Εκατό χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την δολοφονία του διαδόχου της Αυστρο-ουγγρικής μοναρχίας Franz Ferdinand και της συζύγου του στο Σεράγιεβο της Βοσνίας.
Όταν στις 28 Ιουνίου 1914 ο Σερβοβόσνιος φοιτητής Gavrilo Princip πυροβολούσε στη μέση του δρόμου από κοντινή απόσταση τον διάδοχο του θρόνου της Βιέννης – υπέκυψε λίγες ώρες αργότερα στα τραύματά του στο νοσοκομείο – κανείς δε φανταζόταν ότι το γεγονός θα γίνει η αφορμή για την ξέσπασμα ενός πολέμου, που αργότερα θα αναφερόταν ως ο «μεγάλος πόλεμος».
Ο «μεγάλος πόλεμος» θεωρήθηκε ως η «πρώτη καταστροφή του 20ουαιώνα» - σύμφωνα με μια ρήση του Αμερικανού διπλωμάτη και ιστορικού George F. Kennan - και η βίαιη ιστορική περίοδος που ακολούθησε έως το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παρομοιάστηκε με τον Τριακονταετή Πόλεμο.
Σήμερα η ιστορική επιστήμη έχει αναθεωρήσει πολλούς από τους ισχυρισμούς που συνδέθηκαν με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, γεγονός, ωστόσο, παραμένει ότι η έκρηξή και η διεξαγωγή του καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την πορεία της Ευρώπης και της ανθρωπότητας κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, έχοντας συνέπειες ακόμη και στον 21ο αιώνα, εάν λάβουμε υπόψη μας τις πρόσφατες εξελίξεις στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και την περίφημη συμφωνίαSykes-Picot (Συμφωνία Μικράς Ασίας –Asia Minor Agreement).
Ο «μεγάλος πόλεμος» ήταν ο δοκιμαστικός σωλήνας στον οποίο προετοιμάσθηκαν και δοκιμάσθηκαν όλες οι τεχνολογίες, οι στρατηγικές και οι ιδεολογίες που καθόρισαν τις επόμενες δεκαετίες του 20ου αιώνα.
Η έναρξη του από αφορμή τη δολοφονία στο Σαράγιεβο του Αυστριακού διαδόχου του θρόνου συνοδεύτηκε από την παραλυτική πεποίθηση όλων των πλευρών ότι πρόκειται για έναν πόλεμο που θα λήξει πολύ σύντομα και, φυσικά, θα στεφθεί με επιτυχία για την πατρίδα ενός εκάστου που συμμετείχε. Όλοι οι άνθρωποι , όταν συγκεντρώνονταν, λίγες εβδομάδες αργότερα, στους δρόμους του Βερολίνου, της Βιέννης, του Παρισιού, του Λονδίνου και της Αγίας Πετρούπολης, για να χαιρετήσουν τους στρατιώτες που συγκεντρώνονταν για να μεταφερθούν στο μέτωπο, εμφορούνταν από αυτή την αισιόδοξη πεποίθηση. Ήσαν βέβαιοι πως σύντομα η πατρίδα τους θα νικήσει. Στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι ήταν ένας πόλεμος διαφορετικός από εκείνους που είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα.
Αντίπαλοι σε αυτόν τις πρώτες τέσσερις εβδομάδες ήταν οι δυνάμεις της Κεντρικής Ευρώπης, Γερμανία και Αυστροουγγαρία και από την άλλη πλευρά οι δυνάμεις της «τριπλής συμμαχίας», της «Αντάντ», της Ρωσίας, της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας στις οποίες προστίθεντο και η Σερβία, το Μαυροβούνιο και η Ιαπωνία. Το ουδέτερο Βέλγιο ενεπλάκη στον πόλεμο μετά την άρνησή του να υποκύψει στο τελεσίγραφο της γερμανικής πλευράς, ενώ τον Οκτώβριο του 1914 εισήλθαν στον πόλεμο η Τουρκία και το Οκτώβριο του 1915 η Βουλγαρία στο πλευρά των Κεντρικών Δυνάμεων. Η «Αντάντ» ενισχύθηκε το Μάιο του 1915 με την είσοδο στο πόλεμο της Ιταλίας, ενώ το 1916, το παράδειγμά της ακολούθησαν η Πορτογαλία και η Ρουμανία. Την ίδια χρονιά εισήλθε η χώρα μας στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της «Αντάντ» μετά τη γνωστή ιστορικά εμφυλιοπολεμική περιπέτεια των δύο κυβερνήσεων Αθήνας και Θεσσαλονίκης και την έναρξη στην ελληνική ιστορία του φαινομένου του λεγόμενου «εθνικού διχασμού», που σφράγισε τις πολιτικο-κομματικές εξελίξεις τις επόμενες δεκαετίες.
Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε στο παγκόσμιο προσκήνιο ως μεγάλη δύναμη τις ΗΠΑ, ήταν το καταλυτικό γεγονός για το ξέσπασμα της Ρωσικής Επανάστασης, επέφερε τη διάλυση των Αυτοκρατοριών στην Ευρώπη και το φαινόμενο της εθνοκάθαρσης ως μέσο επίτευξης πολιτικών σκοπών. Και ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη η λήξη του επισφραγίστηκε με την Συνθήκη των Βερσαλλιών, η χώρα μας για λογαριασμό των Συμμάχων της και υπό την επήρεια των μεγαλοϊδεατικών οραμάτων των κυρίαρχων πολιτικοστρατιωτικών της ελίτ ενεπλάκη σε μια εθνική περιπέτεια , συνέχεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που οδήγησε στην Καταστροφή του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Η ανταλλαγή των πληθυσμών είναι μια ακόμη ιστορική «καινοτομία» που έφερε στο προσκήνιο ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος και η οποία αποδείχτηκε ιδιαίτερα επικίνδυνη κατά τη διάρκεια και το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η σημερινή κατάσταση στην Μέση Ανατολή, η κατάσταση στην Ουκρανία, αλλά και λίγο παλαιότερα η κατάσταση στα Δυτικά Βαλκάνια, αποδεικνύουν ότι οι συνέπειες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έχουν μεγαλύτερο βάθος χρόνου, από ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε.
Με βάση αυτή την εκτίμηση θεωρούμε ότι σε αυτήν την περίοδο της οικονομικής αδυναμίας και πολιτικής εξάρτησης της χώρας μας από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και τις ανοιχτές ή συγκαλυμμένες παρεμβάσεις στα κυριαρχικά μας δικαιώματα από τους «φίλους και συμμάχους» χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και ικανότητα χειρισμού ακόμη και στις φαινομενικά ακίνδυνες υποθέσεις, για να μη δημιουργηθούν δεσμεύσεις που θα παγιδεύσουν το λαό μας και τα κυριαρχικά του δικαιώματα για δεκαετίες.
Κυρίως απαιτείται σταθερότητα στις επιλογές, προεργασία για συγκροτημένη και ευέλικτη πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εκάστοτε περιστάσεων, ενίσχυση των διπλωματικών δυνατοτήτων της χώρας και συνεχή παρακολούθηση των εξελίξεων στον κόσμο με ιδιαίτερη έμφαση στην ευρύτερη περιοχή μας.
Η εθνική μας κυριαρχία είναι αδιαπραγμάτευτη.