Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

Τι είναι Ελλάδα? Ευφημισμός είναι να λες ότι είναι μπουρδέλο!


Ευφημισμός είναι να λες ότι η Ελλάδα είναι μπουρδέλο!

Κάτι παρόμοιο είχα γράψει
και σε ένα παλιότερο κείμενο, αλλά σ’ αυτό εδώ θα (προσπαθήσω να) τεκμηριώσω την άποψή μου.
Ήρθα στην Ελλάδα για 15 μέρες.  Δεν έχει σημασία από πού.  Πουθενά δεν είναι ιδανικά τα πράγματα, αλλά σε πόλλες χώρες τα αυτονόητα τηρούνται.  Όχι στην Ελλάδα όμως.
Λίγο πριν προσγειωθούμε στην Ζάκυνθο, ο πιλότος ενημέρωσε τους επιβάτες να περιμένουν απεργίες από ταξί και πιθανούς αποκλεισμούς λιμανιών, δρόμων, αεροδρομίων κλπ.  Η αντίδραση του μπροστινού μου ήταν “Fucking wankers!”  To fucking το ξέρεις και το wankers καταλαβαίνεις ότι δεν είναι κάτι κολακευτικό.  Ο πιλότος δεν είχε άδικο.  Τις ημέρες που ακολούθησαν, οι ταξιτζήδες απέκλειαν οτιδήποτε οποτεδήποτε αδιαφορώντας για τους οποιουσδήποτε.
Δε θα σχολιάσω τις δικές τους αντιδράσεις ούτε τα αιτήματά τους, γιατί προφανώς δεν μπορεί να έχουν μόνο άδικο ή μόνο δίκιο, αλλά θέλω να σχολιάσω τη στάση της κυβέρνησης, η οποία θυμάται καταμεσής κάθε καλοκαιριού να αναμετρηθεί είτε με τους ναυτεργάτες και τους οδηγούς ΔΧ (πέρυσι) είτε με τους ταξιτζήδες φέτος. Γιατί;  Πόσο ηλίθια μπορεί να είναι μια κυβέρνηση ώστε να μην προβλέπει τις αντιδράσεις που θα γεννηθούν και τις επιπτώσεις που θα επιφέρουν;
Επειδή όμως δεν θεωρώ ότι μιλάμε για μια χαζή κυβέρνηση, στρέφομαι στο άλλο ενδεχόμενο: σε αυτό της εξουσίας του “διαίρει και βασίλευε”.  Προκαλώ τους ταξιτζήδες οι οποίοι προκαλούν τους υπόλοιπους πολίτες και τους τουρίστες.  Αυτό είναι το “διαίρει”.  Βγαίνω από πάνω γιατί κατηγορώ την εκάστοτε κοινωνική ομάδα για τα προβλήματα που εγώ έχω προκαλέσει, όμως σε συνεργασία με τα υπάκουα ΜΜΕ, το δίκαιο αποδίδεται σε μένα.  Αυτό είναι το “βασίλευε”.
Αναμφισβήτητα, ο τουρισμός πλήττεται από τις απεργίες που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στους τουρίστες.  Από τους αποκλεισμούς λιμανιών και αεροδρομίων μέχρι τους αποκλεισμούς αρχαιολογικών χώρων κλπ.  Δεν πλήττεται όμως ούτε μόνο από αυτό ούτε καν κυρίως από αυτό.  Πλήττεται κυρίως από την έλλειψη πολιτικής και διορατικότητας.
Στην Ζάκυνθο, η οικογένειά μου συντηρούσε ένα εστιατόριο τα τελευταία δύο καλοκαίρια.  Φέτος, έπαιζε στο top3 των καλύτερων εστιτορίων της τουριστικής περιοχής όπου βρίσκεται.
Αποτέλεσμα;  Το κλείσαμε στις 31 Ιουλίου γιατί είχε καταστεί μη βιώσιμο.  Αλλά πώς, αφού οι τουρίστες που ήρθαν στην Ζάκυνθο φέτος ήταν περισσότεροι από πέρυσι;  Η απάντηση βρίσκεται στο “all-inclusive”.  Αφορά στην παροχή όλων των τουριστικών υπηρεσιών σε ένα πακέτο: διαμονή, διατροφή, διασκέδαση, όλα μέσα σε ένα ξενοδοχείο.
Κάπως έτσι, έχεις πλέον μόνο τουρίστες που βγαίνουν από το ξενοδοχείο τους μόνο για να κάνουν βόλτες.  Όλα τα λεφτά μένουν στο τουριστικό πρακτορείο (άρα εκτός Ελλάδας), με ένα μικρό ποσοστό να πληρώνεται στον ξενοδόχο και πουθενά αλλού.
Ο ξενοδόχος από τη μεριά του δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στα έξοδα λόγω κρίσης, άρα τι κάνει;  Αλχημείες.  Μαγειρεύει κοκκινιστό που αν δεν φύγει, ξεπλένεται και ξαναμαγειρεύεται ως λεμονάτο.  Τα αυγά του πρωινού ξαφνικά βρίσκουν το δρόμο τους σε ένα μεσημεριανό ή ακόμα και σε ένα βραδινό, αφού δεν πρέπει να πεταχτούν, γιατί είναι ζημία.  Αποτέλεσμα;  Οι υπηρεσίες που παρέχονται αγγίζουν το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων χρόνων, ενώ τα κέρδη από αυτές δεν εισπράττονται από το ελληνικό κράτος αφού στο τέλος, ο ξενοδόχος δε θα παρουσιάσει κέρδη.
Και αν αυτός ο ξενοδόχος βρεθεί αντιμέτωπος με τους μικροεπιχειρηματίες της περιοχής του, που κινδυνεύουν με κλείσιμο, θα έχει και την ξεδιαντροπιά να προσπαθήσει να τους εξαγοράσει προτείνοντάς τους να συμμετέχει στα έξοδά τους, προκειμένου οι πελάτες των ξενοδοχείων του να μην βγαίνουν σε μια πόλη-φάντασμα όπου όλα είναι κλειστά.
Περίφημα, λοιπόν.
Ποιος ευθύνεται για αυτή την κατάσταση;  Προφανώς και κατά πρώτον η κυβέρνηση, που σε αντίθεση με άλλες κυβερνήσεις τουριστικών χωρών, όχι μόνο δεν προέβλεψε αυτή την κατάσταση που εδώ και χρόνια χτυπούσε την πόρτα, αλλά και επειδή αντί να αντιδράσει εδώ και τώρα, εξακολουθεί να σφυρίζει αδιάφορα:
Διατηρεί το ΦΠΑ των τουριστικών περιοχών (με αποτέλεσμα υψηλότερες τουριστικές τιμές) στο ίδιο επίπεδο με της ηπειρωτικής Ελλάδας (σε ποιες άλλες τουριστικές χώρες συμβαίνει αυτό;), αδυνατεί να θεσπίσει ειδική φορολογία στα all-inclusive ξενοδοχεία ώστε να τα αποθαρρύνει από αυτή την πρακτική, είναι έτοιμη να αυξήσει από 13% σε 23% το ΦΠΑ σε ανθρακούχα νερά, αναψυκτικά, ταβέρνες, εστιατόρια και καφετέριες, αλλά στο τέλος κατηγορεί τους ταξιτζήδες για την αιμορραγία του τουρισμού.
Ευθύνονται όμως και οι τοπικοί αλλά και οι εμπλεκόμενοι φορείς (στην προκειμένη περίπτωση οι εστιάτορες).  Όσα χρόνια εισέπρατταν λαίμαργα, δεν μιλούσαν.  Τώρα που πλήττονται, προσπαθούν να φωνάξουν, αλλά δυστυχώς είναι πλέον αργά.
Στην περιοχή του Τσιλιβή, που γνωρίζω προσωπικά, συσπειρώθηκαν σε μια προσπάθεια να αντιδράσουν.  Άρχισαν να μαζεύουν υπογραφές που τελικά δεν παραδόθηκαν ακόμα (αρχές Αυγούστου) ούτε στους αρμόδιους φορείς ούτε στους εκπροσώπους των τουριστικών πρακτόρων.  Υποσχέθηκαν ο ένας στον άλλον ότι δεν θα έχουν κράχτες -πράγμα που ούτως ή άλλως είναι παράνομο- και μάντεψε!  Οι κράχτες όχι απλά δεν μειώθηκαν, αλλά αυξήθηκαν, και εξακολουθούν να τραβάνε και να σπρώχνουν τους τουρίστες προσφέροντάς τους δωρεάν κρασιά και φαγητά για τα παιδιά κλπ.
Η αστυνομία καθημερινά περνάει από την περιοχή, κάνει τη βόλτα της με το χέρι έξω απ’ το παράθυρο, αλλά για κάποιο λόγο δεν συλλαμβάνει κανέναν κράχτη και κανέναν εστιάτορα.  Θέλει αρχίδια, κύριοι αστυνομικοί, να προχωρήσετε σε συλλήψεις, ε;  Ποιον να κακοκαρδίσετε όταν πρέπει να αφήσετε σχεδόν όλο το Τσιλιβή χωρίς εστιάτορες;
Βλέπεις, λοιπόν, ότι κάπως έτσι εμπλέκονται όλοι στη διατήρηση μιας παθογόνας κατάστασης.  Άλλοι από την προσπάθεια να επιβιώσουν και άλλοι από αδιαφορία ή ανικανότητα.
Εσύ αναγκάζεσαι είτε να συμβιβαστείς με αυτή την κατάσταση είτε να παραιτηθείς, προκειμένου να περισώσεις την αξιοπρέπειά σου.  Προτιμώ το δεύτερο και γι’ αυτό χαίρομαι που το Νόστος έκλεισε πριν καλά καλά μπει ο Αύγουστος.  Γιατί δεν ήθελα ούτε να ρίξουμε το επίπεδο των υπηρεσιών και του φαγητού που προσφέραμε ούτε να προσλάβουμε κράχτη ούτε να δίνουμε τσάμπα το οτιδήποτε προκειμένου να πιάσουμε πελάτες.  Γιατί τα λεφτά μπορεί να έρθουν, να φύγουν και να ξαναγυρίσουν.  Η αξιοπρέπεια όμως αν φύγει, φεύγει οριστικά.
(Ατελείωτο το κείμενο, ε;)
Ακολουθούν δύο περιστατικά που δηλώνουν την αντιφάσεις αυτής της χώρας:
Σήμερα το πρωί μίλησα με τον ιδιοκτήτη του σπιτιού όπου μένω, ο οποίος ήρθε φέτος το καλοκαίρι στην Ελλάδα, μένονας στην Αθήνα και τη Ρόδο.  Είναι αριστερών πεποιθήσεων και έτσι αντιμετώπισε με υπομονή τις απεργίες, αλλά αυτό που του έκανε πραγματικά κακή εντύπωση τι ήταν νομίζεις;  Το ότι στο Μουσείο της Ακρόπολης το προσωπικό έκανε συνεχώς παρατηρήσεις στα παιδιά του, επειδή πχ είχαν καθίσει στο πάτωμα παρατηρώντας για πολλή ώρα ένα άγαλμα.  Κάποιος τους είπε προφανώς ότι είναι από τα καλύτερα μουσεία της Ευρώπης και δείχνουν υπερβολικό ζήλο, καταλήγοντας “children-unfriendly”;  Γιατί τα παιδιά τα ξέρω και δεν έχουν καμία σχέση με διαβολόπαιδια που τρέχουν γύρω γύρω και αγγίζουν εκθέματα κλπ.
Από την άλλη, όντας στις διακοπές μου, είδα σε ένα ρεπορτάζ έναν απεργοσπάστη ταξιτζή να προσπαθεί να μεταφέρει στο Ελ. Βελ. (τα πιστολίδια του Ελ Πάσο δεν είναι μακριά) ένα ζευγάρι τουριστών, το οποίο είχε δασκαλέψει καλά, ώστε ο ίδιος να μην βρει το μπελά του, με αποτέλεσμα να διατείνεται ο αγγλόφωνος τουρίστας “He’s my son-in-law. I came from South Africa to see my children”  Τόσο αρρωστημένες καταστάσεις ζούμε, τόσο που είμαστε ικανοί να μολύνουμε ακόμα και τους ξένους που προσπαθούν να πάνε στο αεροδρόμιο σαν άνθρωποι και όχι σαν ζώα που μεταφέρονται σε ένα βαγόνι στριμωγμένα, λες και τα πάνε για σφαγή.
Πέρα, λοιπόν, από την προδοτική και εγκληματική ευθύνη της κυβέρνησης που ξεπουλάει όλες τις πλουτοπαραγωγικές πηγές με την τραγικά ηλίθια δικαιολογία ότι προσπαθεί να πληρώσει το χρέος, η κατάσταση που θα αντιμετωπίσουμε μετά το τέλος του καλοκαιριού θα έχει να κάνει και με τις προσωπικές και συντεχνιακές μας ευθύνες για τα λάθη και τις παραλείψεις των περασμένων ετών.

Επιμύθιο: Το εστιατόριό μας λεγόταν Νόστος.  Λέγαμε ότι νόστος είναι αυτό που θα θέλαμε να νιώθουν οι τουρίστες για την Ελλάδα και για το φαγητό της.  Τελικά είναι αυτό που δε νιώθω πλέον εγώ για την Ελλάδα.