Η Χρυσή Αυγή κατέθεσε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπινών Δικαιωμάτων για τις παράνομες πολιτικές διώξεις
Ο Συναγωνιστής Ηλίας Παναγιώταρος σε σχετική του δήλωση επισήμανε πως η Χρυσή Αυγή σύντομα θα δικαιωθεί νομικά στα ανεξάρτητα δικαστήρια, αλλά και πολιτικά στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές και ευρωεκλογές του Μαΐου.
Όπως είχε προαναγγελθεί σε συνέντευξη Τύπου στην Αθήνα παρουσία του Βρετανού ευρωβουλευτή Νικ Γκρίφιν, η Χρυσή Αυγή κατέθεσε σήμερα προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπινών Δικαιωμάτων για τις παράνομες πολιτικές διώξεις κατά του κόμματος, του Αρχηγού, των βουλευτών και στελεχών της Χρυσής Αυγής.
Το σκεπτικό της προσφυγής
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ΕΣΔΑ, μαζί με τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα αυτής, συνιστά ένα πλήρες και αποτελεσματικό πλέγμα προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, το οποίο επιβάλλει στα Κράτη Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης τον σεβασμό αυτών των δικαιωμάτων. Οι διατάξεις της ΕΣΔΑ δεσμεύουν πλήρως την Ελλάδα. Παράλληλα, το κάθε άρθρο της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει ατομικό δικαίωμα είναι διάταξη αμέσου εφαρμογής και κανών δημοσίας τάξεως. Αυτό έχει την αυτονόητη συνέπεια ότι ο δικαστής πρέπει να το εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως στα πλαίσια επίλυσης μιας διαφοράς και ότι οι διάδικοι μπορούν να το επικαλεστούν για πρώτη φορά σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης, ακόμη και κατ’ αναίρεση.
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 34 της ΕΣΔΑ, όποιος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ομάδα ατόμων) θεωρεί ότι είναι θύμα παραβίασης των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει η ΕΣΔΑ, μπορεί να προσφύγει κατά του Κράτους Μέλους της ΕΣΔΑ που προβαίνει στην παραβίαση. Πρόκειται για την ατομική προσφυγή, η οποία ασκείται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γνωστού και ως «Δικαστήριο του Στρασβούργου». το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει καταστεί ο εγγυητής και ο υπέρτατος θεματοφύλακας για την προάσπιση των ατομικών δικαιωμάτων στον ευρωπαϊκό χώρο.
Σε αυτό το Δικαστήριο προσφεύγει ο «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ - ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ», καθώς, σύμφωνα με την εκτίμηση έγκριτων νομικών, οι μεθοδεύσεις που έχουν γίνει από τις ελληνικές αρχές στο πλαίσιο της προσπάθειας δικαστικής δίωξης και πολιτικής εξόντωσης του κόμματός μας, παραβιάζουν κατάφωρα πληθώρα διατάξεων της ΕΣΔΑ και προσβάλλουν βάναυσα τα δικαιώματα των διωκόμενων στελεχών της.
Η όλη διαδικασία σύλληψης, δίωξης και προσωρινής κράτησης του Γενικού Γραμματέα της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ και Προέδρου της Κοινοβουλευτικής της Ομάδας Νικολάου Μιχαλολιάκου, του Βουλευτή Επικρατείας και Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ Χρήστου Παππά και του Βουλευτή της Β’ Εκλογικής Περιφέρειας Πειραιά της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣΙωάννη Λαγού, αντιβαίνει στις ακόλουθες διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου:
Α) Το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει ότι «κανένας δεν επιτρέπεται να υποβληθεί σε βασανιστήρια ούτε σε ποινές ή σε μεταχείριση απάνθρωπη ή εξευτελιστική», και το οποίο παραβιάστηκε δύο φορές στην υπόθεση της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ.
Συγκεκριμένα, ως προς την πρώτη παραβίαση του άρθρου 3, σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Gutsanovi κατά Βουλγαρίας, η πραγματοποίηση επιχείρησης σύλληψης πολιτικών προσώπων, η οποία γίνεται ξημερώματα, με τη συνδρομή πάνοπλων ανδρών της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας και η σύλληψή τους ενώπιον μελών της οικογένειάς τους, συνιστά εξευτελιστική μεταχείριση που δεν συνάδει με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ. Στην περίπτωση του Αρχηγού της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ κυρίου Μιχαλολιάκου και του Βουλευτή κυρίου Λαγού, με αυτόν ακριβώς τον υποτιμητικό τρόπο έγινε η σύλληψη, τα ξημερώματα της 28ης Σεπτεμβρίου 2013. Περαιτέρω, αυτό που προξενεί εντύπωση είναι ότι η επιχείρηση σύλληψης έγινε από άνδρες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας τα ξημερώματα, παρόλο που οι συλληφθέντες δεν ήταν επικίνδυνοι ούτε ύποπτοι φυγής, αφού: α) έδιναν καθημερινά το παρόν στις συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου και στα γραφεία του κόμματος της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, β) εκείνη τη χρονική περίοδο είχαν αστυνομικούς συνοδούς για την ασφάλειά τους, με αποτέλεσμα η αστυνομία να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή που βρίσκονταν, ενώ, περαιτέρω, στην οικία του κυρίου Μιχαλολιάκου, ως Αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος, υπήρχε εγκατεστημένο και επανδρωμένο σε 24ωρη βάση φυλάκιο της ελληνικής αστυνομίας.
Η δεύτερη παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ συνίσταται στην περιφορά των τριών προσωρινά κρατούμενων Βουλευτών, καθώς και αυτών που αφέθησαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους (Κασιδιάρης, Παναγιώταρος, Μίχος), με χειροπέδες στα χέρια και συνοδευόμενων από μασκοφόρους άνδρες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, ενώπιον των τηλεοπτικών καμερών.
Συγκεκριμένα, η μεταγωγή των έξι ανωτέρω Βουλευτών από τη ΓΑΔΑ στον ανακριτή έγινε, προσχεδιασμένα, ενώπιον πληθώρας παραταγμένων τηλεοπτικών καμερών και δημοσιογράφων, και μάλιστα σε ζωντανή πανελλήνια σύνδεση την ώρα του κεντρικού βραδινού δελτίου ειδήσεων, με αποκλειστικό στόχο τον εξευτελισμό και την ταπείνωσή τους, κάτι που συνιστά κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ.
Τέλος, στην περίπτωση των τριών προσωρινά κρατούμενων Βουλευτών, με όμοιο τρόπο, ενώπιον των τηλεοπτικών καμερών, έγινε και η μεταγωγή τους από τον ανακριτή προς τις φυλακές Κορυδαλλού. Η σκοπιμότητα και ο προσχεδιασμός της δημόσιας διαπόμπευσης, με χειροπέδες, των Βουλευτών μας, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κατά το παρελθόν, ακόμα και η μεταγωγή συλληφθέντων για τρομοκρατικές ενέργειες και δολοφονίες δεν γινόταν ενώπιον τηλεοπτικών καμερών, αλλά από τα υπόγεια της ΓΑΔΑ, μέσα σε τζιπ της αστυνομίας με σκούρα τζάμια, ώστε να μην φαίνεται το πρόσωπό τους. Σύμφωνα με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το να περιφέρεις επιδεικτικά δημόσια πρόσωπα, και μάλιστα Αρχηγό πολιτικού κόμματος, ενώπιον δημοσιογράφων και τηλεοπτικών καμερών, με χειροπέδες στα χέρια, συνιστά εξευτελιστική μεταχείριση και θεμελιώνει παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ.
Β) Το άρθρο 5 παρ. 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει ότι «Κάθε πρόσωπο που έχει συλληφθεί ή κρατείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 (γ) του παρόντος Άρθρου, οδηγείται άμεσα ενώπιον δικαστή ή άλλου λειτουργού εξουσιοδοτημένου από το νόμο να ασκεί δικαιοδοτικές αρμοδιότητες και έχει δικαίωμα να δικαστεί εντός εύλογου χρόνου ή να αφεθεί ελεύθερος κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. Η άφεση μπορεί να προϋποθέτει εγγυήσεις για την εμφάνιση στη δίκη». Έτσι, έχει κριθεί ότι η κράτηση ενός προσώπου επί 118 ημέρες, εκ των οποίων, μάλιστα, μόνο οι μισές στη φυλακή και οι υπόλοιπες σε κατ’ οίκον περιορισμό, συνιστά παραβίαση του άρθρου 5 παρ. 3 της ΕΣΔΑ.
Περαιτέρω, οι αιτήσεις αποφυλάκισης που έχουν υποβάλλει απορρίπτονται αναιτιολόγητα, με αναφορά στις πολιτικές τους πεποιθήσεις, και χωρίς να δικαιολογείται επαρκώς η μη αντικατάσταση της προσωρινής τους κράτησης με άλλα πιο επιεική μέτρα, όπως η εγγυοδοσία, η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα ή η υποχρέωση εμφάνισης στο οικείο αστυνομικό τμήμα.
Γ) Το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ (ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΑΘΩΩΤΗΤΑΣ) σύμφωνα με το οποίο «Κάθε πρόσωπο που κατηγορείται για ένα ποινικό αδίκημα, θεωρείται αθώο μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή του σύμφωνα με το νόμο». Σύμφωνα, μάλιστα, με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το τεκμήριο της αθωότητας δεν δεσμεύει μόνο τις δικαστικές αρχές, αλλά και οποιαδήποτε άλλη κρατική αρχή, όπως ο Πρόεδρος της Βουλής, ο Εισαγγελέας, οι Υπουργοί της Κυβέρνησης, ακόμα και τα αστυνομικά όργανα.
Στην περίπτωση της δίωξης κατά των Βουλευτών της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, το τεκμήριο της αθωότητας παραβιάστηκε βάναυσα από τις συστηματικές δηλώσεις του ίδιου του Πρωθυπουργού και μελών της Κυβέρνησης, όπως οι Υπουργοί Προστασίας του Πολίτη Δένδιας και Δικαιοσύνης Αθανασίου, οι οποίοι προεξοφλούσαν ότι ο κατηγορούμενος Αρχηγός και οι Βουλευτές μας είναι μέλη εγκληματικής οργάνωσης, δολοφόνοι και ένοχοι, και διατυμπάνιζαν ότι η «ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ» αποτελεί συμμορία και εγκληματική οργάνωση και ότι θα την συντρίψουν.
Ανάλογη συμπεριφορά επέδειξαν τόσο οι δικαστικές αρχές, με την αναιτιολόγητη απόρριψη των αιτημάτων αποφυλάκισης των προσωρινά κρατούμενων Βουλευτών, όσο και οι αστυνομικές αρχές, οι οποίες, στα δελτία Τύπου που εξέδιδαν σχετικά με την υπόθεση, προδίκαζαν την ενοχή των συλληφθέντων Βουλευτών και του συνόλου των στελεχών της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, και μας αντιμετώπιζαν ως ενόχους, ενώ προέβαιναν συστηματικά και στη διαρροή προς τα ΜΜΕ προανακριτικού υλικού από τη δικογραφία, το οποίο δήθεν αποδείκνυε την ενοχή μας.
Περαιτέρω παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας συντελέστηκε και από τη συμπεριφορά της συντριπτικής πλειοψηφίας των ΜΜΕ, ιδίως δε από τα τηλεοπτικά κανάλια, τα οποία είχαν προδικάσει την ενοχή των συλληφθέντων Βουλευτών και τους αποκαλούσαν συλλήβδην ως «δολοφόνους», «μέλη εγκληματικής οργάνωσης», «μέλη συμμορίας», «νονούς», «μπράβους», «εκβιαστές» κλπ.
Σύμφωνα με την επικρατέστερη ερμηνεία του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ, αυτή η συμπεριφορά των ΜΜΕ παραβιάζει το τεκμήριο της αθωότητας, αφού διαμορφώνει την κοινή γνώμη και δημιουργεί κλίμα ενοχής των υπόπτων, με αποτέλεσμα να δύναται να επηρεάσει και την κρίση των δικαστών που θα κληθούν να τους δικάσουν.
Δ) Το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με το οποίο «Κάθε πρόσωπο, του οποίου τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που κατοχυρώνονται με την παρούσα Σύμβαση παραβιάσθηκαν, έχει δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, ανεξάρτητα από το αν η παραβίαση τελέσθηκε από πρόσωπα που ενεργούσαν κατά την ενάσκηση δημοσίων καθηκόντων τους».
Το άρθρο αυτό επιβάλλει στα Κράτη Μέλη της ΕΣΔΑ να θεσπίσουν στο εσωτερικό τους δίκαιο αποτελεσματικά ένδικα μέσα, τα οποία θα μπορεί να χρησιμοποιήσει οποιοσδήποτε θεωρεί ότι παραβιάστηκαν δικαιώματά του που κατοχυρώνονται από την ΕΣΔΑ. Όμως, το ελληνικό δίκαιο δεν προβλέπει ένδικα βοηθήματα ή μέσα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην περίπτωσή μας, ούτε για την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση της οποίας έτυχαν οι προσωρινά κρατούμενοι Βουλευτές μας, ούτε για την παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας, ούτε για να αντικρουστεί η απόρριψη των αιτημάτων αποφυλάκισης που έχουν υποβάλλει, ούτε για να αντιδράσουν στις διενεργηθείσες κατ’ οίκον έρευνες και κατασχέσεις προσωπικών αντικειμένων.
Ε) Το άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, σύμφωνα με το οποίο «Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση όπως διενεργούν, κατά λογικά διαστήματα, ελεύθερες μυστικές εκλογές, υπό συνθήκες επιτρέπουσες την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής θέλησης ως προς την εκλογή του νομοθετικού σώματος».
Εξυπακούεται ότι οι εκλεγέντες βουλευτές θα πρέπει να μπορούν να ασκούν τα κοινοβουλευτικά τους καθήκοντα καθ’ όλη τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου, να συμμετέχουν στις συζητήσεις και στις ψηφοφορίες στη Βουλή και, γενικά, να δύνανται να εκπροσωπούν το εκλογικό σώμα. Αυτό δε ισχύει ιδιαιτέρως στην περίπτωση κρίσιμων κοινοβουλευτικών ψηφοφοριών, όπως, ιδίως, αυτές για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης προς την Κυβέρνηση, για την ψηφοφορία επί προτάσεως δυσπιστίας – μομφής κατά της Κυβέρνησης ή κατά μέλους αυτής, για την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού και άλλων σημαντικών νομοσχεδίων.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την ημερομηνία της προσωρινής κράτησης των τριών Βουλευτών στις φυλακές Κορυδαλλού (28-10-2013) και εντεύθεν, δεν τους επιτρέπεται να ασκούν τα κοινοβουλευτικά τους καθήκοντα και να συμμετέχουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έστω και με επιστολική ψήφο, στις συζητήσεις και στις ψηφοφορίες που διεξάγονται στη Βουλή. Ειδικότερα, το Προεδρείο της Βουλής, αφενός μεν παραλείπει να εκφωνήσει τα ονόματα των τριών προφυλακισμένων Βουλευτών κατά τις ψηφοφορίες, αφετέρου δε, θέλοντας να αποποιηθεί τις ευθύνες του, εκτιμά ότι οι μοναδικά αρμόδιοι για να εκφέρουν θετική ή αρνητική γνώμη για την μεταφορά των βουλευτών από τις φυλακές Κορυδαλλού στη Βουλή, ώστε να ασκήσουν τα κοινοβουλευτικά τους καθήκοντα, είναι οι εισαγγελείς των φυλακών Κορυδαλλού.
Έτσι, μέσω της αδυναμίας συμμετοχής στις ψηφοφορίες των τριών προσωρινά κρατούμενων Βουλευτών του πολιτικού κόμματος «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ – ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ», ουσιαστικά νοθεύεται η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και η αρχή της δεδηλωμένης, καθώς, πλέον, αρκεί στην κυβέρνηση να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης 148 Βουλευτών, αφού έξι Βουλευτές αδυνατούν να λάβουν μέρος στις εργασίες της Βουλής και να ασκήσουν τα κατοχυρωμένα στα άρθρα 60 και 61 του Συντάγματος δικαιώματά τους. Με αυτόν τον τρόπο, κατ’ ουσίαν, όσο διαρκεί η αδυναμία συμμετοχής τους στις ψηφοφορίες, η Βουλή απαρτίζεται από 294 Βουλευτές, οπότε και στην Κυβέρνηση αρκεί η ΠΑΡΑΝΟΜΗ πλειοψηφία των 148 Βουλευτών, κατά παράβαση τόσο των συνταγματικών αρχών που προαναφέρθηκαν, όσο και του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.
Συμπερασματικά, παρατηρείται ότι οι ελληνικές δικαστικές και αστυνομικές αρχές, ενεργώντας υπό την ασφυκτική πίεση της Κυβέρνησης, και υποκινούμενες από την απροκάλυπτη σπουδή της Κυβέρνησης να προδικάσει την ενοχή των κατηγορούμενων Βουλευτών της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, προέβησαν σε πληθώρα παραβιάσεων ατομικών δικαιωμάτων κατοχυρωμένων στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η συστηματική αυτή παραβίαση των διατάξεων της ΕΣΔΑ και η υιοθέτηση μεθόδων και πρακτικών που έχουν ρητά καταδικαστεί από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, φαντάζει, εκ πρώτης όψεως, ως δυσεξήγητη, δεδομένου ότι οι ελληνικές αρχές είναι σε πλήρη γνώση αυτής της νομολογίας. Εξηγείται, όμως, πλήρως, αν αναλογιστούμε ότι, ουσιαστικά, πρόκειται για μια ξεκάθαρα πολιτική δίωξη που αποβλέπει στον περιορισμό της διαρκώς αυξανόμενης εκλογικής απήχησης και στην πολιτική εξαφάνιση του κόμματος της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ.
Όλες οι παραπάνω παράνομες και αντισυμβατικές μεθοδεύσεις των ελληνικών αρχών εναντίον των προσωρινά κρατούμενων Βουλευτών μας τίθενται ενώπιον των Δικαστών του Δικαστηρίου του Στρασβούργου, ώστε να καταδειχθεί το μέγεθος της υφιστάμενης πολιτικής σκευωρίας κατά της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, η οποία έχει συγκαλυφθεί υπό τον μανδύα μιας έωλης ποινικής διαδικασίας.