«Greece Offshore Licensing Round 2014» (Γύρος αδειοδότησης θαλασσίων περιοχών 2014). Με αυτόν τον τίτλο το ΥΠΕΚΑ, σε συνεργασία με την ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο και το κέντρο έρευνας για ενεργειακή διαχείριση RCEM, διοργανώνουν εκδήλωση το διήμερο 1 και 2 Ιουλίου για να παρουσιάσουν στη βρετανική πρωτεύουσα τα προς παραχώρηση οικόπεδα σε Ιόνιο και Κρήτη.
Η εκδήλωση υποστηρίζεται από το Greek Energy Forum, το Natural Gas Europe και το ESCP Europe Business School και πρόσκληση συμμετοχής έχουν λάβει πάνω από 500 εκπρόσωποι πετρελαϊκών εταιρειών, πρεσβειών και ενεργειακών φορέων.
Μέχρι και τα μέσα της περασμένης εβδομάδας συμμετοχή είχε εκδηλωθεί από περίπου 100 αποδέκτες της πρόσκλησης, ενώ οι δηλώσεις συνεχίζονται μέχρι και το τέλος του μήνα.
Ο υπουργός ΠΕΚΑ Γιάννης Μανιάτης μαζί με την ομάδα του ΥΠΕΚΑ που «έτρεξε» το φιλόδοξο project με επικεφαλής την πρόεδρο της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) Σοφία Σταματάκη θα παρουσιάσουν στην παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία τις πρώτες παραχωρήσεις για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Ελλάδα από το 1996.
12 με 15 οικόπεδα
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ο πρώτος αυτός μεγάλος γύρος παραχώρησης θα περιλαμβάνει περί τα 12 με 15 οικόπεδα.
Η χάραξή τους στηρίχτηκε στην ερμηνεία των σεισμικών δεδομένων που πραγματοποίησε η νορβηγική εταιρεία PGS , η οποία και επιβεβαίωσε τις αρχικές εκτιμήσεις για ελπιδοφόρα κοιτάσματα στην περιοχή του Ιονίου.
Η χάραξη των οικοπέδων έχει ολοκληρωθεί και κατά τις ίδιες πληροφορίες, επικυρώθηκε στη διυπουργική σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών Ευάγγελου Βενιζέλου και ΠΕΚΑ Γιάννη Μανιάτη.
Αρμόδια στελέχη περιγράφουν μια εξαιρετικά επίπονη εργασία για την τελική χάραξη των οικοπέδων που έχει λάβει υπόψη της περί τις 50 παραμέτρους, με βασικότερες τα θαλάσσια βάθη και τις περιβαλλοντικές συνθήκες που στηρίχτηκαν σε στρατηγική μελέτη του ΚΕΠΕ, προκειμένου να αποφευχθούν ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές, καθώς και τις συμφωνίες που υπάρχουν με γειτονικές χώρες όπως η Ελληνοϊταλική του 1977 που αφορούσε την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Ιόνιο.
Βασική παράμετρος της χάραξης των προς παραχώρηση περιοχών ήταν και η αποφυγή «φιλέτων», μέσα από μια προσπάθεια παντρέματος περιοχών υψηλών και χαμηλών προσδοκιών ώστε να μη μείνουν στα αζήτητα κάποιες περιοχές.
Ένας ακόμη προβληματισμός του ΥΠΕΚΑ για τη διασφάλιση επενδυτικού ενδιαφέροντος ήταν το εάν ο «πήχυς» θα πρέπει να μπει ψηλά, που σημαίνει κριτήρια που θα απευθύνονται σε πετρελαϊκούς κολοσσούς ή που θα επιτρέπουν τη συμμετοχή στον διαγωνισμό και σε μεσαίου και μικρού μεγέθους εταιρείες.
Η μάχη των "μνηστήρων"
Συγκρούστηκαν δύο απόψεις. Η μία που υποστήριζε ότι η προκήρυξη θα πρέπει να στοχεύει στις μεγάλες πετρελαϊκές και η οποία στηρίχτηκε στο δεδομένο της εξαγοράς των σεισμικών δεδομένων από τη γαλλική Total και δύο ακόμη μεγάλου μεγέθους εταιρείες, όπως και στο κατ’ αρχήν ενδιαφέρον που έχουν επιδείξει εταιρείες όπως η ConocoPhillips, η Statoil, η BP, η Shell, η ExxonMobil, η Chevron, η Noble κ.ά.
Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, η προκήρυξη θα πρέπει να θέτει κριτήριο αποδεδειγμένης εμπειρίας σε βαθιά νερά για το σύνολο των προς παραχώρηση οικοπέδων και ισχυρό ισολογισμό. Ο κίνδυνος σε αυτήν την περίπτωση, σύμφωνα με την έτερη άποψη, είναι να μην εμφανιστούν στον διαγωνισμό οι μεγάλες εταιρείες και στο μεταξύ να έχουν αποκλειστεί οι μεσαίου και μικρού μεγέθους.
Με αυτό το αντεπιχείρημα και φέρνοντας το παράδειγμα της Αλβανίας, όπου αρχικά στον διαγωνισμό εμφανίστηκε μικρού μεγέθους εταιρεία, έκανε τις πρώτες έρευνες και αφού εντοπίστηκε κοίτασμα, μπήκε η Shell με τη διαδικασία του Farm in, η έτερη πλευρά εξέφρασε την άποψη ότι ο «πήχυς» πρέπει να χαμηλώσει.
Το ποια άποψη τελικά επικράτησε θα φανεί στην προκήρυξη που αναμένεται να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αμέσως μετά την παρουσίαση στο Λονδίνο.
Στο ΥΠΕΚΑ, πάντως, κρατούν «μικρό καλάθι» για την περιοχή της Κρήτης και αυτό γιατί, όπως χαρακτηριστικά τονίζουν αρμόδια στελέχη, τα σεισμικά δεδομένα δεν έχουν τον ίδιο βαθμό ωριμότητας με αυτά του Ιονίου.
Για την περιοχή της Κρήτης το ρίσκο θα είναι αυξημένο για τους επενδυτές γιατί οι γραμμές των σεισμικών δεδομένων της PGS δεν είναι πυκνές και οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να επενδύσουν για περαιτέρω έρευνες, τονίζουν τα ίδια στελέχη, ενώ μια πρόσθετη αρνητική παράμετρος είναι και τα μεγάλα βάθη (2,5-3 χιλιάδες μέτρα) που ανεβάζουν πολύ το κόστος. Αντιθέτως, υψηλό ενδιαφέρον αναμένουν για την περιοχή του Ιονίου.
Πηγή: Καθημερινή