Τη θεωρία του βίαιου «τοκετού», της πρόσκρουσης ενός μεγάλου ουράνιου σώματος με το όνομα «Θεία», πάνω στη Γη που συντέλεσε στη δημιουργία της Σελήνης φαίνεται ότι επιβεβαιώνει μία νέα γεωχημική ανάλυση γερμανών επιστημόνων, οι οποίοι εξέτασαν
δείγματα από επιφανειακά σεληνιακά πετρώματα. Τα πετρώματα που εξετάστηκαν τα έφεραν πριν από δεκαετίες από το φεγγάρι οι αστροναύτες των διαδοχικών αποστολών «Απόλλων» της NASA (1969-1972).
Όμως, δεν έχουν όλοι οι επιστήμονες πειστεί ακόμη για το πώς δημιουργήθηκε το φεγγάρι.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Γκέτινγκεν, με επικεφαλής τον Ντάνιελ Χέρβαρτς, σύμφωνα με το BBC ανέπτυξαν μία νέα τεχνική ανάλυσης και βρήκαν μια σειρά από αχνά αλλά διακριτά χημικά «δαχτυλικά αποτυπώματα», τα οποία παραπέμπουν σε ένα ξένο σώμα μεγάλο σαν τον Άρη, που έπεσε στον πλανήτη μας πριν περίπου 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια.
Η κατακλυσμική πρόσκρουση εκτόξευσε στο διάστημα τμήματα τόσο από τη Γη όσο και από την «Θεία» (αυτό ήταν το όνομα της μητέρας της Σελήνης στην ελληνική μυθολογία), τα οποία με το πέρασμα του χρόνου αποτέλεσαν το φεγγάρι.
Μέχρι σήμερα το κρίσιμο σημείο για να θεωρηθεί επιστημονικά αξιόπιστη αυτή η -κυρίαρχη από τη δεκαετία του ΄80- θεωρία της πρόσκρουσης, η οποία φαίνεται αξιόπιστη στις προσομοιώσεις σε υπολογιστή, ήταν να επιβεβαιωθεί ότι όντως τα σεληνιακά πετρώματα διαφέρουν από τα γήινα, ακριβώς επειδή περιέχουν και απομεινάρια της δεύτερης «μητέρας» τους, της «Θείας» - κάτι που ως τώρα δεν είχε βρεθεί.
Αυτό όμως φαίνεται να διαπίστωσαν για πρώτη φορά οι γερμανοί επιστήμονες, οι οποίοι ανακάλυψαν μικρές αλλά όχι ασήμαντες διαφορές στις αναλογίες των ισοτόπων του οξυγόνου μεταξύ των πετρωμάτων της Σελήνης και της Γης. Κατά μέσο όρο, οι διαφορές είναι της τάξης των 12 μερών ανά εκατομμύριο.
«Αυτή η ανακάλυψη ενισχύει το σενάριο της γιγάντιας πρόσκρουσης. Είναι σαφώς η πιο πιθανή διαδικασία σχηματισμού του φεγγαριού. Έως τώρα υπήρχε μία μακρόχρονη διαμάχη, επειδή δεν είχαμε βρει ισοτοπικές διαφορές ανάμεσα στη Γη και τη Σελήνη», δήλωσε ο γεωχημικός Αντρέας Πακ.
«Ο επόμενος στόχος είναι να βρούμε ακριβώς πόσο υλικό της Θείας υπάρχει στο φεγγάρι», δήλωσε ο Χέρβαρτς.
Προηγούμενες εκτιμήσεις ανέβαζαν το «μερίδιο» της Θείας στη Σελήνη περίπου στο 70%, αλλά οι προκαταρκτικοί υπολογισμοί των γερμανών επιστημόνων δείχνουν μια πιο ισομερή κατανομή, ίσως 50%-50% μεταξύ Γης και Θείας.
Άλλοι επιστήμονες πάντως, εμφανίζονται πιο επιφυλακτικοί, μην αποκλείοντας ότι οι χημικές διαφορές στα ισότοπα έχουν και άλλη εξήγηση, όπως την εκ των υστέρων απορρόφηση υλικών, μετά τον σχηματισμό του φεγγαριού.
Ο καθηγητής Άλεξ Χαλιντέι του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης δήλωσε πως θα περίμενε κανείς μια πολύ μεγαλύτερη διαφορά στα ισότοπα Γης-Σελήνης, αν όντως η Θεία είχε βάλει το «χεράκι» της. Όπως είπε, οι μελέτες των μετεωριτών, οι οποίοι έχουν βρεθεί στη Γη και προέρχονται από τον Άρη, καθώς και από πιο μακρινές περιοχές του διαστήματος, δείχνουν μια πολύ μεγαλύτερη χημική απόκλιση στα ισότοπα του οξυγόνου τους σε σχέση με αυτά της Γης. Συνεπώς, πρόσθεσε, αποτελεί πρόβλημα η οριακή διαφορά στα ισότοπα μεταξύ Γης και Θείας.
Μία ριζοσπαστική εναλλακτική θεωρία από τον ολλανδό καθηγητή Ρομπ ντε Μέιγερ του Πανεπιστημίου του Γκρόνινγκεν είναι ότι δεν υπήρξε καμία Θεία ούτε πρόσκρουση, αλλά η Σελήνη δημιουργήθηκε από τα ίδια τα σπλάχνα της Γης, όταν μια φυσική πυρηνική έκρηξη λόγω συσσώρευσης πυρηνικών υλικών στο εσωτερικό του πλανήτη μας, σε βάθος σχεδόν τριών χιλιομέτρων, τίναξε στο διάστημα μεγάλα τμήματα του φλοιού και του μανδύα της Γης, τα οποία σταδιακά σχημάτισαν τον δορυφόρο μας.
Σχολιάζοντας τη νέα γερμανική μελέτη, ο Ολλανδός επιστήμονας επέμεινε στην ορθότητα της δικής του άποψης, λέγοντας πως η διαφορά των ισοτόπων είναι πολύ μικρή και πώς για να δοθεί πιο αξιόπιστη απάντηση στο αίνιγμα, «πρέπει να στείλουμε αποστολές στη Σελήνη και να ψάξουμε κάτω από τη σεληνιακή επιφάνεια για πετρώματα, που δεν θα έχουν μολυνθεί από προσκρούσεις μετεωριτών και από τον ηλιακό άνεμο».
Η Σελήνη είναι κατά κάποιο τρόπο μοναδική στο ηλιακό μας σύστημα, όπου συνολικά υπάρχουν πάνω από 150 φεγγάρια γύρω από άλλους πλανήτες, όμως είναι αμφίβολο αν κάποιο από αυτά δημιουργήθηκε τόσο βίαια όσο ο δικός μας δορυφόρος. Σχεδόν όλα πιστεύεται ότι είτε δορυφοροποιήθηκαν λόγω της βαρυτικής έλξης ενός μεγάλου πλανήτη, είτε δημιουργήθηκαν παράλληλα με αυτόν.