γραφεία της Εταιρείας: επρόκειτο για διάφορες φωτογραφικές διατάξεις, καταχωρισμένες σε εντελώς άσχετα νομοσχέδια που κανένας δεν ενδιαφερόταν να τα διαβάσει πριν τα ψηφίσει, παρά μόνο υπήρχαν εκεί, διατάξεις κρυμμένες, μόνο για να προστατεύουν τους χρυσοκάνθαρους που λυμαίνονταν τους δημόσιους πόρους. 

Ένα βράδυ, έχοντας μείνει μέχρι αργά μόνη στο γραφείο του πέμπτου ορόφου στην Καραγεώργη Σερβίας, κλείνοντας έναν φάκελο που έκρυβε άλλη μια εξόφθαλμη απάτη κατά του Δημοσίου, που θα πήγαινε κι αυτή στο αρχείο, ξαφνικά, κάτι σκίρτησε μέσα της. Τότε, λέει ο παραμυθάς, έλιωσε η ατσάλινη ψυχή της. Τότε, επιμένει ο παραμυθάς, ήταν που ορκίστηκε ότι κάποτε θα ερχόταν η στιγμή που θα έπαιρνε εκδίκηση για λογαριασμό όλων των αδικημένων. Δεν μπορούσε πια να βλέπει τον άνεργο και τον μεροκαματιάρη να πληρώνουν το χαράτσι για το κεραμίδι που είχαν πάνω από το κεφάλι τους με το αίμα τους, όταν ο «υφυπουργός» προϊστάμενος της με τη νομική της παράσταση, έθαβε υποθέσεις φοροκλοπής εκατοντάδων εκατομμυρίων κι εξασφάλιζε φορολογική ασυλία σε χορηγούς και πολιτικούς φίλους.

Από μια ξαφνική παρόρμηση είχε δηλώσει σε ένα φορολογικό συνέδριο ότι ο τρόπος επιβολής του ειδικού τέλους στα ακίνητα, παραβίαζε τις αρχές της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης, αλλά αμέσως μετά μετάνιωσε για αυτήν την δημόσια διατυπωμένη ειλικρίνεια -κι από τότε, είχε υποσχεθεί στον εαυτό της να κρατήσει το χαμηλό προφίλ που την είχε φέρει τόσο ψηλά, ένα βήμα από το να γίνει η νεώτερη partner στην ιστορία της Εταιρείας στα Βαλκάνια. 

Εκείνο το βράδυ, μόνη στο γραφείο του πέμπτου ορόφου στην Καραγεώργη Σερβίας, είχε πάρει τις αποφάσεις της. Θα εγκατέλειπε την κούρσα της βαλκανιονίκη. Προτιμούσε να βρεθεί επικεφαλής της γενικής γραμματείας φορολογικών εσόδων του κράτους. Αρκούσε ένα τηλεφώνημα στον κ. Παύλο και το έκανε αμέσως μόλις μαθεύτηκε η απόλυση του Χάρη. Ο κ. Παύλος όχι μόνο την αγαπούσε σαν παιδί του, έτοιμος να κάνει ό,τι περνούσε από το χέρι του για να τη βοηθήσει, αλλά στο κάτω-κάτω, είχε και εξαιρετικό –ίσως το καλύτερο βιογραφικό. Ήταν η Κάτια, ένα κόσμημα για την Εταιρεία. Θα βγει στο προσκήνιο κι ένα δικό μας παιδί, βρε αδελφέ, είχε πει ο κ. Παύλος, μιλώντας τηλεφωνικά με τον Πρωθυπουργό την ίδια κιόλας εκείνη μέρα.    

Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση, λοιπόν, κάτω από τη μύτη του συστήματος γιατί είναι δεδομένο ότι η Κάτια έχει τη δύναμη να πει το μεγάλο «όχι». Σαν έτοιμη από καιρό, χαλυβδωμένη, έχει πια αποφασίσει ότι θα άλλαζε στρατόπεδο και αντί να υπηρετεί τους πελάτες της, θα υπηρετήσει αυτή τη φορά τον ελληνικό λαό που θα ήταν πλέον ο εργοδότης της.  

Άλλωστε, αυτή ήταν και η γνώμη του περιφερειακού γραφείου της Εταιρείας, στη Φρανκφούρτη. Χρειαζόταν ένα στιβαρό χέρι για να μαζέψει τους κρυμμένους πόρους από τον παράνομα αποθησαυρισμένο πλούτο δεκαετιών. Η φοροδοτική ικανότητα των συνηθισμένων υποζυγίων που κυνηγούσε με λύσσα ο Χάρης είχε εξαντληθεί και το ελληνικό πρόγραμμα κινδύνευε με εκτροχιασμό.


Απλώς, η Κάτια δεν είχε ιδέα…  Ο κ. Παύλος είχε προτιμήσει να μην της πει τίποτα επ’ αυτού…