Του Αλέξη Γούδα
Λιτό και απέριττο το καλοκαίρι . Ακαταμάχητο . Κι όλα μας τα υπάρχοντα ... δύο μπλούζες , ένα κοντό παντελονάκι , ένα ζευγάρι σανδάλια . Ένας πεύκος πλάι στη θάλασσα , ένα μοναχικό σύννεφο να ξηλώνει τον ουρανό ,γέρος βαρκάρης να το ακολουθεί από κάτω , γυμνά τρίχρονα γυρεύοντας κοχύλια , δροσιά σεντονιού το καταμεσήμερο . Κατηφορικά δρομάκια σ έρημες αμμουδιές , μια ακίδα στο πόδι κ έπειτα μακροβούτια πίσω στην παιδική μας ηλικία , ξάπλα στον ήλιο , δεκάλεπτος ύπνος κ ένα τζιτζίκι ... ακούραστος βιολιστής.Λίγες κουβέντες , μια μπουκιά φαϊ , δυο τρεις φίλοι , κάτι τουρίστες με την μονιμότητα της απορίας ,της χαζομάρας και της ευγένειας στο βλέμμα τους.
Το βράδυ βόλτα στα υπαίθρια τρυφερά πανηγύρια , εδώ κ εκεί μικροπωλητές ,κρεμασμένα πολύχρωμα κοσμήματα , ξύλινα σκαλιστά από την Αφρική , καλαμπόκι , χωνάκι παγωτό -ωχ λερώθηκα- μετά ξενύχτι .
Κ ένα ηλιοβασίλεμα σαν ξεφλουδισμένο σώμα ... λίγο πιο εκεί ... μια παραλία , δυο πρόσωπα , ένα πάθος. .Γεννηθήκαμε για να χουμε τόσα και να τα φωτίζουμε δίνοντάς τους νόημα. Γιατί είναι όλα πάντα εδώ μπροστά στα μάτια μας , στα χέρια μας ,στην αγκαλιά μας .Αυτά τα λίγα ,τα ελάχιστα ...
Από τα ελάχιστα φτάνεις πιο σύντομα οπουδήποτε ..κι ας είναι πιο δύσκολο.