Ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ) συμμερίζεται απόλυτα την έντονη ανησυχία των παραγωγικών επιχειρήσεων και για μια ακόμη φορά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη μείωση της ανταγωνιστικότητας και την άμεση απειλή
της βιωσιμότητάς τους εξαιτίας της συνεχούς αύξησης του ενεργειακού κόστους.
Αφορμή για τη νέα παρέμβαση του ΣΕΒΕ αποτελoύν πρόσφατες ενέργειες ενεργοβόρων επιχειρήσεων προς τη ΔΕΗ και η επικείμενη Έκτακτη Γενική Συνέλευση της ΔΕΗ που θα πραγματοποιηθεί στις 31.01.14 στην οποία το Ελληνικό Δημόσιο,ως βασικός μέτοχος του εθνικού προμηθευτή ενέργειας, καλείται να εγκρίνει, μεταξύ άλλων, την εισήγηση της Διοίκησης για το κόστος προμήθειας ρεύματος στην ελληνική βιομηχανία. Κόστος το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των βιομηχανικών πελατών, εμφανίζεται σε επίπεδα πολύ πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης.
Ο ΣΕΒΕ εκφράζει την υποστήριξή του στο καθολικό αίτημα της επιχειρηματικής κοινότητας για μείωση του κόστους ενέργειας, επισημαίνοντας ότι, παρά και τις σχετικές συνεχείς παρεμβάσεις και διαμαρτυρίες των επιχειρηματικών φορέων όλο αυτό το διάστημα, δεν υπάρχει καμία θετική εξέλιξη στο θέμα. Τα όρια όμως για τις επιχειρήσεις έχουν πλέον εξαντληθεί και η κατάσταση κινδυνεύει να γίνει μη αναστρέψιμη.
Ο Σύνδεσμος τονίζει ότι θα πρέπει άμεσα να υιοθετηθεί συγκεκριμένη ενεργειακή πολιτική προς όφελος των Ελληνικών Παραγωγικών Επιχειρήσεων. Ειδικά για τις ενεργοβόρες παραγωγικές και εξαγωγικές μονάδες, οι οποίες είναι έντασης ενέργειας, απασχολούν μεγάλο αριθμό εξειδικευμένου και μη ανθρώπινου δυναμικού και ενδοκλαδικά κινούν ένα μεγάλο μέρος της εγχώριας αγοράς καθώς και των εξαγωγών, θα πρέπει να προβλεφθεί μία ειδική ενεργειακή πολιτική που θα συμβάλλει στην επιβίωσή τους και στη διατήρηση των θέσεων εργασίας.
Οι προεκτάσεις που μπορεί να λάβει η αδυναμία λειτουργίας επιχειρήσεων τέτοιας κλίμακας εξαιτίας του υψηλού κόστους ενέργειας είναι ανυπολόγιστες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, για κάθε μία θέση εργασίας που χάνεται στη βιομηχανία, χάνονται άλλες 6 θέσεις εργασίας στην υπόλοιπη αγορά.
Πρέπει να γίνει κατανοητό τόσο προς τα συναρμόδια Υπουργεία, όσο και προς τις εταιρίες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και τους εμπλεκόμενους φορείς, ότι ο εξορθολογισμός του κόστους ενέργειας είναι ικανός να ενεργοποιήσει μία αναπτυξιακή διαδικασία που μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση τόσο στην ελληνική οικονομία, όσο και στην ελληνική κοινωνία. Και αυτό γιατί η μείωση του κόστους ενέργειας αυτομάτως μειώνει το κόστος παραγωγής και καθιστά πιο ανταγωνιστική την τιμή των παραγόμενων προϊόντων, τα οποία στις πιο πολλές περιπτώσεις είναι ποιοτικά και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα δυτικοευρωπαϊκά. Αυτό συνεπάγεται αύξηση των παραγγελιών και των πωλήσεων για τους Έλληνες επιχειρηματίες και ειδικά τους εξαγωγείς, αύξηση της παραγωγικής δυναμικής, προσλήψεις ανθρώπινου δυναμικού και εισροή ξένου συναλλάγματος στην χώρα.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου το γεγονός, ότι με την ανάληψη της προεδρίας της Ε.Ε από την χώρα μας, ο οργανισμός Business Europe (Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Βιομηχανιών) παρενέβη στον Πρωθυπουργό, κ. Αντώνη Σαμαρά, εστιάζοντας στο θέμα της ενεργειακής πολιτικής και τονίζοντας ότι το κεφάλαιο ενέργεια και κλιματική πολιτική είναι στρατηγικής σημασίας για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Ο ίδιος φορέας ζήτησε τη μείωση των εθνικών ρυθμιστικών εμποδίων για να τονωθεί ο ανταγωνισμός και η παραγωγή και κατανάλωση ενέργειας και έθεσε θέμα επαναπροσδιορισμού της πολιτικής για την ενέργεια στη βάση του κόστους και της ανταγωνιστικότητας, ζητώντας την ασφαλή προμήθεια ενέργειας σε οικονομικές τιμές για τους βιομηχανικούς καταναλωτές.
Η πρωτοβουλία του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κ. Γιάννη Μανιάτη, στο πλαίσιο της ελληνικής προεδρίας της Ε.Ε για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, προτείνοντας να υπάρξει ειδική μέριμνα για τις χώρες που εμφανίζουν παρατεταμένη οικονομική ύφεση και για τις χώρες που η γεωγραφική τους θέση τις καθιστά ευάλωτες στον ανταγωνισμό από χώρες που δεν είναι ενταγμένες στο μηχανισμό δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων CO2, είναι θετική. Ωστόσο το ζητούμενο για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι η αντιμετώπιση του ζητήματος με άμεσα αποτελέσματα, ενώ δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι ένα μεγάλο μέρος του κόστους ενέργειας οφείλεται στην υψηλή και πολλαπλή φορολογία, κάτι το οποίο αποτελεί εσωτερικό και όχι ευρωπαϊκό ζήτημα.
Ο ΣΕΒΕ, στο πλαίσιο της αιτούμενης ελάφρυνσης των επιχειρήσεων από το ενεργειακό κόστος έχει καταθέσει στο πρόσφατο παρελθόν συγκεκριμένη δέσμη μέτρων προς τα συναρμόδια υπουργεία. Συγκεκριμένα προτείνει:
1. Υιοθέτηση ενεργειακής πολιτικής προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας
2. Μείωση και διαπραγμάτευση της τιμής προμήθειας του φυσικού αερίου
3. Δραστική μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο
4. Μείωση συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης στην ηλεκτρική ενέργεια
5. Εξίσωση των ρυθμιζόμενων χρεώσεων ΕΤΜΕΑΡ, ΥΚΩ και ΕΦΚ των μεγάλων βιομηχανιών Μέσης Τάσης (ΜΤ), με τις βιομηχανίες Υψηλής Τάσης (ΥΤ)
6. Αναθεώρηση του τρόπου υπολογισμού της τιμής του φυσικού αερίου
7. Υιοθέτηση της «διακοψιμότητας» παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές
8. Εκμετάλλευση της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας στον ενεργειακό χάρτη, με σκοπό την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και του βαθμού μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης της χώρας
Για τα ανωτέρω μέτρα το ισοδύναμο αποτέλεσμα που προκύπτει είναι η υποκατάσταση εισαγωγών από ελληνικής παραγωγής προϊόντα, η ενίσχυση της εξωστρέφειας, η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου, η αύξηση της απασχόλησης, η είσπραξη Φ.Π.Α. και φόρων και η ενίσχυση των ασφαλιστικών ταμείων.
Επιτέλους πρέπει να πιστέψουμε στην Ελληνική Παραγωγή, να την Ενισχύσουμε και να την Εξάγουμε.
Για την ανάλυση των θέσεων και των προτάσεων του ΣΕΒΕ για το ενεργειακό ζήτημα, πατήστε εδώ.