Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

ΝΕΑ Σειρά Άρθρων Αντώνη Ζαρκανέλα - Οι Γερμανοί στην Αθήνα (1941) - Κυβέρνηση Τσολάκογλου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Η ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ - ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ - ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ, ΤΟ ΚΚΕ - Η ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ - Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ (ΨΑΡΡΟΣ, ΕΔΕΣ, ΕΑΜ) - ΑΛΛΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ (1).


Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
           
            Οι Γερμανοί εισήλθαν στην Αθήνα την 27η Απριλίου του 1941, Κυριακή του Θωμά. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών μετέδιδε το τελευταίο μήνυμα: «Αδέλφια ψηλά τις καρδιές. Έλληνες πάνω απ΄ολα η Ελλάδα. Ύστερα από λίγο, μην ακούτε αυτό το Σταθμό. Ο Σταθμός αυτός δεν θα είναι πια Ελληνικός…». Ξανάνοιξε στις 12-9-1944, όταν έφυγαν οι Γερμανοί..
            Το πρωί της 28ης Απριλίου, ημέρα Δευτέρα, άρχιζε, για τους Αθηναίους αλλά και για ολόκληρη την Ελλάδα, η μεγάλη νύκτα της Κατοχής. Οι Αθηναίοι και κυρίως στο κέντρο γύρω από την πλατεία Συντάγματος αλλά και στους κεντρικούς οδικούς άξονες, Πατησίων, Κηφισίας κλπ., που συνδέουν την Αθήνα με τα βόρεια προάστεια, δεν κοιμήθηκαν από τον θόρυβο των πάσης φύσεως τροχοφόρων οχημάτων. Στρατιωτικά καμιόνια, θωρακισμένα οχήματα, αναρίθμητες μοτοσυκλέτες έφθασαν στην Πλατεία Συντάγματος, την κατέλαβαν και την μετέτρεψαν σε έναν απέραντο χώρο στάθμευσης. Οι σκονισμένοι, ταλαιπωρημένοι Γερμανοί στρατιώτες ήταν η δεύτερη εικόνα που δεν θα ξεχνούσαν οι Αθηναίοι. Όμως εκείνο που τους έμεινε ιδιαίτερα στη μνήμη τους ήταν οι περίεργοι, οξείς και βαρείς θόρυβοι της γερμανικής πολεμικής μηχανής που εγκαθίστατο στην Πλατεία Συντάγματος (π.χ. οπλισμός παντός τύπου, βαρέλια με καύσιμα, τοποθέτηση πασσάλων για τη στήριξη του αγκυλωτού συρματοπλέγματος φύλαξης του χώρου στάθμευσης κλπ).
          Όπως σε όλη την Ελλάδα η πρώτη εμφάνιση των Γερμανών έκανε τους πολίτες, από περιέργεια, να μαζεύονται στις πλατείες των μεγάλων πόλεων, έτσι και στο κέντρο της Αθήνας και, ιδιαίτερα εκεί, ο κόσμος συνέρρεε από περιέργεια όχι μόνον να δει, τους Γερμανούς αλλά και να ακούσει κάτι, να μάθει.. Τι γίνεται. Τί θα γίνει. Αν θα υπάρξει Κυβέρνηση. Βγήκαν, δεν βγήκαν εφημερίδες... Και όπως γίνεται πάντοτε στις περιπτώσεις αυτές, η πληροφόρηση της «Αρβύλας» έδινε και έπαιρνε.  Στην Ακρόπολη κυματίζει η Σβάστικα.. Στο μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, στην οδό Πανεπιστημίου, όπου εγκαθίστανται γερμανικές στρατιωτικές υπηρεσίες, επίσης κυματίζει η γερμανική σημαία του Γ’ Ράιχ.
          Οι πρώτες ημέρες ήταν πλήρεις ειδήσεων, από κάθε πηγή... Οι δια ζώσης ειδήσεις που εναλλάσσονταν ταχύτατα επικρατούσαν.. Η μόνη επίσημη πηγή, ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών, μετέδιδε μόνον γερμανική κλασσική μουσική ώσπου κάποια στιγμή αναγγέλλεται ότι ο νέος «πρωθυπουργός» θα μιλήσει στον Ελληνικό Λαό. Ως νέος «πρωθυπουργός» αναφέρεται το όνομα του Στρατηγού Γ. Τσολάκογλου.

Η ΠΡΩΤΗ ΚΑΤΟΧΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΟΡΚΙΖΕΤΑΙ

           Ήδη στις 29 Απριλίου 1941 ορκιζόταν η πρώτη κατοχική κυβέρνηση του ελληνικού Κράτους, που τώρα, από «Βασίλειον της Ελλάδος» είχε μετονομαστεί σε «Ελληνική Πολιτεία». Την ορκωμοσία αρνήθηκε, παρόλον ότι απειλήθηκε από τριμελή γερμανική επιτροπή ανωτάτων αξιωματικών που τον επισκέφθηκε, να τελέσει ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος και έγινε ενώπιον του πρωθιερέα του Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου Καρύτση.  Πρωθυπουργός ορκιζόταν ο Στρατηγός Τσολάκογλου Γ. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος δύο ημέρες πριν όταν του ζήτησαν να συμμετάσχει σε επιτροπή παράδοσης της πόλεως των Αθηνών είχε πεί: «Οι Έλληνες Ιεράρχες δεν παραδίνουν ποτέ ελληνικές πόλεις σε ξένους».
          Η νέα κυβέρνηση ήταν 11μελής και περιελάμβανε 5 ανώτατους διοικητές του στρατού που όλοι τους είχαν διαπρέψει στα Αλβανικά βουνά εναντίον των Ιταλών, έναν πρώην αξιωματικό του ναυτικού καθώς και 5 καθηγητές Πανεπιστημίου ή πολίτες. Ο Στρατηγός Τσολάκογλου είχε αναλάβει, τις συμπυκνωμένες και τραγικές εκείνες λίγες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας του 1941, ως Διοικητής εκτός του Γ’ Σ.Σ. και του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), μία πρωτοβουλία, που κανένας στην ανώτατη πολιτικο-στρατιωτική ηγεσία δεν έπαιρνε και προχώρησε σε συνθηκολόγηση με τους προελαύνοντες προς νότον και δυτικά, προς την Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο, Γερμανούς. Αυτή ήταν μια στρατιωτική πράξη που δυστυχώς δεν δικαιώνει κανένα στρατιωτικό αφού θεωρείται ατιμωτική έστω και αν είναι απαραίτητη, σε πολλές περιπτώσεις, για να αποφευχθούν περιττές απώλειες ζωών στρατιωτών. Η δεύτερη πράξη του, αυτή του να ορκισθεί ως πρωθυπουργός σε Κατοχική Κυβέρνηση στην υπηρεσία του εχθρού-κατακτητή, έχει πολύ μεγάλο ηθικό βάρος. Θα μπορούσε να την αποφύγει ο ίδιος. Το βέβαιο είναι ότι οι Γερμανοί θα εύρισκαν κάποιον άλλο..
          Όσον αφορά την συνθηκολόγηση, ο ΖΑΟΥΣΗΣ 2015(1987) παρουσιάζει σε έκταση και σε βάθος το πολιτικό και στρατιωτικό υπόστρωμα των ημερών εκείνων με λεπτομέρειες που επιτρέπουν στον αντικειμενικό μελετητή της περιόδου εκείνης να αποφανθεί αν έπρεπε ή δεν έπρεπε η επίσημη Ελλάδα, η Κυβέρνηση, το Γενικό Επιτελείο, αφού σταθμίσουν τα πραγματικά περιστατικά, να διατάξουν ή τη συνέχιση του πολέμου ή να αποδεχθούν τη μοιραία συνθηκολόγηση. Δεν έγινε αυτό και έτσι έμεινε στους ανώτατους στρατιωτικούς διοικητές του καταρρεύσαντος μετώπου το δίλημμα ή να οδηγήσουν τους ταλαιπωρημένους  στρατιώτες σε αχρείαστη και περιττή σφαγή σε συνθήκες κατάρρευσης του πολεμικού μετώπου ή να αναλάβουν μόνοι τους την ατιμωτική, για στρατιωτικούς, πράξη της συνθηκολόγησης που, όμως, θα εξασφάλιζε την ασφαλή επιστροφή των στρατιωτών στις εστίες τους αλλά και τη χώρα από περαιτέρω αιμορραγία. 
          Η ανάληψη της ευθύνης σχηματισμού Κυβέρνησης υπό τους Γερμανούς και της διακυβέρνησης της χώρας από στρατιωτικούς οι οποίοι είχαν διακριθεί στον πόλεμο αυτό για τη γενναιότητα και την αυτοθυσία τους ήταν κάτι άλλο που δεν εμπίπτει ευθέως στο πεδίο των αρμοδιοτήτων τους και θα μπορούσαν να την αποφύγουν.  Η κυβέρνηση Τσολάκογλου αν και στιγματισμένη με το στίγμα του «δοσιλογισμού» και «του συνεργάτη των Γερμανών», αναλάμβανε  όπως αναφέρει ο ΕΑΜίτης μη Κομμουνιστής ιστορικός ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ 2011 (1973) «..το άχαρο και επικίνδυνο έργο να περισυλλέξει τα ερείπια και να γιατρέψει τις πληγές του λαού, κάτω από τις συνθήκες μιας στυγνής Κατοχής» και «.. κατέβαλε κάθε προσπάθεια να δαμάσει το χάος και να επιβάλει κάποια τάξη» δίνοντας έτσι «..μια ψευδαίσθηση ότι η ζωή ξανάβρισκε τον ρυθμό της» (Τομ.1, σελ. 49). Ο ίδιος Ιστορικός μιλώντας για τους συγκεκριμένους στρατηγούς λέει μεν ότι «..πολέμησαν με αυτοθυσία και στη συνέχεια συνθηκολόγησαν και έγιναν υπουργοί σε μία κυβέρνηση των κατακτητών», θέτει όμως και ένα ερώτημα - δίλημμα: Ήταν «συνειδητοί προδότες», «φιλόδοξοι», «καιροσκόποι» που «ήθελαν να επωφεληθούν μέσα στον χαλασμό» ή «θέλησαν πραγματικά να προφυλάξουν τον στρατό και τον λαό από την εξόντωση»;  Η άποψη του Γρηγοριάδη είναι υπέρ του δεύτερου σκέλους της ερώτησης, δηλαδή ότι «θέλησαν πραγματικά να προφυλάξουν τον στρατό και τον λαό από την εξόντωση». Ο ίδιος ιστορικός θεωρεί ότι με δεδομένο τον αναμφισβήτητο ηρωισμό τους, δεν θα πρέπει να τους κατατάξουμε στην κατηγορία του Κουΐσλιγκ (Νορβηγός αξιωματικός και πολιτικός φασιστικών πεποιθήσεων). Εξάλλου, όπως αναφέρει και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στο βιβλίο του «Τα Χρόνια του Μεγάλου Πολέμου» (σελ. 30-32), ο Τσολάκογλου δεν υπήρξε συνεργάτης των Γερμανών που είχε προσυνεννοηθεί μαζί τους, ούτε υπήρξε αρχηγός Πέμπτης Φάλαγγας προετοιμάζοντας την είσοδο των Γερμανών, όπως έκανε ο Νορβηγός Κουΐσλιγκ αλλά «..διακρίθηκε σαν πατριώτης πολεμιστής μέχρι την τελευταία στιγμή και έπειτα «εκάμφθη».

(Συνεχίζεται)