Εμείς οι εκδότες πανεπιστημιακών συγγραμμάτων εκδίδουμε, εδώ και τέσσερις δεκαετίες, υψηλής ποιότητας πανεπιστημιακά συγγράμματα, ελληνικά και μεταφρασμένα.
Εξακολουθούμε μέχρι σήμερα να κάνουμε καλά τη δουλειά μας και αγωνιζόμαστε –στo πλαίσιο του υγιούς ανταγωνισμού– να παραμείνουμε υγιείς, παρά την εντεινόμενη κρίση.
Ο
βασικός μας αντισυμβαλλόμενος για τα πανεπιστημιακά συγγράμματα, το Υπουργείο
Παιδείας, μας ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες κοινή υπουργική απόφαση για
οριζόντια μείωση («κούρεμα») της τιμής κοστολόγησης όλων των συγγραμμάτων κατά
15%. Δηλαδή, η μείωση αυτή αφορά όλα τα συγγράμματα, χωρίς την παραμικρή
διαφοροποίηση ως προς το κόστος και την ποιότητα των βιβλίων, και αποφασίστηκε
εντελώς απροειδοποίητα, χωρίς άλλη αιτιολόγηση, παρά μόνο τις εντολές της
Τρόικας, για περιορισμό του κονδυλίου των συγγραμμάτων στον προϋπολογισμό από
62 εκατομμύρια ευρώ σε 52. Σημειωτέον ότι η νέα ηγεσία του Υπουργείου έχει
αρνηθεί οποιονδήποτε διάλογο, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των εκδοτών.
Ακόμα
χειρότερα: η μείωση ανακοινώνεται τώρα, για να τεθεί άμεσα σε ισχύ από το
τρέχον ακαδημαϊκό έτος 2014-2015, παραμονή έναρξης της διανομής των βιβλίων
στους φοιτητές!
Το
ζήτημα είναι πολιτικό. Εξαιρετικά σοβαρό και επικίνδυνο. Σε απόλυτη αντίθεση
από την επαγγελλόμενη ανάπτυξη. Και εξηγούμαι: Το ηλεκτρονικό σύστημα διανομής
«Εύδοξος» του Υπουργείου μάς ζητάει κάθε άνοιξη να αποδεχτούμε τους όρους της
μεταξύ μας συνεργασίας και να δεσμευτούμε υπεύθυνα για τη διαθεσιμότητα όλων
των βιβλίων προς διανομή. Έτσι κάναμε και φέτος. Προχωρήσαμε στην παραγωγή των
βιβλίων μας, που στη συνέχεια προεπέλεξαν στον «Εύδοξο» οι διδάσκοντες, και
είμαστε πανέτοιμοι για τη διανομή τους στους φοιτητές τον Οκτώβριο.
Είναι
προφανές πως η μείωση κατά 15% του κ. Λοβέρδου τινάζει κυριολεκτικά στον αέρα
όλο τον προγραμματισμό μας και μας σπρώχνει στην αγκαλιά της αντιπολίτευσης.
Χωρίς να θεωρεί απαραίτητη την παραμικρή τεκμηρίωση, ο νομομαθής κ. Λοβέρδος,
και δι’ αυτού η κυβέρνηση, ακυρώνει τη συμβατική της υποχρέωση απέναντι σε μας
τους εκδότες, καταρρακώνοντας την αξιοπιστία της, και θέτει σε κίνδυνο τη δουλειά
των εργαζόμενων στους εκδοτικούς οίκους, αλλά και του πλήθους των εξωτερικών
συνεργατών τους, συγγραφέων, μεταφραστών, επιμελητών, σελιδοποιών και
τυπογράφων, ανάμεσα σε άλλους.
Το
μεγαλύτερο πλήγμα όμως το Υπουργείο το καταφέρει στην Ανώτατη Παιδεία και την
ποιότητα των σπουδών. Με αυτή την αυθαίρετη και απροειδοποίητη απόφαση
υπονομεύει την έκδοση έγκυρων και ποιοτικών συγγραμμάτων, που απαιτούν χρόνο,
κόπο και επένδυση από τη συγγραφή ή τη μετάφραση μέχρι την εκτύπωσή τους. Το πρόβλημα, συνεπώς, δεν αγγίζει μόνο τις εκδοτικές
επιχειρήσεις αλλά και όσους διδάσκουν ή φοιτούν στα ΑΕΙ της χώρας, όσους έχουν
παιδιά που σπουδάζουν, όποιους θεωρούν σημαντική την ποιότητα των
πανεπιστημιακών σπουδών.
Για
αυτό το κρίσιμο για την Ανώτατη Παιδεία ζήτημα, ο μόνος τρόπος να βρεθούν
λύσεις είναι ο διάλογος – χωρίς αποφάσεις εν μια νυκτί, χωρίς απαξίωση της
δουλειάς και της συνεισφοράς μας.
Μάγγη
Μίνογλου, εκδότρια – Εκδόσεις Κριτική