Ενόσω στην καθημερινή ειδησεογραφία κυριαρχεί το θέμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και θεσμών ,ώστε να συμφωνηθεί από κοινού ποιά θα είναι περίφημη λίστα των μεταρρυθμίσεων ,για να ξεμπλοκαριστεί ένα μέρος από την περιβόητη δόση των 7,2 δις ευρώ και να τερματιστεί η οικονομική ασφυξία ,θα ήταν σκόπιμο να αναφέρουμε τι προοπτικές υπάρχουν από τη συμφωνία του Εurogroupτης 20ης Φεβρουαρίου, που επαναβεβαιώθηκε με την οχταήμερη συνάντηση. Καταρχήν, επιβάλλεται να αναφέρουμε ότι η εν λόγω συμφωνία είναι μια παράταση της ήδη υπάρχουσας δανειακής σύμβασης και επί της ουσίας απέτρεψε την κατάρρευση των ελληνικών τραπεζών ,καθώς η μη επίτευξη συμφωνίας θα οδηγούσε την απόσυρση της πιστωτικής γραμμής του ELA από την ΤΤΕ κατόπιν απόφασης της ΕΚΤ. Συνεπώς τα τρία βασικά οικονομικά προβλήματα της χώρας μας δηλαδή το μη βιώσιμο δημόσιο χρέος που, στο τέλος του 2014 σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, έφτασε τα 324 δις. ευρώ ή 181% του ΑΕΠ ,το δημοσιονομικό και το χρηματοδοτικό κενό παραπέμφθηκαν προς επίλυση για το άμεσο μέλλον(νέα συμφωνία).
Έχει ενδιαφέρων όμως να δούμε το πώς μεταφράζει η κάθε πλευρά τη συμφωνία πράγμα που εξηγεί ,γιατί υπάρχει δυστοκία στην εφαρμογή της συμφωνίας .
Από τη μία πλευρά οι εταίροι δανειστές μας θεωρούν τη συμφωνία αυτή ως συνέχιση της δανειακής σύμβασης και συνακόλουθα του μνημονίου που υπέγραψαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και συνεπώς των μέτρων που απορρέουν από αυτό.
Από την άλλη πλευρά η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί την υπάρχουσα συμφωνία ως μια ενδιάμεση συμφωνία μέχρι την τελική συμφωνία, όπου όπως αναφέρει θα διεκδικήσει την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους.
Επιπλέον, στη λογική, ότι το μνημόνιο κατήργησε με την ψήφο του ο ελληνικός λαός δεν αποδέχεται τη δημιουργία υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που προέβλεπε το μνημόνιο και συνεπώς τα μέτρα που χρειαζόταν για να επιτευχθεί αυτό(email Χαρδούβελη).
Έτσι θέτει ως φετινό της στόχο την ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος 1,5%,ίσως και λίγότερο, του ΑΕΠ έναντι 3% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2015!
Επίσης, προτάσσει την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων-πάταξη φοροδιαφυγής, έλεγχος λιστών με φοροφυγάδες πολλών εκατομυρίων (π.χ. λίστα Λαγκάρντ) -που θα αποφέρουν έσοδα στο μέλλον ,αλλά οι δανειστές θεωρούν ότι αυτά δεν μπορούν να υπολογιστούν επακριβώς και δεν μπορεί να εισπραχθούν άμεσα.
Είναι η πρακτική της λεγόμενης δημιουργικής ασάφειας που ελεγχθεί από τον υπουργό Οικονομικών Βαρουφάκη .
Με άλλα λόγια επιθυμούν να υπάρξουν μέτρα άμεσης απόδοσης(νέοι φόροι, αναθεώρηση του ασφαλιστικού με αύξηση των ορίων ηλικίας και καταργήσεις των πρόωρων συντάξεων).Γι’αυτό δεν αποδεσμεύουν ένα μέρος από τη δόση των 7,2 δις, ώστε να ανασάνουμε οικονομικά.Συνεπώς υπάρχουν δύο πλευρές που αντιλαμβάνονται τη συμφωνία κάθε μία από διαφορετική οπτική γωνία.Το μείζον όμως ερώτημα που τίθεται είναι τι θα συμβεί από εδώ και πέρα.
Η απάντηση που μπορεί να δοθεί συνοψίζεται στo εξής:
Aκόμη και αν η ελληνική κυβέρνηση καταφέρει να ξεπεράσει τον τωρινό σκόπελο η ώρα της αλήθειας θα είναι όταν θα κληθεί να διαπραγματευτεί τη νέα μακροχρόνια συμφωνία με τους δανειστές ,που θα ισχύσει μετά το πέρας του Ιουνίου.
Έτσι, λαμβάνοντας υπόψη τις ανυπέρβλητες δυσκολίες της τωρινής διαπραγμάτευσης θα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί συμφωνία που να ικανοποιεί και τις δύο πλευρές ταυτόχρονα, αν η μία από τις δύο πλευρές δεν προβεί σε σοβαρές υποχωρήσεις και με δεδομένο ότι η Γερμανία συνεπικουρούμενη από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης τηρεί σκληρή στάση και είναι προσκολλημένη στην πολιτική αυστηρής λιτότητας, είτε η ελληνική κυβέρνηση θα προβεί σε σημαντική αναδίπλωση της πολιτικής της παίρνοντας μικρά ανταλλάγματα (μικρή μείωση επιτοκίων στα δάνεια και χρονική μετατόπιση στην αποπληρωμή τους),είτε θα επέλθει ρήξη με τους δανειστές και θα οδηγηθεί στη χρεοκοπία λόγω της αδυναμίας πληρωμής δόσεων προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.
Το θέμα είναι όμως ,ότι αν επέλθει ο λεγόμενος εξαναγκαστικός συμβιβασμός το δημόσιο χρέος δεν θα καταστεί βιώσιμο και η χώρα μας δεν θα μπορέσει να ανασάνει ,αλλά αντίθετα θα μετατοπιστεί το πρόβλημα στο μέλλον κρατώνας τη χώρα μας δέσμια και υποτελείς στους ξένους, όντας αποικία χρέους.
Επιβάλλεται λοιπόν να διεκδικήσουμε δυναμικά τη διαγραφή ενός μέρους του χρέους (30 με 40%) και σε περίπτωση που δεν καταφέρουμε να το επιτύχουμε να αλλάξουμε ρότα ,όσο επώδυνη και αν είναι αρχικώς, προκειμένου να επιτύχουμε την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης ,στο τέλος της διαδρομής ο ελληνικός λαός και αφού πληροφορηθεί για τα θετικά και τα αρνητικά της νέας συμφωνίας θα πρέπει να αποφασίσει αν επιθυμεί να την αποδεχθεί.
Εν κατακλείδι ,σε κάθε περίπτωση ο ελληνικός λαός πρέπει να γνωρίζει ,ότι εύκολες και ανώδυνες λύσεις δεν υφίστανται είτε εγκρίνει ,είτε απορρίψει τη νέα συμφωνία.
Θεοφάνης Θ.Γκατζής
Οικονομολόγος-Διεθνολόγος
Facebook:Θεοφάνης Γκατζής
Twitter:ΘεοφάνηςΓκατζής