Είναι κοινό μυστικό ότι οι πολιτικές δημοσκοπήσεις δεν αποτυπώνουν απλώς τις τάσεις του εκλογικού σώματος, αλλά κυρίως το κατευθύνουν δημιουργώντας
κάθε φορά το ανάλογο επιθυμητό κλίμα γι αυτούς, που κινούν τα νήματα της πολιτικής.
κάθε φορά το ανάλογο επιθυμητό κλίμα γι αυτούς, που κινούν τα νήματα της πολιτικής.
Ακόμη και τα πραγματικά δημοσκοπικά ευρήματα να έχουν εμφανίσει, βρίσκουν τρόπο να τα αλλοιώσουν, καθώς τα παρουσιάζουν έτσι, ώστε να μετατοπίζουν το κέντρο βάρους τους.
Βέβαια, όταν είμαστε κοντά στις εκλογές εμφανίζουν αποτελέσματα ανάλογα με την επιθυμία του παραγγέλλοντος. Δεν είναι λίγες οι φορές, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, που τα αποτελέσματα των εκλογικών αναμετρήσεων απείχαν πολύ και αδικαιολόγητα από τα δημοσκοπικά "ευρήματα".
Όλοι, όσοι παραγγέλλουν δημοσκοπήσεις, σε ένα πράγμα συμφωνούν. Στο να θεωρούν ντεφάκτο την ισχύουσα πολιτική. Γι αυτό ερωτήσεις που την θέτουν σε αμφισβήτηση δεν τίθενται στους ερωτώμενους ποτέ.
Αφορμή, για να γραφούν αυτές οι γραμμές, αποτέλεσαν δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Για την οικονομία του κειμένου δεχόμαστε ότι τα ποσοστά που παρουσιάζονται από τις δημοσκοπικές εταιρίες είναι αληθινά και ότι δεν είναι για τα μνημονιακά κόμματα ακόμη μικρότερα. Η Πρώτη της Alco για το «Πρώτο ΘΕΜΑ», που δημοσιεύτηκε στις 4 Ιουνίου και άλλη της Κάπα Reasearch για το «Βήμα της Κυριακής», που δημοσιεύθηκε στις11 Ιουνίου του ‘16.
Και ενώ το βασικό εύρημα της πρώτης δημοσκόπησης είναι ότι υπάρχει έντονη αποδοκιμασία από το εκλογικό σώμα για το κυβερνητικό κόμμα και την αξιωματική αντιπολίτευση, αφού τα ποσοστά τους είναι 15% και 21% αντίστοιχα, αυτό που προβάλλεται είναι η μεταξύ τους διαφορά, κάτι που μένει και ως τελική εικόνα στον αναγνώστη. (πίνακας 1
Διαβάστε τη συνέχεια εδώ