«Δεν εύχομαι σε κανέναν τη φρίκη που ζω» είναι ο τίτλος της συνέντευξης στο «Βήμα» του επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, ο οποίος παραμένει προφυλακισμένος εδώ και 18 μήνες για την υπόθεση της Proton. Τα ερωτήματα που ανακύπτουν απ’ όσα λέει ο
επιχειρηματίας είναι πολλά αλλά αξίζει να σταθεί κανείς στα πέντε σημαντικότερα.
Πρώτον, πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να έχει υποβληθεί 18 μήνες σε ένα ταπεινωτικό μαρτύριο λόγω της ασθένειάς του, η οποία έχει ως αποτέλεσμα ακόμη και για τις ανάγκες της τουαλέτας να πρέπει να πηγαίνει υποβασταζόμενος από συγκρατούμενό του; Μπορεί κανείς να μιλήσει για ανθρώπινη αξιοπρέπεια; Ένας άνθρωπος – δεν έχει σημασία αν είναι μεγάλος ή μικρός, ισχυρός ή αδύναμος – χωρίς να έχει δικαστεί, χωρίς να έχει κριθεί ένοχος, υποβάλλεται στην ουσία καθημερινά σε ένα εξευτελιστικό βασανιστήριο που δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα από βασανιστήρια σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα. Έχουμε ή δεν έχουμε νομικό πολιτισμό στην Ελλάδα;
Δεύτερον, ποιος κερδίζει από την παραμονή του Λαυρεντιάδη σε αυτή την κατάσταση; Μήπως μπαίνουν τίποτα λεφτά στα «διψασμένα» δημόσια ταμεία όταν ο Θεοχάρης κυνηγάει με το «ντουφέκι» ακόμη και το κατοστάρικο; Ή μήπως πιστεύει κανείς στα σοβαρά πως για ό,τι έγινε στη χώρα 40 χρόνια φταίει αποκλειστικά ο Λαυρεντιάδης;
Τρίτον, ο Λαυρεντιάδης υποστηρίζει πως δεν έκανε τίποτε περισσότερο ή τίποτε λιγότερο από τους επιχειρηματίες του επιπέδου που βρισκόταν. Για την επιλεκτική μεταχείριση που του επιφυλάχτηκε δεν νιώθει την ανάγκη να απαντήσει κάποιος; Ή αν δεν πρόκειται περί επιλεκτικής μεταχείρισης, τι θα κάνουμε ως κράτος; Θα κλείσουμε όλους τους μεγάλους επιχειρηματίες φυλακή;
Τέταρτον, υποστηρίζει πως εξαπατήθηκε αγοράζοντας την Proton. Λέει στη συνέντευξή του «Πως είναι δυνατόν να φταίει αυτός που αγοράζει μια τράπεζα, την οποία τον έχουν διαβεβαιώσει ότι είναι υγιής και τη βρίσκει άρρωστη και όχι αυτός που την πουλάει εξασφαλίζοντας και τα σχετικά πιστοποιητικά υγείας;». Πιστεύετε πως όταν έρθει η ώρα του ακροατηρίου, το «σύστημα» θα αντέξει αναλυτικές περιγραφές τεκμηρίωσης αυτών των ισχυρισμών;
Πέμπτον, τελικά ποιος ή ποιοι είναι αυτοί που παριστάνουν τους «θεούς» κι αποφασίζουν για το ποιες «δόσεις ανθρωπιάς» θα δώσουν και σε ποιους; Ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο, για παράδειγμα, ο αποδεδειγμένα στυγνός εγκληματίας Ξηρός παίρνει και άδεια για να δει τη μαμά του και τον μπαμπά του; Ποιο είναι το κριτήριο με το οποίο γίνεται σεβαστή η ασθένεια ενός επιχειρηματία αλλά όχι ενός άλλου; Μπορεί σε μια δημοκρατία, κάποιος ή κάποιοι, να έχει ή να έχουν εξουσία ζωής ή θανάτου, ανάλογη με αυτή του Καίσαρα στην αρένα;