Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Το κράτος δικαίου, το αυτόφωρο, οι παραγραφές και το κλείσιμο των καταστημάτων

Γράφει η Ασπασία Μάλλιου

Από τις διατάξεις του μόλις ψηφισθέντος φορολογικού νομοσχεδίου* (29.3.2011), γίνεται αντιληπτό ότι πρόθεση της πολιτικής  ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών είναι η ακόμη μεγαλύτερη αυστηροποίηση του πλαισίου των ποινικών κυρώσεων σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής.

Ιδίως σε περιπτώσεις έμμεσων ή παρακρατούμενων φόρων, με την μετατροπή του αδικήματος της μη απόδοσης Φ.Π.Α. από στιγμιαίο σε αδίκημα διαρκείας. Με την μετατροπή των αδικημάτων της φοροδιαφυγής σε αυτόφωρα. Με την κατάργηση της δυνατότητας εξαγοράς της ποινής, αν δεν έχει καταβληθεί ο φόρος.

Παρατηρώντας την υστέρηση των δημοσίων εσόδων, εύλογα φοβάται κάποιος ότι οι προθέσεις αυτές υποκρύπτουν πανικό. Και πανικός υποκρύπτεται όταν έχει απολεσθεί η ικανότητα ελέγχου. Η ικανότητα αποτελεσματικής και έγκαιρης άσκησης των θεσμικών αρμοδιοτήτων της εκτελεστικής εξουσίας.

Τι κατ’ ουσία συνομολογεί με τις ρυθμίσεις αυτές το υπουργείο Οικονομικών; Δυστυχώς, φαίνεται να αποδέχεται ότι η φορολογική και ελεγκτική διοίκηση έχει παταγωδώς αποτύχει. Έχει αστοχήσει στην εκτέλεση του συνταγματικού της ρόλου. Ιδίως, αυτού της έγκυρης εξατομίκευσης της φορολογικής υποχρέωσης. Της έγκαιρης διάγνωσης του ύψους του οφειλόμενου φόρου. Έχει αποτύχει να ελέγξει αποτελεσματικά τη συμμόρφωση των φορολογουμένων και να επιβάλει άμεσα την είσπραξη των φόρων. Και έχει αποτύχει σε βαθμό τέτοιο, ώστε να απειλείται η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού. Έτσι, υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης του κράτους, η κυβέρνηση εξαπολύει απειλές, εξαγγέλλει αυστηρότερα πλαίσια για τα ποινικά αδικήματα, εξαπολύει τον μπαμπούλα της κατάργησης των ορίων της παραγραφής.

Γιατί πρέπει να υπογραμμιστούν τα πιο πάνω; Όχι βεβαίως για να υποστηριχθούν η φοροκλοπή, οι φοροφυγάδες, όσοι «κλέβουν» χρήματα πληγώνοντας το κοινό – δημόσιο – συμφέρον. Αυτοί μόνο κατάπτυστοι και πλήρως απομονωμένοι από τον υγιή κοινωνικό ιστό πρέπει να είναι.

Υπογραμμίζονται όλα αυτά, διότι η δημοκρατία απαιτεί και προϋποθέτει κράτος δικαίου. Απαιτεί και προϋποθέτει τη νόμιμη και επιεική άσκηση δημόσιας εξουσίας. Απαιτεί την ασφάλεια δικαίου και την καλλιέργεια εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογουμένων και διοίκησης. Απαιτεί την εφαρμογή του συνταγματικά προστατευόμενου κανόνα της βεβαιότητας του φόρου (άρθρο 78 παρ. 1, 4 Σ.), κατά τον οποίο δεν υπάρχει έρεισμα για απαράγραπτες φορολογικές υποθέσεις. Απαιτεί την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας μεταξύ ποινής και σκοπού που αυτή προστατεύει. Απαιτεί την ενδυνάμωση των παρεχόμενων δικαστικών εγγυήσεων.

Συνεπώς κάθε κυβέρνηση οφείλει να ενδυναμώνει το κράτος δικαίου, ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη η λειτουργία της κρατικά οργανωμένης κοινωνίας μας. Ώστε να τεθούν οι βάσεις να εξέλθει η χώρα από τη βαθιά πρωτίστως οικονομική, αλλά και κοινωνική, θεσμική και γενικότερα ηθική κρίση που διέρχεται. Όμως, αντί αυτού η δημόσια δράση των τελευταίων μηνών φαίνεται ότι στοχεύει στην αποδυνάμωση του κράτους δικαίου.

Είναι αναγκαία η καταγραφή αυτής της διαπίστωσης, διότι επί δεκαοκτώ περίπου μήνες παρακολουθούμε τις εξαγγελίες της κυβέρνησης ότι θα αναδιαρθρώσει τον φορολογικό και ελεγκτικό μηχανισμό, τον οποίο η ίδια χαρακτήρισε αποσαθρωμένο. Οι δεκαοκτώ όμως, πιο κρίσιμοι μήνες στην νεότερη ελληνική οικονομική ιστορία έχουν ήδη παρέλθει χωρίς ούτε μια ουσιαστική κίνηση ή πρωτοβουλία αναδιάρθρωσης του διοικητικού μηχανισμού.

Έτσι, λοιπόν, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, προσπαθεί να αναδιατάξει τα φορολογικά έσοδα χωρίς πυρομαχικά,  χωρίς δηλαδή μηχανισμό. Και ακριβώς επειδή αυτή δεν διαθέτει μηχανισμό, οι φοροφυγάδες κάνουν “πάρτυ”. Όμως η ύπαρξη και στελέχωση, αποτελεσματικού φορολογικού μηχανισμού δεν τελεί υπό τη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, ούτε της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών, αλλά ούτε της Κυβέρνησης, ούτε ακόμη του ίδιου του Πρωθυπουργού. Συνιστά θεσμική τους υποχρέωση, επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας.

Δυστυχώς μέχρι σήμερα, η πολιτική ηγεσία δεν αναδιάρθρωσε ούτε εκσυγχρόνισε τη φορολογική διοίκηση. Αντίθετα, κινούμενη από τον πανικό της για την κατάρρευση των δημόσιων εσόδων, δείχνει να έχει επιλέξει την αποδόμηση του κράτους δικαίου σε βάρος της ίδιας της δημοκρατικής λειτουργίας.

Παρακολουθούμε την κυβέρνηση να εισηγείται και την κοινοβουλευτική πλειοψηφία να ψηφίζει τον ακρωτηριασμό της διοικητικής δικαιοσύνης, η οποία από το Σύνταγμα έχει ρόλο ελεγκτή έναντι των αυθαιρεσιών της εκτελεστικής εξουσίας. Προβαίνει η φορολογική διοίκηση σε σαρανταοχτάωρα κλεισίματα καταστημάτων για μη έκδοση αποδείξεων, χωρίς προηγουμένως το υπουργείο Οικονομικών να έχει εκδώσει την υπουργική απόφαση που προβλέπουν οι οικείες διατάξεις και η οποία θα προσδιορίσει τη διαδικασία για την σαρανταοχτάωρη παύση λειτουργίας καταστήματος. Τα καταστήματα κλείνουν χωρίς καν να είναι δυνατή η άσκηση από τον φορολογούμενο των συνταγματικών του δικαιωμάτων για προηγούμενη ακρόαση και παροχή έννομης προστασίας. Με τις νέες ρυθμίσεις, προσδίδεται ο χαρακτήρας αυτόφωρου εγκλήματος σε ποινικά αδικήματα φοροδιαφυγής και έτσι δημιουργούνται σοβαρές ρωγμές στο ποινικό δικαιικό σύστημα.

Αν η κυβέρνηση δεν ανακόψει την ολισθηρή αυτή πορεία, ιδίως αν δεν συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να αναλάβει το πολιτικό κόστος της αναδιοργάνωσης του φορολογικού και ελεγκτικού μηχανισμού, τότε είναι περισσότερο από βέβαιο ότι η φοροδιαφυγή θα εξακολουθήσει να αποτελεί τη χαίνουσα πληγή των δημοσίων οικονομικών. Επιπρόσθετα όμως, θα έχει αποδυναμωθεί και το κράτος δικαίου με αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη κρίση  στη λειτουργία της δημοκρατικά οργανωμένης ελληνικής κοινωνίας.

*Στην ιστοσελίδα του περιοδικού,  http://www.dfn.gr/, περιλαμβάνεται το κείμενο του φορολογικού νομοσχεδίου, όπως ψηφίσθηκε από τη Βουλή στις 29.3.2011.


--Η κ. Ασπασία Μάλλιου είναι δικηγόρος και εκδότης του μοναδικού δεκαπενθήμερου νομικού περιοδικού «Δελτίο Φορολογικής Νομοθεσίας» (έπαινος Ακαδημίας Αθηνών)www.dfn.gr .