Οι Πρίγκηπες της δυτικής όχθης και η πορεία τους ως τον παράδεισο
«Η μουσική, αγόρι μου, είναι για να μας ταξιδεύει εκεί που δεν μπορεί να φτάσει το σώμα μας. Η μουσική είναι η γλώσσα που καταλαβαίνει η καρδιά μας, όταν οι έρωτες χτυπούν την
πόρτα. Η μουσική είναι το μέσον για να γίνουμε καλύτεροι.» Κάπως έτσι αντιλαμβάνονταν οι Πρίγκιπες της Δυτικής Όχθης τη μουσική, έτσι όριζαν την τέχνη τους. Οι πρίγκιπες αυτοί δεν είναι άλλοι από τους Πυξ Λαξ, ένα συγκρότημα σταθμός για την ελληνική μουσική που μάγεψε τους νέους, συγκίνησε τους μεγαλύτερους, κέρδισε το σεβασμό της μουσικής βιομηχανίας και άφησε ξεκάθαρα το στίγμα του στη ποικιλόμορφη, όπως αυτός ο χαρακτηρισμός μπορεί να γίνει αντιληπτός από τον καθένα μας, μουσική παραγωγή της χώρας μας.
«Το ξεκίνημα της παρέας»
Παιδικοί φίλοι, τρία απλά παιδιά από τις λαϊκές γειτονιές των Αγίων Αναργύρων, όπου έπαιξαν, μεγάλωσαν, ωρίμασαν κάνουν την αρχή μίας αξιοθαύμαστης καλλιτεχνικής πορείας. Φίλιππος Πλιάτσικας, Μπάμπης Στόκας και Μάνος Ξυδούς μαζί με λίγους φίλους δημιουργούν τους Πυξ Λαξ. Η ετυμολογία παράξενη...η λογική πίσω από το όνομα που μεταφράζεται «με κλωτσιές και γροθιές» μόνο ως προφητική μπορεί να χαρακτηριστεί αν αναλογιστούμε τη «μάχη» που επρόκειτο να ακολουθήσει μετά από λίγα χρόνια για ένα εισιτήριο για τις συναυλίες τους. Τα παιδιά καθορίζουν από την αρχή την ταυτότητα του συγκροτήματος που βρίσκεται σε απόλυτη συνάφεια με τις γειτονιές όπου δημιουργήθηκε. Μία μουσική που με έντεχνους και ροκ ήχους θα ακουμπάει στην ψυχή κάθε απλού ανθρώπου. Η πρώτη επίσημη δισκογραφική προσπάθεια φτάνει στο κοινό το 1990 με τίτλο «Τι άλλο να πεις πιο απλά», από όπου ξεχωρίζει και αγαπιέται από το νέο κοινό το κομμάτι «Με στέλνεις» που θα ηχεί για πολλά χρόνια μετά στις συναυλίες τους. Το παραμύθι συνεχίζεται ένα χρόνο μετά με το δίσκο «Ζόρικοι Καιροί», όπου ξεπηδά ο πρώτος πειραματισμός ανάμειξης περισσότερων ακουσμάτων με πολύ καλά αποτελέσματα. Οι πρώτοι ψίθυροι και τα θετικά σχόλια σε παρέες εμφανίζονται...το συγκρότημα γίνεται ευρέως γνωστό και ο κόσμος ανυπομονεί την εξέλιξή που έρχεται με τον επόμενο δίσκο με τίτλο «Ο ήλιος του χειμώνα με μελαγχολεί» το 1993 που αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη. Στο μέχρι τότε ροκ συγκρότημα εμφανίζονται τα πρώτα καθαρά λαϊκά στοιχεία με αποκορύφωμα τη συνεργασία με τον Καρρά που αφήνει πολλούς άναυδους. Οι Πυξ Λαξ δείχνουν έτσι για πρώτη φορά ξεκάθαρα την αγάπη τους προς το λαϊκό τραγούδι και πως γι’ αυτούς η μουσική δε γνωρίζει ταμπέλες.
«1994- 1999: Μαζί στην κορυφή...»
Η πενταετία που ακολουθεί αναμένεται να απογειώσει το συγκρότημα. Η πορεία προς την κορυφή μοιάζει νομοτελειακή. Το 1994 βγαίνει ο τέταρτος δίσκος τους με τον αυτοπροσδιοριστικό τίτλο «Για τους πρίγκιπες της δυτικής όχθης» που γίνεται χρυσός και θέτει τα θεμέλια των συνεργασιών με μεγάλα ονόματα της ελληνικής και όχι μόνο μουσικής σκηνής. «Ανόητες αγάπες, ανόητα φιλιά...» θα τραγουδήσουν μαζί με τους αδελφούς Κατσιμίχα και ξεπερνούν τις παλιές αγάπες δηλώνοντας μελωδικά «Δε θα δακρύσω πια για σένα». Η επιτυχία και η ευρεία αποδοχή είναι πραγματικότητα. Οι πρώτες συναυλίες ξεκινούν και οι νέοι βρίσκουν ένα αυθεντικό συγκρότημα να τους εκφράζει. Ο δίσκος «Ο μπαμπούλας τραγουδάει μόνο τις νύχτες» το 1996 γίνεται πλατινένιος. Ο κατά πολλούς πιο ώριμος και ολοκληρωμένος δίσκος του συγκροτήματος γεννά επιτυχίες που συγκλονίζουν το κοινό και γίνονται εμβατήρια του νεανικού έρωτα. «Για τις παλιές αγάπες μη μιλάς...στα πιο μεγάλα θέλω κάνουν πίσω» σιγοτραγουδούν στις συναυλίες οι πλέον πολυάριθμοι φανς του συγκροτήματος. Τίποτα δεν μπορεί να αναχαιτίσει την πορεία τους. Το 1997 η συνεργασία με το Γιώργο Νταλάρα, που αποτυπώνεται και δισκογραφικά, καταξιώνει ακόμα περισσότερο το συγκρότημα και οι συναυλίες σε όλη την Ελλάδα γνωρίζουν τεράστια απήχηση. Η επιτυχία κορυφώνεται το 1998 με το δίσκο Στίλβη όπου ξεχωρίζουν τα κομμάτια «Μοναξιά μου όλα» και «Έπαψες αγάπη να θυμίζεις», ενώ βγαίνει και το διπλό cd «Υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;» με παλιές και νέες επιτυχίες που επάξια υπάρχει σε όλα τα δωμάτια των εφήβων της εποχής καθώς αναδεικνύεται στη μεγαλύτερη επιτυχία του συγκροτήματος.
«Η πρώτη κρίση»
Μετά την τεράστια επιτυχία της πενταετίας, το συγκρότημα αποσύρεται για κάποια χρόνια και άσχημες φήμες δημιουργούνται για την εξέλιξή του. Απέχουν από τη δισκογραφία για τρία περίπου χρόνια παύοντας «αγάπη να θυμίζουν» στους φαν τους. Παρόλα αυτά, σε μία προσπάθεια διεξόδου από τα πρώτα αυτά σύννεφα, το 2001 επανέρχονται με το διπλό δίσκο «Τα δοκάρια στο γρασίδι περιμένουν τα παιδιά» που ακολουθεί την πλατινένια ρότα των προηγούμενων δίσκων. Ένα χρόνο αργότερα το συγκρότημα κυκλοφορεί το δίσκο «Από εδώ και από εκεί» με τις μεγάλες τους συνεργασίες με γνωστούς Έλληνες καλλιτέχνες και το 2003 ο προτελευταίος τους δίσκος «Χαρούμενοι στην πόλη των τρελών» σηματοδοτεί την αρχή του τέλους. Μετά τη «Στίλβη» το συγκρότημα άρχισε καταφανώς να χάνει την αυθεντικότητά του. Η πηγαία μελαγχολία, η αβίαστη έκφραση των συναισθημάτων του κοινού τους είχε μετατραπεί σε μία μηχανή παραγωγής τεχνητής «μιζέριας» που δεν έπειθε κανέναν παρά μόνο όσους ήθελαν να πειστούν. Οι συναυλίες δεν αποτελούσαν πλέον έκπληξη αλλά μία λειτουργία απόσβεσης του πρότερου μεγαλείου και των ομολογουμένως μεγάλων επιτυχιών του παρελθόντος. Όλα αυτά σε συνδυασμό με κάποιες διαφορές μεταξύ των μελών του συγκροτήματος έδειχναν αναπόφευκτα το δρόμο προς το τέλος.
«Τέλος δίχως τέλος»
«Η πρώτη κρίση»
Μετά την τεράστια επιτυχία της πενταετίας, το συγκρότημα αποσύρεται για κάποια χρόνια και άσχημες φήμες δημιουργούνται για την εξέλιξή του. Απέχουν από τη δισκογραφία για τρία περίπου χρόνια παύοντας «αγάπη να θυμίζουν» στους φαν τους. Παρόλα αυτά, σε μία προσπάθεια διεξόδου από τα πρώτα αυτά σύννεφα, το 2001 επανέρχονται με το διπλό δίσκο «Τα δοκάρια στο γρασίδι περιμένουν τα παιδιά» που ακολουθεί την πλατινένια ρότα των προηγούμενων δίσκων. Ένα χρόνο αργότερα το συγκρότημα κυκλοφορεί το δίσκο «Από εδώ και από εκεί» με τις μεγάλες τους συνεργασίες με γνωστούς Έλληνες καλλιτέχνες και το 2003 ο προτελευταίος τους δίσκος «Χαρούμενοι στην πόλη των τρελών» σηματοδοτεί την αρχή του τέλους. Μετά τη «Στίλβη» το συγκρότημα άρχισε καταφανώς να χάνει την αυθεντικότητά του. Η πηγαία μελαγχολία, η αβίαστη έκφραση των συναισθημάτων του κοινού τους είχε μετατραπεί σε μία μηχανή παραγωγής τεχνητής «μιζέριας» που δεν έπειθε κανέναν παρά μόνο όσους ήθελαν να πειστούν. Οι συναυλίες δεν αποτελούσαν πλέον έκπληξη αλλά μία λειτουργία απόσβεσης του πρότερου μεγαλείου και των ομολογουμένως μεγάλων επιτυχιών του παρελθόντος. Όλα αυτά σε συνδυασμό με κάποιες διαφορές μεταξύ των μελών του συγκροτήματος έδειχναν αναπόφευκτα το δρόμο προς το τέλος.
«Τέλος δίχως τέλος»
«Θέλουμε να κρατήσουμε το όνομα Πυξ Λαξ ψηλά στην υπόληψη του κόσμου, να μείνει στην ιστορία σαν ένα αγαπημένο και λαοφιλές group. Δεν έχουμε δικαίωμα να χαλάσουμε αυτό το όνομα γιατί έτσι θα προδώσουμε όλους όσοι το αγάπησαν. Αυτό το όνομα πρέπει να μείνει ψηλά» είχε δηλώσει ο Φίλιππος Πλιάτσικας. Φαίνεται πως και οι ίδιοι είχαν ήδη συνειδητοποιήσει πως έχει αρχίσει η κάθοδος, μία κάθοδος όχι μόνο ποσοτική, αλλά κυρίως ποιοτική, καλλιτεχνική. Ύστερα από συνεχείς φήμες για διάλυση του συγκροτήματος που είχαν ξεκινήσει από τα προηγούμενα χρόνια, το 2004 το ίδιο το συγκρότημα δηλώνει επισήμως το τέλος του προκαλώντας ανάμεικτα συναισθήματα στο κοινό, θλίψη, νοσταλγία ακόμα και ανακούφιση. Η αυλαία πέφτει στις 18 Σεπτεμβρίου με μία μεγάλη τελευταία συναυλία του συγκροτήματος στο Λυκαβηττό όπου θα βρεθούν πάνω στη σκηνή μαζί με το συγκρότημα η Χάρις Αλεξίου, ο Γιώργος Νταλάρας και άλλοι συνεργάτες στην πορεία του συγκροτήματος. Η συναυλία ηχογραφείται και κυκλοφορεί λίγο καιρό μετά με τίτλο «Τέλος» ολοκληρώνοντας τη μουσική προσφορά του συγκροτήματος.
Αποτελεί κοινό τόπο ότι οι Πυξ Λαξ αποτελούν ορόσημο στη μουσική παραγωγή της χώρας και το πιο επιτυχημένο και αγαπημένο γκρουπ που πέρασε ποτέ από την ελληνική μουσική πραγματικότητα.. Αγαπήθηκαν για την απλότητα και το συναισθηματισμό τους. Θεωρήθηκαν οι εκφραστές και τα εναλλακτικά πρότυπα των νέων της εποχής και αγαπήθηκαν χωρίς όρια. Επικρίθηκαν για τη στάση τους απέναντι στα media, για την κατά πολλούς πλαστή αντιδραστικότητά τους, για τις μεταξύ τους διαφωνίες, για τα εμπορικά κίνητρά τους και την καλλιτεχνική τους έκπτωση καθώς πλησίαζε το τέλος. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν πέρασαν απαρατήρητοι από κανένα και αυτό είναι που τελικά αποδεικνύει την αξία τους. Δε θα πάψουν ποτέ όμως να αποτελούν τη μουσική γέφυρα που θα μας μεταφέρει στο παρελθόν με νοσταλγία. Κάποια μεγάλη επιτυχία τους δηλώνει ότι οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο. Αν αυτό ισχύει τότε οι Πυξ Λαξ ήδη διασκεδάζουν τους αγγέλους...
Αποτελεί κοινό τόπο ότι οι Πυξ Λαξ αποτελούν ορόσημο στη μουσική παραγωγή της χώρας και το πιο επιτυχημένο και αγαπημένο γκρουπ που πέρασε ποτέ από την ελληνική μουσική πραγματικότητα.. Αγαπήθηκαν για την απλότητα και το συναισθηματισμό τους. Θεωρήθηκαν οι εκφραστές και τα εναλλακτικά πρότυπα των νέων της εποχής και αγαπήθηκαν χωρίς όρια. Επικρίθηκαν για τη στάση τους απέναντι στα media, για την κατά πολλούς πλαστή αντιδραστικότητά τους, για τις μεταξύ τους διαφωνίες, για τα εμπορικά κίνητρά τους και την καλλιτεχνική τους έκπτωση καθώς πλησίαζε το τέλος. Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν πέρασαν απαρατήρητοι από κανένα και αυτό είναι που τελικά αποδεικνύει την αξία τους. Δε θα πάψουν ποτέ όμως να αποτελούν τη μουσική γέφυρα που θα μας μεταφέρει στο παρελθόν με νοσταλγία. Κάποια μεγάλη επιτυχία τους δηλώνει ότι οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο. Αν αυτό ισχύει τότε οι Πυξ Λαξ ήδη διασκεδάζουν τους αγγέλους...