Οι οίκοι,κατατάσσουν
τα ομόλογα των κρατών σε κατηγορίες (ΑΑΑ, ΑΑ, ΒΒΒ, ΒΒ κ.ο.κ.) ανάλογα με την
πιθανότητα πτώχευσής τους ή αντιστρόφως ανάλογα με την οικονομική τους ευρωστία.
Ως
βάση χρησιμοποιούν το δεκαετές γερμανικό ομόλογο που θεωρείται το ομόλογο με
το χαμηλότερο ρίσκο και γι αυτό αποφέρει τη χαμηλότερη απόδοση για τον
επενδυτή-δανειστή.Η διαφορά του επιτοκίου (couponrate) ενός κρατικού ομολόγου μιας ευρωπαϊκής χώρας από το
αντίστοιχο γερμανικό ονομάζεται “spread” και αποτελεί μία ένδειξη-σύσταση των οίκων αξιολόγησης
προς τους επενδυτές-δανειστές για την αξία ενός ομολόγου.
Προφανώς η
αξιολόγηση υπόκεινται σε υποκειμενικούς παράγοντες και πολλές φορές οι οίκοι
αξιολόγησης προβαίνουν σε ιδιαίτερα άστοχες εκτιμήσεις που δεν μπορεί να
οφείλεται μόνο σε λάθος. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ελλάδας όπου έως
τα τέλη του 2007 τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματευόντουσαν στις κεφαλαιαγορές με
μόνο 30 μονάδες βάσης (δηλαδή 0,3%) διαφορά από τα αντίστοιχα γερμανικά και σε
λιγότερο από δυο χρόνια θεωρήθηκαν «σκουπίδια» (JunkBonds).Δεν είναι δυνατόν μόλις σε
δυο χρόνια μία οικονομία από ισχυρή και στιβαρή να θεωρηθεί «πτωχευμένη».
Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα την περίοδο του μνημονίου.
Με την προσδοκία
της βελτίωσης των δημοσιονομικών δεικτών δικαιολογήθηκε η επιβολή του
μνημονίουενώ ήταν εκ των προτέρων γνωστό ότι η λιτότητα θα επιφέρει μεγάλο
πλήγμα στην πραγματική οικονομία. Αντίθετα με τις προβλέψεις των ιθυνόντων, τα
δημοσιονομικά μεγέθη του κράτους χειροτέρεψαν ακόμα περισσότερο όπως φαίνεταιαπό
το διάγραμμα 1 και από τον πίνακα 3 που παρουσιάζεται παρακάτω.
Ο πίνακας 3
εμπεριέχει κάποια βασικά δημοσιονομικά μεγέθη τα οποία δημοσιεύτηκαν στις
ετήσιες εκθέσεις των κρατικών προϋπολογισμών και τις αντίστοιχες εκθέσεις τις Eurostat και αφορούν τις
οικονομικές χρήσεις από το 2006 έως και το 2013. Τα δεδομένα αντλήθηκαν από τους
προϋπολογισμούς του 2009[1]
έως τον προϋπολογισμό του 2015[2]
και τις απολογιστικές εκθέσεις τις eurostatαπό τον Απρίλιο του 2009 έως τον Απρίλιο του 2014.
Οι
προϋπολογισμοί δημοσιεύονται συνήθως το Νοέμβριο και αποτυπώνουν απολογιστικά
αποτελέσματα για τα δύο προηγούμενα έτη, προβλέψεις
για την τρέχουσα χρονιά καιεκτιμήσεις
για την επόμενη. Έτσι, η ακρίβεια των προβλέψεων διαπιστώνεταιστον
προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς ενώ η ακρίβεια των εκτιμήσεων διαπιστώνεται
δυο χρόνια μετά. Στις εκθέσεις της eurostatπου αποτυπώνονται στον πίνακα 3, τα αποτελέσματα είναι
μόνο απολογιστικά και αφορούν τις τέσσερις προηγούμενες χρονιές. Έτσι μπορούν
να χρησιμοποιηθούν για συγκρίσεις σε σχέση με τα αντίστοιχα που δημοσιεύονται
στους προϋπολογισμούς.
Με τη βοήθεια
του πίνακα 3 θα παρουσιαστούν οι «ασυνέχειες» των δημοσιονομικών μεγεθών και θα
αναδειχθούν τα ερωτήματα που προκύπτουν τόσο κατά την περίοδο της ένταξης της
Ελλάδος στο πρώτο μνημόνιο (2010) όσο και κατά το δεύτερο (2012) με το
περιβόητο κούρεμα του χρέους (PSI).Επίσης,
με τη βοήθεια του πίνακα 1& 3, θα αναλυθεί το παράδοξο γεγονός ότι η
συνολική αύξηση του χρέους τα τελευταία χρόνια δεν ισοδυναμεί με τα αντίστοιχα
συσσωρευμένα ελλείμματα. Το γεγονός αυτό δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και θέτει
υπό αμφισβήτηση το υποτιθέμενο
πρωτογενές πλεόνασμαγια το οποίο γίνεται εκτενής αναφορά παρακάτω.
Πίνακας 3:
Στατιστικά δεδομένα για το χρέος και το έλλειμμα από ΥΠ.ΟΙΚ και Eurostat
Κρατικοί
Προϋπολογισμοί, πηγή Υπουργείο Οικονομικών
|
||||||||
|
έτος
|
Χρέος
|
Χρέος/ΑΕΠ *100
|
Έλλειμμα
|
Χρέος
|
Χρέος/ΑΕΠ * 100
|
Έλλειμμα
|
ΑΕΠ
|
Προϋπολογισμός
20099, Αλογοσκούφης (Οκτώβριος 2008),
Eurostat Euroindicators Απρίλιος 2009
|
2006
|
204.394
|
95,87
|
-6.018
|
204.394
|
95,87
|
-5.987
|
213.207
|
2007
|
216.381
|
94,83
|
-7.937
|
216.381
|
94,83
|
-8.272
|
228.180
|
|
2008*(πρόβλεψη)
|
228.868
|
93,11
|
-6.131
|
237.181
|
97,63
|
-12.195
|
242.946
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
2007
|
216.402
|
95,60
|
|
216.731
|
95,71
|
-11.478
|
226.437
|
|
2008
|
237.196
|
99,20
|
-18.506
|
237.252
|
99,21
|
-18.303
|
239.141
|
|
2009*(πρόβλεψη)
|
272.300
|
113,40
|
-30.557
|
273.407
|
115,12
|
-32.342
|
237.494
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Προϋπολογισμός
2011, Παπακωνσταντίνου (Νοέμβριος 2010), Eurostat Euroindicators, Απρίλιος
2011
|
2008
|
261.396
|
110,30
|
-22.400
|
262.318
|
110,72
|
-23.121
|
236.917
|
2009
|
298.032
|
126,80
|
-36.150
|
298.706
|
127,10
|
-36.306
|
235.017
|
|
2010*(πρόβλεψη)
|
330.400
|
142,50
|
-21.900
|
328.588
|
142,76
|
-24.193
|
230.173
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Προϋπολογισμός
2012, Βενιζέλος, (Νοέμβριος 2011), Eurostat Euroindicators, Απρίλιος 2012
|
2009
|
299.537
|
129,30
|
-36.624
|
299.685
|
129,37
|
-36.103
|
231.642
|
2010
|
329.350
|
144,90
|
24.125
|
329.535
|
144,97
|
-23.521
|
227.318
|
|
2011*(πρόβλεψη)
|
352.050
|
161,70
|
19.683
|
355.617
|
165,34
|
-19.565
|
215088
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Προϋπολογισμός
2013, Στουρνάρας, (Οκτώβριος 2012), Eurostat Euroindicators, Απρίλιος 2013
|
2010
|
329.513
|
148,30
|
-23.732
|
329.515
|
148,33
|
-23.719
|
222.151
|
2011
|
355.658
|
170,60
|
-19.686
|
355.172
|
170,32
|
-19.834
|
208.532
|
|
2012*(πρόβλεψη)
|
340.600
|
175,60
|
-12.882
|
303.918
|
156,86
|
-19.360
|
193.749
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Προϋπολογισμός
2014, Στουρνάρας, (Νοέμβριος 2013), Eurostat Euroindicators, Απρίλιος 2014
|
2011
|
355.141
|
170,30
|
-19.686
|
355.141
|
170,31
|
-19.964
|
208.532
|
2012
|
303.928
|
156,90
|
-11.803
|
303.936
|
157,20
|
-17.205
|
193.347
|
|
2013*(πρόβλεψη)
|
321.000
|
175,50
|
-3.960
|
318.703
|
175,06
|
-23.109
|
182.054
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
Προϋπολογισμός
201510, Χαρδούβελης, (Νοέμβριος
2014), Eurostat Euroindicators, Απρίλιος 2014
|
2012
|
304.691
|
156,90
|
|
|
|
|
|
2013
|
319.133
|
174,90
|
-22.283
|
|
|
|
|
|
2014*(πρόβλεψη)
|
318.000
|
177,70
|
-2.268
|
|
|
|
|
Σχετικά με την
ένταξη της Ελλάδας το 2010 στο μνημόνιο, αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης η αλλαγή προσδιορισμού του ελλείμματος
του 2009 που προκάλεσε την τεράστια αύξηση του ελλείμματος (και του χρέους) και
έτσι «δικαιολογήθηκε» η ένταξη της Ελλάδος στον μηχανισμό «στήριξης». Αν
συγκριθούν τα δεδομένα από τον προϋπολογισμό του 2010 και 2011 με τα αντίστοιχα
της Eurostat,παρατηρούμε
ότι η δεύτερη εναρμονίστηκε με τα αποτελέσματα και τις προβλέψεις του
υπουργείου οικονομικών ένα χρόνο αργότερα.
Όπως
αποτυπώνεται στον πίνακα 3, τον Απρίλιο του 2010 η eurostatπροσδιόριζε το χρέος του 2008
στα 237,252 δις € και του 2009 στα 273,407 δις € και εφόσον τα δεδομένα ήταν
απολογιστικά θεωρητικά θα έπρεπε να είχαν «κλειδώσει». Ένα χρόνο αργότερα στην
έκθεση του Απριλίου του 2011, η Eurostat
άλλαξε τα απολογιστικά δεδομένα για το χρέος του 2008 και του 2009
προσδιορίζοντάς το στα 262,318 δις € για το 2008 και 298,706 δις € για το 2009.
Η ξαφνική και μεγάλη αύξηση του χρέους ήταν το αποτέλεσμα«δημιουργικής»
λογιστικής αλλά και της διαφορετικής μεθοδολογίας υπολογισμού του χρέους (π.χ. προστέθηκαν
στο δημόσιο χρέος οφειλές των ΔΕΚΟ ύψους 18 δις €), σε σχέση με την πρότυπη που
χρησιμοποιεί η Eurostatβάσει
της οποίας εναρμονίζονται και τα κράτη μέλη της Ε.Ε. Αξιοπερίεργο είναι το
γεγονός ότι η αλλαγή αυτή έγινε μονομερώς από την Ελλάδα χωρίς να υιοθετηθεί
από τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.[5]
Συγκεκριμένα,
μόλις ανέλαβε τη διακυβέρνηση του κράτους η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ
τον Οκτώβριο του 2009, απέστειλε στη Eurostatτις αναθεωρημένες εκτιμήσεις της για το έλλειμμα της προηγούμενης
χρονιάς (2008) αρχικά από 5% ΑΕΠ σε 7,7% ΑΕΠ. Κατόπιν αναθεώρησε και την
πρόβλεψή της για το έλλειμμα του 2009 από 3,7% σε 12,5% του Α.Ε.Π. και μερικούς
μήνες αργότερα προχώρησε και σε δεύτερη
αναθεώρηση ανεβάζοντας το δείκτη του ελλείμματος στο 15,4 % Α.Ε.Π.
Στις 10
Νοεμβρίου του 2009 το Ecofinαποφάσισε
να διερευνήσει το θέμα και ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (EuropeanCommision) να διεξάγει έρευνα
σχετικά με την πραγματική κατάσταση των δημοσιονομικών της χώρας.Η έκθεση της
ευρωπαϊκής επιτροπής[6]απεφάνθη
ότι δεν είναι σε θέση να επιβεβαιώσει την ορθότητα των στατιστικών δεδομένων
και των αναθεωρημένων στοιχείων που απέστειλε το υπουργείο οικονομικών.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην μεθοδολογία επεξεργασίας των στατιστικών δεδομένων
η οποία, σύμφωνα με την έκθεση, είναι η ιδιαίτερα προβληματική και αναφέρει «ντροπιαστικά»
παραδείγματα σχετικά με τον τρόπο παραγωγής των στατιστικών δεδομένων από τις
αρχές της Ελλάδος και συστήνει ως επιτακτική ανάγκη τη δημιουργία ανεξάρτητης
στατιστικής αρχής λόγο συχνών φαινομένων πολιτικών-κυβερνητικών παρεμβάσεων.
Με βάση τα
στοιχεία του Πίνακα 3, τρεις μήνες αργότερα τον Απρίλιο του 2010 η eurostatάλλαξε τα στοιχεία
για το έλλειμμα του 2008 από 12,195 δις € (5% ΑΕΠ) σε 18.303 δις € (7,7 %
Α.Ε.Π.) και εναρμονίστηκε στις προβλέψεις του ΥΠ.ΟΙΚ. Ένα χρόνο αργότερα
διαφοροποίησε και πάλι τα νούμερα αυξάνοντας αναδρομικά τα χρέη και τα
ελλείμματα προηγούμενων ετών.Οι ασυνέχειες μεταξύ των ετήσιων προϋπολογισμών
και των εκθέσεων της Eurostatσυνεχίστηκαν
στα χρόνια του μνημονίου παρόλο που το υπουργείο οικονομικών και η eurostatτελούσαν υπό τον
έλεγχο (ως όργανα) της Τρόικας.
Χαρακτηριστικό
είναι το παράδειγμα του προϋπολογισμού του 2013 που δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο
του 2012από το ΥΠ.ΟΙΚ, ο οποίοςπροέβλεπε ότι το χρέος στο τέλος του 2012 θα
ανέλθει στα 340,600 δις € διότι η μείωση από το κούρεμα κατά 105,976 δις € θα
αντισταθμιζόταν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (48,5 δις),
την μείωση του ενδοκυβερνητικού χρέους (20,715 δις) και την κάλυψη του
ταμειακού ελλείμματος (14,948 δις). Προκαλεί εντύπωση η παραπάνω διατύπωση του
ΥΠ.ΟΙΚ καθώς «παραδέχεται» με έμμεσο τρόπο ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
επιβαρύνει το χρέος χωρίς όμως η επιβάρυνση αυτή να χρεωθεί και στο έλλειμμα.
Ηeurostatστα αποτελέσματα που
ανακοίνωσε πέντε μήνες αργότερα τον Απρίλιο του 2013 υπολόγισε το χρέος του
2012 στα 303,936 δις € και το ΥΠ.ΟΙΚ την επόμενη χρονιά προσαρμόστηκε στα
αποτελέσματα της Eurostat.
Αποτελεί ένδειξη προχειρότητας (ή
και δόλου) το γεγονός ότι το ΥΠ.ΟΙΚ τον Οκτώβριο του 2012 εκτιμούσε το μέγεθος
του χρέους κατά 37 δις € περισσότερο από αυτό που τελικά προσδιορίστηκε δυο ή
τρεις μήνες αργότερα με το κλείσιμο της οικονομικής χρήσης του 2012.
Από τον πίνακα 2
προκύπτουν ερωτήματα και για το ύψος του «κουρέματος-PSI» του ελληνικού χρέους που έλαβε χώρα
στις αρχές του 2012. Ενώ οι πολιτικές εξαγγελίες έκαναν λόγο για «κούρεμα» της
τάξεως των 106 δις € η πραγματική μείωση του χρέους φαίνεται να είναι αρκετά
χαμηλότερη. Η μείωση - κούρεμα του χρέους θα έπρεπε να ισοδυναμεί με τη διαφορά
του χρέους του 2011 (355,141 δις €) από το χρέος του 2012 μετά το κούρεμα
(303,936 δις €), συν το έλλειμμα του 2011 που ήταν 19,964 δις €.Με βάση αυτό
τον συλλογισμό το κούρεμα ανέρχεται στα 71 δις €, δηλαδή 35 δις € λιγότερο από
τις εξαγγελίες.
Ένα επιχείρημα
ενάντια στο παραπάνω συλλογισμό είναι ότι απαιτούνται λογιστικές διορθώσεις από
χρονιά σε χρονιά για να συμπεριληφθούν και θέματα χρονικής υστέρησης. Για
παράδειγμα, τα έσοδα που αποτυπώνονται λογιστικά τους τελευταίους μήνες της
χρονιάς, εισπράττονται την επόμενη χρονιά και συνήθως είναι λιγότερα από τα
προβλεπόμενα. Τέτοιες διορθώσεις επηρεάζουν τις περισσότερες φορές αρνητικά το
έλλειμμα και το χρέος. Η Eurostatστην
εξίσωση υπολογισμού του ελλείμματος ως τη διαφορά του τρέχοντος από το
προηγούμενο έτος (ΧΡΕΟΣ τρέχων – ΧΡΕΟΣ περυσινό = Έλλειμμα) προσθέτει και έναν
συντελεστή (Κ) ως συντελεστή σφάλματος τον οποίο αποκαλεί Stock-Flow Adjustment
(SFA) («κονδύλι ρύθμισης χρέους-ελλείμματος» ή «ρύθμισης στοκ-ροής )[7].
Η ύπαρξη του συγκεκριμένου συντελεστή έχει λογική όταν οι τιμές του κυμαίνονται
σε μικρά ποσοστά επί του Α.Ε.Π., συνήθως κάτω από 0,5%. Τα τελευταία χρόνια
όμως, ο συντελεστής-SFAστην
Ελλάδα έχει ξεπεράσει κατά πολύ το όριο του 2% που είχε ορίσει η Eurostat ως το μέγιστο.
Στη συνέχεια της
παρούσης μελέτης παρουσιάζεται ο Πίνακας 4όπου αποτυπώνονται οι δαπάνες εξυπηρέτησης
του χρέους από το 1989 έως και το 2014. Οι δαπάνες αυτές αποτυπώνονται στις
ετήσιες εκθέσεις των προϋπολογισμών και διαχωρίζονται σε «Δαπάνες Εξυπηρέτησης Χρέους Κεντρικής Διοίκησης» και σε «Εξοφλήσεις Βραχυπρόθεσμου Χρέους». Τα
χρεολύσια, οι τόκοι και οι παράλληλες δαπάνες συγκροτούν τις «Δαπάνες
Εξυπηρέτησης Χρέους Κεντρικής Διοίκησης».Τα «έντοκα γραμμάτια ελληνικού δημοσίου»
και οι «Βραχυπρόθεσμοι τίτλοι εσωτερικού-ταμειακές διευκολύνσεις» συγκροτούν
τις δαπάνες για τις «Εξοφλήσεις του Βραχυπρόθεσμου Χρέους». Το άθροισμα των
παραπάνω δαπανών αποτελούν τη συνολική δαπάνη που αφορά την εξυπηρέτηση του
χρέους κάθε χρόνο.
Για να συνταχθεί
ο πίνακας 4 χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από τους προϋπολογισμούς του 2015[8]και
του 2006[9]ώστε
να συμπεριληφθούν και οι δαπάνες από το 1989 έως το 1993. Αξίζει να σημειωθεί
ότι με βάση τον προϋπολογισμό του 2015 οι συνολικές δαπάνες εξυπηρέτησης του
χρέους για το 2014 εκτιμώνται στο «εξωπραγματικό» μέγεθος των 150,681 δις € το
οποίο προκαλεί πολλά ερωτηματικά.
Πίνακας 4.
Συνολικές Δαπάνες Εξυπηρέτησης στου Χρέους
|
Δαπάνες
Εξυπηρέτησης Χρέους Κεντρικής Διοίκησης (δις €)
|
Εξοφλήσεις
βραχυπρόθεσμου χρέους (δις €)
|
Συνολικές Δαπάνες Εξυπηρέτησης Χρέους
(δις €)
|
|||||
Έτος
|
Χρεολύσια
|
Τόκοι
|
Παρ/λες Δαπάνες
|
μερικό σύνολο
|
Έντοκα γραμμάτια ιδιωτικού τομέα
|
Βραχ/σμοι τίτλοι εξωτερικού – Βραχ/σμες
ταμειακές διευκολύνσεις
|
μερικό σύνολο
|
ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ
|
1989
|
603
|
1.850
|
26
|
2.479
|
|
|
|
2.479
|
1990
|
993
|
3.413
|
38
|
4.444
|
|
|
|
4.444
|
1991
|
2.703
|
4.203
|
46
|
6.952
|
|
|
|
6.952
|
1992
|
6.406
|
4.123
|
71
|
10.600
|
|
|
|
10.600
|
1993
|
4.707
|
6.228
|
135
|
11.070
|
|
|
|
11.070
|
1994
|
7.162
|
8.990
|
190
|
16.342
|
|
|
|
16.342
|
1995
|
7.907
|
9.098
|
307
|
17.312
|
|
|
|
17.312
|
1996
|
10.263
|
9.641
|
339
|
20.243
|
|
|
|
20.243
|
1997
|
10.145
|
8.809
|
308
|
19.262
|
|
|
|
19.262
|
1998
|
9.682
|
9.018
|
170
|
18.870
|
|
|
|
18.870
|
1999
|
9.251
|
9.290
|
101
|
18.642
|
|
|
|
18.642
|
2000
|
13.131
|
9.499
|
58
|
22.688
|
6.342
|
6.342
|
29.030
|
|
2001
|
11.618
|
9.289
|
39
|
20.946
|
2.401
|
2.401
|
23.347
|
|
2002
|
20.280
|
8.535
|
59
|
28.874
|
1.303
|
1.303
|
30.177
|
|
2003
|
20.763
|
9.208
|
70
|
30.041
|
2.178
|
50
|
2.228
|
32.269
|
2004
|
18.444
|
9.283
|
72
|
27.799
|
7.631
|
6.060
|
13.691
|
41.490
|
2005
|
20.379
|
9.616
|
71
|
30.066
|
5.085
|
2.590
|
7.675
|
37.741
|
2006
|
16.589
|
9.441
|
56
|
26.086
|
2.206
|
5.885
|
8.091
|
34.177
|
2007
|
22.195
|
9.657
|
71
|
31.923
|
1.692
|
23.031
|
24.723
|
56.646
|
2008
|
26.246
|
11.134
|
72
|
37.452
|
1.733
|
23.941
|
25.674
|
63.126
|
2009
|
29.135
|
12.184
|
141
|
41.460
|
8.902
|
28.002
|
36.904
|
78.364
|
2010
|
19.549
|
12.977
|
246
|
32.772
|
17.974
|
4.627
|
22.601
|
55.373
|
2011
|
28.847
|
16.130
|
218
|
45.195
|
33.395
|
0
|
33.395
|
78.590
|
2012
|
23.908
|
12.133
|
631
|
36.672
|
47.008
|
0
|
47.008
|
83.680
|
2013
|
12.757
|
6.070
|
170
|
18.928
|
44.703
|
0
|
44.703
|
63.631
|
2014*
|
24.930
|
5.600
|
151
|
30.681
|
40.600
|
79.400
|
120.000
|
150.681
|
*Τα δεδομένα του 2014 είναι οι προβλέψεις του προϋπ/σμού του 2015 που
δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2014.
Το χρέος από τα
216,387 δις € το 2007 ανήλθε στα 318,793 δις στο τέλος του 2013. Μόλις σε επτά
χρόνια αυξήθηκε επίσημα κατά 102,406 δις € και εάν συνυπολογιστεί και το
κούρεμα του χρέους (υποτίθεται ότι ήταν 105,976)η αύξηση ανέρχεται στα 208,382
δις €, δηλαδή διπλασιάστηκε μόλις σε επτά χρόνια.Ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη
αποτελεί το γεγονός ότι την ίδια περίοδο το κράτος δαπάνησε 479,410 δις € με
βάση τα δεδομένα του πίνακα 3 (άθροισμα 2007 έως και 2013) που αντλήθηκαν από
την ετήσια έκθεση του προϋπολογισμό του 2015.
Επιπλέον, εάν
επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις του προϋπολογισμού του 2015, το 2014 θα έχουν
δαπανηθεί ακόμα 150,681 δις € για την κάλυψη του χρέους χωρίς να υπάρξει καμία
ουσιαστική μείωσή του. Το ποσό των
150,681 δις € αποτελεί ρεκόρ χρονιάς και με βάση όσα αναφέρονται στη σελίδα 178
οφείλεται στις εξοφλήσεις reposπου
φέρεται να ανέρχονται στα 79,400 δις €. Πως προκύπτουν τόσο μεγάλα ποσά και τι
αφορούν οι συγκεκριμένες εξοφλήσεις αποτελεί αντικείμενο περαιτέρω έρευνας
καθώς δεν διευκρινίζεται στον προϋπολογισμό.
Στον πίνακα 4
αποτυπώνεται ξεκάθαρα η ραγδαία αύξηση των δαπανών εξυπηρέτησης του χρέους με
την είσοδο της Ελλάδος στο ευρώ. Ξεκινώντας από το 2001 και λαμβάνοντας υπόψη
τις εκτιμήσεις για το 2014 προκύπτει ότι μέσα σε 14 χρόνια η Ελλάδα δαπάνησε
(πλήρωσε λογιστικά) 829,292 δις € εκ των οποίων τα 141,257 δις € ήταν τόκοι και
όλα αυτά για να αποπληρώσει ένα χρέος που ξεκίνησε από τα 150 δις € περίπου το
2001 και έφτασε στα 315 το 2014. Αν συμπεριληφθούν και τα 105,976 δις € του
περιβόητου «κουρέματος» προκύπτει ότι η ποσοτική αύξηση του χρέους από το 2001
έως το 2014 ήταν περίπου 270 δις €, δηλαδή 180% καθαρή ποσοτική αύξηση.
Όπως αναφέρθηκε
στην πρώτη ενότητα, από το 2001 και μετά άλλαξε και η σύνθεση του δημοσίου
χρέους καθώς το μεγαλύτερό μέρος του από δραχμές (εσωτερικό χρέος) μετατράπηκε
μονομιάς σε ευρώ με όλα τα χαρακτηριστικά που διέπουν το εξωτερικό χρέος. Η Ελλάδα
με την είσοδό της στο ευρώ, θυσίασε τη δυνατότητά της να εκδίδει νόμισμα και να
τροφοδοτεί αυτοβούλως τη πραγματική οικονομία με ρευστό. Θυσίασε επίσης και τη
δυνατότητά να διαχειρίζεται με νομισματικά εργαλεία το δημόσιο χρέος καθώς
παρέδωσε τη δυνατότητα αυτή στην ΕΚΤ.
Όλα τα παραπάνω
υποτίθεται ότι έγιναν για να αποκομιστούν άλλα οφέλη, κάποια εκ των οποίων ήταν
δημοσιονομικά όπως η μείωση του χρέους κάτω από το 60% του Α.Ε.Π. και
αντίστοιχα του ελλείμματος κάτω από το 3%. Τα πρώτα χρόνια της εισόδου στο
ευρώ, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός κρύφτηκε υπό το φως της αύξησης του Α.Ε.Π.
και των θετικών εκθέσεων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης που κατέτασσαν
την ελληνική οικονομία ως ισχυρή, με πιθανότητα πτώχευσης λίγο μεγαλύτερη από
την αντίστοιχη της Γερμανίας. Η Ε.Ε. φέρει ευθύνες καθώς τηρούσε σιγή ιχθύος
και δεν προέβη σε καμία διορθωτική ενέργεια για να επαναφέρει την οικονομική
πολιτική της Ελλάδος στον ορθό δρόμο.
Με τη βοήθεια
του Πίνακα 4 και Πίνακα 3, καταρρίπτεται και ο μύθος του υποτιθέμενου πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2012 και το 2013 αρκεί
να γίνει κατανοητός ο ορισμός του συνολικού πλεονάσματος (ή ελλείμματος).Το συνολικό πλεόνασμα ορίζεται ως το αλγεβρικό
άθροισμα του πρωτογενούς πλεονάσματος (ή ελλείμματος) με τους τόκους που
αποτελεί αρνητικό μέγεθος στη συγκεκριμένη εξίσωση. Το πρωτογενές πλεόνασμα
ορίζεται ως η διαφορά των συνολικών εσόδων από τα συνολικά έξοδα του κράτους
χωρίς να υπολογιστούν οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους. Όταν το αποτέλεσμα της
διαφοράς είναι θετικό υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο όμως πρέπει να
είναι μεγαλύτερο από τους τόκους για να επιτευχθεί συνολικό πλεόνασμα και να
υπάρχει δυνατότητα να μειωθεί το χρέος.
Συγκεκριμένο
παράδειγμα αποτελούν οι δαπάνες εξυπηρέτησης τόκων του 2012 που ανήλθαν στα 12,133
δις €. Το συνολικό έλλειμμα της
ίδιας χρονιάς ανήλθε στα 17,205 δις € με
βάση τα απολογιστικά στοιχεία της eurostatπου δημοσιεύτηκαντον Απρίλιο του 2014. Από τα παραπάνω προκύπτει
ότι το 2012 υπήρχε πρωτογενές έλλειμμα 5,072 δις € και όχι πλεόνασμα όπως
διαμήνυε η κυβέρνηση. Αντιστοίχως και το 2013
όπου το πρωτογενές έλλειμμα μεγάλωσε ακόμη περισσότερο τη στιγμή που οι
δαπάνες εξυπηρέτησης των τόκων μειώθηκαν κατά 50% σε σχέση με την προηγούμενη
χρονιά και ανήλθαν στα 6,021 δις €. Το συνολικό έλλειμμα για το 2013 ανήλθε στα
23,109 δις € κι ως εκ τούτου το πρωτογενές
έλλειμμα (και όχι πλεόνασμα!) ανήλθε στα 17,088 δις €.
Σε κάθε
περίπτωση πρέπει να γίνει ευρέως αντιληπτό ότι εάν οι τόκοι είναι μεγαλύτεροι
από το πρωτογενές πλεόνασμα τότε και πάλι υπάρχει έλλειμμα (που θα επιφέρει και
μια αντίστοιχη αύξηση του χρέους) οπότε το πρωτογενές πλεόνασμα από μόνο του
δεν είναι αρκετό για να επιφέρει μείωση του χρέους με συνέπεια να μην αποτελεί
δείκτη με ιδιαίτερη βαρύτητα ασχέτως εάν χρησιμοποιήθηκε ιδιαιτέρως τα
τελευταία χρόνια προφανώς για προπαγανδιστικούς λόγους. Μάλιστα στην έκθεση του
προϋπολογισμού του 2015 (σελίδα 104,
πίνακας 3.3) το ΥΠ. ΟΙΚ. διαχωρίζει το συνολικό έλλειμμα στα -2.931 δις €
χωρίς την επίδραση της στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και στα -22.283
δις € (-12,2% Α.Ε.Π) εάν συνυπολογιστούν και 19,352 δις € βοήθεια προς τις
τράπεζες το 2013. Εφόσον όμως η βοήθεια προς τις τράπεζες επιβαρύνει το συνολικό
έλλειμμα και το χρέος, πρέπει να αποτυπώνεται στα συνολικά έξοδα του κράτους
όπως γίνεται σε όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ε.Ε.
Αναλύοντας
περαιτέρω τις τεράστιες δαπάνες για την εξυπηρέτηση του χρέους συντάχθηκε ο
Πίνακας 5 όπου αποτυπώνονται οι δαπάνες αυτές σε σχέση με λοιπούς
δημοσιονομικούς δείκτες όπως:
Ø
Καθαρά
Έσοδα Τακτικού Προϋπολογισμού: Πρόκειται για τα ετήσια έσοδα του κράτουςμείον
τις επιστροφές φόρου χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα έσοδα από δανεισμό και τα
έσοδα από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Πρόκειται ουσιαστικά για τα καθαρά λειτουργικά έσοδα του κράτους (χωρίς
τις επιδοτήσεις τις Ε.Ε.) όπου περιλαμβάνονται και κάποια μη φορολογικά έσοδα(ή
μη τακτικά έσοδα) όπως: υπηρεσίες του κράτους,συμμετοχές-μερίσματα,
συνταξιοδοτικές και λοιπές εισφορές, παράβολα, πρόστιμα και χρηματικές ποινές. Τα
μη φορολογικά έσοδα κυμαίνονται στο10% των καθαρών εσόδων του Τ.Π. και τα
υπόλοιπα προέρχονται από την άμεση και έμμεση φορολόγηση[10].
Ø
Πρωτογενείς
Δαπάνες: Πρόκειται για τις δαπάνες που σχετίζονται με τη λειτουργία του
κράτους χωρίς να περιλαμβάνονται οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του χρέους. Οι
δαπάνες αυτές είναι: Μισθοί και συντάξεις, Κοινωνική ασφάλιση και περίθαλψη,
Λειτουργικές και άλλες δαπάνες, αποδόσεις προς τρίτους και αποθεματικά.
Ø
Χρέος:
Αφορά το δημόσιο χρέος όπως αποτυπώνεται στιςαντίστοιχες ετήσιες εκθέσεις της Eurostat
Ø
Έλλειμμα:
Αφορά το δημόσιο έλλειμμα όπως αποτυπώνεται στιςαντίστοιχες ετήσιες εκθέσεις
της Eurostat
Ø
Συνολικά Έσοδα:
Είναι το άθροισμα των τακτικών εσόδων του κράτους (φόρους και άλλα λειτουργικά
έσοδα) και των εσόδων που προέρχονται από δάνεια (πιστωτικά). Τα στοιχεία
αντλήθηκαν από τις ετήσιες εκθέσεις της Eurostat
Ø
Συνολικά Έξοδα:
Είναι το άθροισμα των πρωτογενών δαπανών του κράτους (λειτουργικά έξοδα) και τα
έξοδα-δαπάνες που αφορούν την εξυπηρέτηση του χρέους. Τα στοιχεία αντλήθηκαν
από τις ετήσιες εκθέσεις της eurostat.
Ø
Α.Ε.Π.:
Οι δείκτες του Α.Ε.Π. αντλήθηκαν από τις ετήσιες εκθέσεις της eurostat
Πίνακας 5: Βασικοί
Δημοσιονομικοί Δείκτες από το 2006 έως το 2013
Δις
(€)
|
Ετήσιες
Εκθέσεις Κρατικών Προϋπολογισμών
|
Απολογιστικές
εκθέσεις Eurostat
|
|||||||
|
ΕΤΟΣ
|
Καθαρά Έσοδα
Τακτικού Προϋπ.
|
Πρωτογενείς
Δαπάνες Τακτικού Προϋπ.
|
Συνολικές Δαπάνες
Εξυπηρέτησης Χρέους
|
Χρέος
|
Έλλειμμα
|
Συνολικά Έσοδα
|
Συνολικά Έξοδα
|
ΑΕΠ
|
Προϋπ.
2009, Πίνακας 3.1, σελίδα 78, Eurostat April 2009
|
2006
|
46.293
|
40.527
|
34.177
|
204.394
|
-5.987
|
83.363
|
89.973
|
213.207
|
Προϋπ.
2009, Πίνακας 3.1, σελίδα 78, Eurostat April 2009
|
2007
|
49.153
|
45.937
|
56.646
|
216.381
|
-8.272
|
91.500
|
100.399
|
228.180
|
Προϋπ.
2010, Πίνακας 3.1 σελίδα 52, Eurostat April 2011
|
2008
|
51.680
|
50.435
|
63.126
|
262.318
|
-23.121
|
94.529
|
117.747
|
236.917
|
προϋπ.
2011, Πίνακας 5.1 σελίδα 60, Eurostat April 2012
|
2009
|
48.545
|
57.992
|
78.364
|
299.685
|
-36.103
|
88.487
|
124.623
|
231.642
|
Προϋπ.
2012, Πίνακας 3.3. σελίδα 48, Eurostat April 2013
|
2010
|
50.857
|
52.180
|
55.373
|
329.515
|
-23.719
|
89.787
|
114.185
|
222.151
|
Προϋπ.
2013, Πίνακας 3.3. σελίδα 69, Eurostat April 2013
|
2011
|
50.159
|
51.561
|
78.590
|
355.172
|
-19.834
|
88.417
|
108.436
|
208.532
|
Προϋπ.
2014, Πίνακας 3.2 σελίδα 78, Eurostat April 2014
|
2012
|
48.173
|
47.529
|
83.680
|
303.936
|
-17.205
|
85.846
|
103.347
|
193.347
|
Προϋπ.
2015, Πίνακας 3.2 σελίδα 102, Eurostat April 2014
|
2013
|
47.773
|
44.227
|
63.631
|
318.703
|
-23.109
|
83.380
|
106.501
|
182.054
|
ΣΥΝΟΛΑ
|
8 έτη
|
392.633
|
390.388
|
513.587
|
Αύξηση Χρέους 114.309
|
705.309
|
865.211
|
|
Από τον Πίνακα 5
προκύπτουν εκ νέου ασυνέχειες σχετικά με το υποτιθέμενο «κούρεμα» του χρέους (105,976
δις €) το 2012. Με βάση τους δείκτες της Eurostat, τα συνολικά έξοδα του κράτους την περίοδο 2006 έως 2013
ανήλθαν στα 865,211 δις € ενώ τα αντίστοιχα έσοδα (λειτουργικά και πιστωτικά
έσοδα από πάσης μορφής δανεισμό) ανήλθαν στα 705,309 δις €. Η διαφορά των
συνολικών εξόδων από τα έσοδαισοδυναμεί με το συσσωρευμένο έλλειμμα το οποίο
επιφέρει και μία ισόποση αύξηση στο χρέος.
Αφαιρώντας τα
105,976 δις € του υποτιθέμενου «κουρέματος» από τα 159,902 δις €19 του συσσωρευμένου
ελλείμματος, προκύπτει ένα μέγεθος της τάξεως των 53,926 δις € το οποίο θα
έπρεπε να ισοδυναμεί με την πραγματική αύξηση του χρέους.Όμωςηκαταγεγραμμένη αύξηση
του χρέους από το 2006 (204,394 δις €) έως και το 2013 (318,703 δις €) ανήλθε
στα 114,309 δις € και είναι μεγαλύτερη κατά 60,383 δις € από την υπολογιζόμενη
με βάση τα συσσωρευμένα ελλείμματα. Με βάση τον παραπάνω συλλογισμό το αληθινό
κούρεμα του χρέους ήταν μόλις 45,593 δις €, δηλαδή κατά 60,383 δις € λιγότερα
από τα 105,976 δις € που ανακοινώθηκαν.
Αντιστρόφως, εάν
όντως το κούρεμα ήταν 105,976 δις ευρώ και προστεθεί η συσσωρευμένη πραγματική
αύξηση του χρέους (114,309 δις €) το μέγεθος των 220,285 δις € που προκύπτει
είναι κατά 60,283 δις € μεγαλύτερο από το συσσωρευμένο έλλειμμα με το οποίο θα
έπρεπε να ισούται. Αν ισχύει η δεύτερη περίπτωση τότε τα συσσωρευμένα
ελλείμματα την οκταετία 2006 έως 2013 ήτανπολύ μεγαλύτερα από τις επίσημες
ανακοινώσεις αποδεικνύοντας ότι η οικονομική πολιτική της τρόικας ήταν η
καταστροφικότερη των τελευταίων δεκαετιώνκαι σε σχέση με τους δημοσιονομικούς
δείκτες.
Επίσης, εάν τα
συσσωρευμένα ελλείμματα των 220,285 δις € αφαιρεθούν απότα συνολικά έξοδα του
κράτους την οκταετία 2006 έως 2013 (865,211 δις €), προκύπτει ότι μόνο 644,926
δις € από τις συνολικές δαπάνες καλύφθηκαν από τα έσοδα του κράτους. Όμως,με
βάση τα δεδομένα των κρατικών προϋπολογισμών, τα τακτικά-λειτουργικά έσοδα την
ίδια περίοδο ήταν στα 392,633 δις €. Αν υποτεθεί ότι τα τακτικά έσοδα του
κράτους συμψηφίζονται με τις αντίστοιχες πρωτογενείς δαπάνες (390,388 δις) και
αφαιρεθούν από τα 644,926 δις €, τότε προκύπτει ένα ποσό της τάξεως των252,293
δις € το οποίο με βάση τον παραπάνω συλλογισμό θα έπρεπε να ισοδυναμεί με τα
συνολικά έσοδα από επιδοτήσεις και δανεισμό.
Αποτελεί
αντικείμενο περαιτέρω έρευνας πόσα ήταν τα πραγματικά έσοδα από επιδοτήσεις και
δανεισμό την παραπάνω οκταετία. Με τη συγκεκριμένη υπόθεση προκύπτουν μεγάλα
ερωτήματα για ποιο λόγο εγγράφτηκαν στα έξοδα του κράτους 513,587 δις € για την
εξυπηρέτηση του χρέους και όχι ένα πολύ μικρότερο ποσό της τάξεως των 250 δις
€.
Δύο από τις
πιθανές εξηγήσεις για τα παραπάνω ερωτήματα είναι οι εξής:
Α) Στην
προσπάθεια της τρόικας να αναδιαρθρώσει το χρέος (τελικά εις όφελος των ιδιωτικών
τραπεζών) και να «κουκουλώσει» τις πολιτικές εξαγγελίες (π.χ. ελάφρυνση χρέους),
προέβη σε μεγάλες και αλλεπάλληλες αγοραπωλησίες χρέους. Αντίστοιχες πρακτικές
χρησιμοποιούν και οι εταιρίες που προσπαθούν να «ξεπλύνουν» το λεγόμενο «μαύρο»
χρήμα και προβαίνουν σε εικονικές αγοραπωλησίες και πολλές μεταφορές χρημάτων.
Φαίνεται πως η Ελλάδα αποτέλεσε ένα μεγάλο «πλυντήριο
ομολόγων» τα χρόνια της τρόικας αλλά και νωρίτερα.
Β) Μεγάλο μέρος
των τακτικών-λειτουργικών εσόδων του κράτους αναλώθηκαν για την εξυπηρέτηση του
χρέους κι όχι αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των πρωτογενών δαπανών όπως διαμήνυαν
οι εκάστοτε κυβερνήσεις που ισχυριζόντουσαν ότι τα τακτικά έσοδα δεν επαρκούν
ούτε για τις πρωτογενείς δαπάνες. Για να αποδειχτεί το συγκεκριμένο
συμπέρασμα-εικασία απαιτείται ενδελεχής έλεγχος στις πρωτογενείς δαπάνες του
κράτους κάτι που δεν είναι εφικτό από τα διαθέσιμα στοιχεία που δημοσιεύονται
στους προϋπολογισμούς και ισολογισμούς τους κράτους. Υπάρχουν όμως σοβαρές
ενδείξεις που συνηγορούν στο παραπάνω συμπέρασμα, για παράδειγμα οι μειωμένες
δαπάνες για συντάξεις και μισθούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα που έπεσαν κάτω
από τα 20 δις € ετησίως τα χρόνια της τρόικας.
Από την ανάλυση
του Πίνακα 5 προκύπτουν και πολλά ερωτηματικά από τα αθροίσματα των στατιστικών
δεδομένων. Για παράδειγμα, με βάση τις εκθέσεις των κρατικών προϋπολογισμών από
το 2006 έως και το 2013 (8 χρόνια) το άθροισμα των συνολικών πρωτογενών δαπανών
(390,388 δις €) και των συνολικών δαπανών για την εξυπηρέτηση του χρέους
(513,587 δις €) ανήλθε στα 903,975 δις €. Το μέγεθος αυτό θα έπρεπε να ισούται
με το αντίστοιχο άθροισμα των συνολικών δαπανών (865,211 δις €) από τις
εκθέσεις τις eurostatτο
οποίο όμως υπολείπεται κατά 38,764 δις
€.
Οι παραπάνω
αναλύσεις στηρίχθηκαν σε δημοσιεύσεις που είναι διαθέσιμες στο ευρύ κοινό μέσω
του διαδικτύου και προέρχονται από επίσημες αρχές (ευρωπαϊκή επιτροπή, eurostat, ΥΠ.ΟΙΚ.) που τελούν
υπό τον έλεγχο της τρόικας η οποία πιθανόν να έχει λόγους να αποκρύψει τυχόν λάθη
και άστοχες οικονομικές πολιτικές. Από την ως τώρα ανάλυση αναδείχθηκαν πολλές
ασυνέχειες (ακόμα και στις μαθηματικές αναγωγές) που προκαλούν πολλά ερωτήματα
καθώς δεν μπορεί να οφείλονται μόνο σε αστοχίες εκτιμήσεων.
[1]Πηγή 7: Κρατικός Προϋπολογισμός 2009,
Πίνακας 3.2: Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης, σελίδα 78, Πίνακας 4.2: Χρέος Γενικής
Κυβέρνησης, σελίδα 104
[2]Πηγή 8: Κρατικός Προϋπολογισμός 2015,
Νοέμβριος 2014, Ολόκληρη η έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού στο αρχείο: http://www.minfin.gr/sites/default/files/financial_files/EISHGHTIKH%2BEKTESH%2B2015%2BGR.pdf
[3]Eurostat news release
Euroindicators,Provision of Deficit and Debt data,Πηγή 10, Πηγή 11, Πηγή 12, Πηγή 13, Πηγή 14
[4]Πηγή 15: Κρατικός Προϋπολογισμός 2010,
Πίνακας 3.2: Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησηςσύμφωνα με τη μεθοδολογία του EuropeanSystemsAccounts (ESA 1995), σελίδα 52, Πίνακας
4.2: Χρέος Γενικής Κυβέρνησης, σελίδα 102
[5]Για το θέμα του ελλείμματος του 2009 η πρώην υπάλληλος της ΕΛΣΤΑΤ καθηγήτρια
κυρία Ζωή Γεωργαντά έχει δημοσιεύσει αρκετά άρθρα και μελέτες. Στο συγκεκριμένο
άρθρο χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από τον ακόλουθο σύνδεσμο: http://attikanea.blogspot.gr/2012/09/2009.html
[7]Στο
παράρτημα παρατίθεται απόσπασμα από το άρθρο της κας Ζωής Γεωργαντά όπου
αναλύεται με ποιον τρόπο ο συντελεστής-SFA(Κ) χρησιμοποιείται, εν τέλει, ως εργαλείο παραπληροφόρησης.
[8]Πηγή 8:
Κρατικός Προϋπολογισμός 2015, Νοέμβριος 2014, Πίνακας 4,6 Δαπάνες Εξυπηρέτησης
Χρέους, Πίνακας 4.7 Εξοφλήσεις Βραχυπρόθεσμων Τίτλων, σελίδα 178
[9]Πηγή 16:Κρατικός Προϋπολογισμός 2006,
Νοέμβριος 2005, Πίνακας 4.8 Δαπάνες Εξυπηρέτησης Χρέους, Πίνακας 4.9 Εξοφλήσεις
Βραχυπρόθεσμων Τίτλων, σελίδα 115
[10]Πηγή 17: Ισολογισμός και Λοιπές
Χρηματοοικονομικές Καταστάσεις της Κεντρικής Διοίκησης, Οικονομική Χρήση 2013,
Δημοσίευση: Υπουργείο οικονομικών, Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Ιούλιος 2014
[11]Το άθροισμα των ελλειμμάτων από το 2006 έως
2013 ισούται με 157,350 δις € ενώ θα έπρεπε να είναι απόλυτα ίσο με τη συνολική
διαφορά των εξόδων από τα έσοδα που ανέρχεται στα 159,902 δις €. Οι μικρή διαφορά οφείλεται κυρίως στις
στρογγυλοποιήσεις που προκύπτουν από τις μαθηματικές αναγωγές.
Εδώ θα μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο ολοκληρωμένο