Μέσα από αυτές τις χρηματαποστολές, η ΤτΕ ενίσχυσε την αξία των χαρτονομισμάτων που είχε στο θησαυροφυλάκιό της κατά 5,26 δισ. ευρώ και μπόρεσε να αποτρέψει ένα bank run με καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα, σύμφωνα με προαναγγελία του Βήματος από το βιβλίο της ΤτΕ «Το χρονικό της μεγάλης κρίσης 2008 – 2013» που παρουσιάζεται την προσεχή Τετάρτη.
Όπως αναφέρεται, από το ξέσπασμα της κρίσης στις αρχές του 2010 ως τις βουλευτικές εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012, η αξία των μετρητών που είχαν στα χέρια τους οι Έλληνες υπερδιπλασιάστηκε και ανήλθε σε 47,7 δισ. ευρώ έναντι 20 δισ. ευρώ πριν από την κρίση.
Τα επιπλέον 28 δισ. ευρώ περίπου, αφορούν λεφτά που απέσυραν οι Έλληνες από τις τράπεζες και έκρυψαν σε θυρίδες, χρηματοκιβώτια, συρτάρια, στρώματα και αλλού, φοβούμενοι ενδεχόμενη επιστροφή στη δραχμή.
Οι χρηματαποστολές
Η τάση αυτή ανάγκασε την Τράπεζα της Ελλάδος να εφοδιάσει τις τράπεζες με υπερδιπλάσια μετρητά από ότι συνήθως, ώστε να είναι σε θέση να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση και να αποφευχθεί το μοιραίο.
Ήταν μια σύνθετη επιχείρηση για τον επικεφαλής της ΤτΕ Γιώργο Προβόπουλο, καθώς η κεντρική τράπεζα έπρεπε να διασφαλίσει ότι και το τελευταίο ΑΤΜ, του πιο απομακρυσμένου τραπεζικού καταστήματος δεν έπρεπε να ξεμείνει από μετρητά. Διότι, όπως προκύπτει από τη διεθνή εμπειρία (Αργεντινή κ.τλ.) αρκεί η είδηση ενός και μόνο άδειου ΑΤΜ για να ξεσπάσει ένα bank run, όταν όλοι τρέχουν να σηκώσουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες.
Μάλιστα, όπως επισημαίνεται στο βιβλίο, ο ρυθμός αύξησης της ζήτησης δεν ήταν ομαλός. «Υπήρχαν μέρες που η αρνητική ειδησεογραφία προκαλούσε αυξημένες εκροές, αναφέρεται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ υπήρξαν 11 εβδομάδες με εκροές πάνω από 1 δισ. ευρώ. Κορυφαία ήταν η εβδομάδα πριν τις επαναληπτικές εκλογές του 2012, όταν έφτασαν τα 3 δισ. ευρώ.
Οι αγορές χρυσών λιρών
Η ανησυχία των Ελλήνων δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στις εκροές καταθέσεων. Ανάλογη ήταν η τάση και στην αγορά χρυσών λιρών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, έντονη ήταν η αβεβαιότητα τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2010, όταν η χώρα μπήκε σε μνημόνιο.
Τότε αγοράστηκαν από την κεντρική τράπεζα 68.000 λίρες, σε σύνολο 194.500 που πούλησε ολόκληρο το έτος. Επίσης, 104.000 λίρες αγοράστηκαν το πεντάμηνο Οκτωβρίου 2011 – Φεβρουαρίου 2012, όταν η αστάθεια έγινε έντονη εξαιτίας του δημοψηφίσματος στο οποίο ήθελε να προσφύγει ο Γ. Παπανδρέου, και της κυβέρνησης συνεργασίας του Λ. Παπαδήμου.
Έγκαιρες επισημάνσεις για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων
Για το πώς έφτασε η χώρα στη χρεοκοπία, στο βιβλίο σημειώνεται ότι η ΤτΕ είχε προειδοποιήσει πολύ νωρίς για τις αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και την ανάγκη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ως προς τη λειτουργία των αγορών, το επιχειρηματικό περιβάλλον και τη λειτουργία του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Ο κ. Γ. Προβόπουλος, τόσο σε ομιλία του στο τέλος του 2008, αλλά και νωρίτερα, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, σημείωνε την ανάγκη να συνεχιστεί και να ενταθεί η δημοσιονομική προσαρμογή.
«Η θέση αυτή», αναφέρεται, «διατυπώθηκε σε μια εποχή που ισχυρές φωνές συνηγορούσαν για μια πιο επεκτατική πολιτική ενίσχυσης της ζήτησης κατά τα πρότυπα τότε άλλων ευρωπαϊκών χωρών που είχαν θεσπίσει δημοσιονομικά κίνητρα για τον ίδιο σκοπό. Η ΤτΕ υποστήριζε ότι δεν υπήρχαν περιθώρια για μια παραδοσιακού τύπου επεκτατική πολιτική και τούτο, για τρεις λόγους: το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα, το ύψος του δημοσίου χρέους και το μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η δημοσιονομική προσαρμογή, εκτιμούσε η ΤτΕ, έπρεπε να επιτευχθεί με μείωση των πρωτογενών δαπανών, βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων δαπανών και περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Οι επισημάνσεις αυτές αποτελούσαν πάγια θέση της ΤτΕ από την τελευταία έκθεση του κ. Λουκά Παπαδήμου το 2002 και τις επαναλάμβανε σε όλους τους τόνους ο κ. Νίκος Γκαργκάνας.
Από την πλευρά του ο κ. Προβόπουλος, προκειμένου να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη σημασία αυτών των μηνυμάτων, είχε συναντήσεις πριν από τις εκλογές του 2009 με τον τότε πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή και τον τότε επικεφαλής της αντιπολίτευσης Γ. Παπανδρέου στις 2 και 9 Σεπτεμβρίου του 2009, αντίστοιχα. Και στις δυο συναντήσεις διατύπωσε την εκτίμηση ότι το έλλειμμα του 2009 θα κινούταν προς διψήφιο ποσοστό.
Μικρό το όφελος από το κούρεμα
Όσον αφορά το «κούρεμα» των ομολόγων, στο βιβλίο της Τράπεζας της Ελλάδος αναφέρεται ότι «η ΤτΕ υποστήριζε ταυτόχρονα με την ΕΚΤ και το ΔΝΤ ότι η αναδιάρθρωση του χρέους δεν ήταν ούτε αναγκαία ούτε επιθυμητή».
Θεωρούσε ότι οι στόχοι για το χρέος μπορούσαν να επιτευχθούν αν εφαρμοζόταν πιστά το πρόγραμμα και ότι το κούρεμα θα είχε «σοβαρές αρνητικές συνέπειες στα περιουσιακά στοιχεία των ασφαλιστικών ταμείων, των τραπεζών και των ιδιωτών που είχαν επενδύσει σε τίτλους του δημοσίου».
Επιπλέον, προσθέτει ότι ενώ αρχικά υπολογιζόταν ότι το χρέος θα μειωνόταν κατά 100 δισ. ευρώ, το τελικό αποτέλεσμα ήταν η μείωση του χρέους μόνο κατά 51,2 δισ. ευρώ.