εφαρμογή των σκληρών μέτρων του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Οι τραπεζίτες αναμένουν, ωστόσο, ότι η κορύφωση των επισφαλειών θα γίνει στο τρέχον έτος και από το 2012 θα υπάρξει σταδιακή αποκλιμάκωσή τους, αναλόγως με τον ρυθμό ανάκαμψης της ελληνικής Οικονομίας.
Η επιδείνωση της ποιότητας των δανεικών χαρτοφυλακίων των τραπεζών θεωρείται δεδομένη από την ύφεση και την περαιτέρω συρρίκνωση των εισοδημάτων από τα σκληρότερα μέτρα που θα τεθούν σε εφαρμογή με βάση το μεσοπρόθεσμο.
Το μέγεθος της συρρίκνωσης των εισοδημάτων είναι ανησυχητικό για τη δυνατότητα των δανειοληπτών να εξοφλούν στο μέλλον ομαλά τις υποχρεώσεις τους.
Είναι ενδεικτικό ότι από τον Μάρτιο του 2010 μέχρι και τον Μάρτιο του 2011 –δηλαδή χωρίς να υπολογίζεται η δυσκολότερη περίοδος που ακολουθεί–, έχει αυξηθεί κατακόρυφα το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν ότι έχουν μειώσει τις δαπάνες στο νοικοκυριό τους λόγω της οικονομικής ύφεσης. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Focus Bari για τον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης στα ελληνικά νοικοκυριά, ενώ τον Μάρτιο του 2010 το ποσοστό των νοικοκυριών που δήλωνε ότι είχε προχωρήσει σε περικοπές δαπανών ανερχόταν σε 52%, και τον Σεπτέμβριο του 2010 είχε ανέβει στο 66%, τον φετινό Μάρτιο το ποσοστό αυτό εκτοξεύτηκε στο 83% του συνόλου του δείγματος. Για 6 στους 10 Έλληνες, ως βασικότερος λόγος που οδήγησε στις περικοπές δαπανών και τον περιορισμό της κατανάλωσης, εμφανίζεται η πραγματική μείωση του εισοδήματός τους.
Η επιδείνωση της ποιότητας των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών έχει προεξοφληθεί και από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία ενόψει και των αυστηρότερων κριτηρίων για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών που θεσπίζει η Βασιλεία ΙΙΙ, θα αναθέσει σε διεθνή οίκο την αξιολόγηση δείγματος των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των πανευρωπαϊκών stress tests. Η σχετική μελέτη που θα είναι έτοιμη στα τέλη Νοεμβρίου θα καταδείξει και το ύψος των νέων κεφαλαίων που θα χρειαστούν οι τράπεζες ώστε να αναπληρώσουν απώλειες στα ίδια κεφάλαιά τους από διαγραφές δανείων.
Μέχρι τότε οι τράπεζες συνεχίζουν εντατικά τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης των οφειλών πελατών τους, χωρίς πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όπως υπολογίζεται, το 20% των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών έχει περάσει σε καθεστώς ρύθμισης οφειλών, και το ποσοστό αυτό μπορεί να φτάσει και στο 30%. Οι αναχρηματοδοτήσεις οφειλών φαίνεται πως πετυχαίνουν «με την πρώτη» για το 1/3 των δανείων που τίθενται σε καθεστώς ρύθμισης, με τα υπόλοιπα 2/3 να χρειάζονται και δεύτερη ρύθμιση προκειμένου να μην περάσουν σε καθεστώς οριστικής καθυστέρησης.
Όπως αναφέρουν τραπεζίτες, εάν οι τράπεζες δεν είχαν προχωρήσει σε εκτεταμένες ρυθμίσεις οφειλών, τότε ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων για το 2010 θα βρισκόταν στο 12% - 13% από 10,4% όπου έκλεισε τελικά. Με τις ρυθμίσεις οφειλών και με δεδομένο ότι το κρισιμότερο τρίμηνο για τον καθορισμό του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι το τελευταίο τρίμηνο του έτους, ο σχετικός δείκτης φαίνεται να αυξάνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα ανά τρίμηνο.
http://bankwars.blogspot.com/2011/06/14_30.html