έδειχναν τόσο μαζικά και τόσο δυναμικά πριν τους ρίξουν στον γκρεμό όσοι κυβέρνησαν τον τόπο τις προηγούμενες δεκαετίες, τότε δεν θα χρειαζόταν να ξεκινήσουμε σήμερα από τον πάτο του γκρεμού, αλλά από το χείλος του. Και σίγουρα τα πράγματα θα ήταν ευκολότερα.
Θα ήταν
ευκολότερα αν οι πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων δεν είχαν προκαλέσει
(με τη συνδρομή των κομματικών συνδικαλιστών και συνεταιριστών), τη
δραματική μείωση της παραγωγής και την καταστροφή των αγροτικών οργανώσεων με
το ξεπούλημα και την υποθήκευση της περιουσίας τους στο τραπεζικό σύστημα.
Θα ήταν
ευκολότερα αν η Αγροτική Τράπεζα δεν είχε μετατραπεί σε χορηγό (δανεικών και
αγύριστων) φίλων των κυβερνήσεων και των ίδιων των κομμάτων τους - για να
μην ξεχνάμε τα 200 εκατομμύρια που πήραν Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ, φροντίζοντας μάλιστα
και για την ατιμωρησία τους μέσω της γνωστής «ντροπολογίας» τριών βουλευτών της
Ν.Δ εις εξ αυτών Πιεριεύς.
Θα ήταν
ευκολότερα αν οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις για την ανασυγκρότηση της αγροτικής
οικονομίας δεν μετατρέπονταν στα γνωστά εκσυγχρονιστικά σημιτικά κουφάρια
υποτιθέμενων επιχειρήσεων.
Θα ήταν
ευκολότερα αν ο ΟΓΑ δε συντηρούνταν τόσα χρόνια ως ένα παρακατιανό ταμείο με
βασική σύνταξη 158 ευρώ.
Αλλά,
δυστυχώς, δεν είναι ευκολότερα. Τουλάχιστον μπορούν να γίνουν δικαιότερα. Κι αυτό προσπαθεί η σημερινή κυβέρνηση να
κάνει.
Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ο εχθρός του λαού. Δεν μπορεί να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ εχθρός του λαού. Ως κόμμα της
αριστεράς ήταν και παραμένει στο πλευρό του λαού. Κι αν ανέλαβε τη διακυβέρνηση
του τόπου είναι γιατί ο λαός πίστεψε, ακόμη και μετά τον οδυνηρό αναγκαστικό
συμβιβασμό του περασμένου καλοκαιριού, ότι
ήταν η μόνη ελπίδα για να βγούμε επιτέλους από το λάκκο με τα φίδια που
έριξαν τη χώρα οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Γι’ αυτό
είναι βέβαιο ότι, αν καθίσουμε να εξετάσουμε όλοι μαζί τους τρόπους, θα τους
βρούμε.
Αν ο στόχος δεν είναι απλά να ρίξουμε τον ΣΥΡΙΖΑ (για να φέρουμε στ’ αλήθεια τί στη θέση
του;), αλλά να ξαναζωντανέψουμε την αγροτική οικονομία και τους ανθρώπους
της, θα τον βρούμε τον τρόπο, όσο κι αν μας δυσκολέψουν οι πιστωτές που μας
φόρτωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις.
Και είναι σίγουρο πως τότε μπορούμε να συμφωνήσουμε σε πολλά.
Μπορούμε να
συμφωνήσουμε πως είναι παράλογο να ζητάμε (κι εγώ και οι άλλοι
βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Πιερίας κι ο γραμματέας της Κ.Ε) να συζητήσουμε με τους
αγρότες να βρούμε συγκεκριμένες λύσεις κι αυτοί να απαντούν (όπως έκανε το
Συντονιστικό των μπλόκων της Πιερίας των αγροτών) «δε μας ενδιαφέρει η
συζήτηση, εμείς να διαμαρτυρηθούμε θέλουμε»!
Από πότε οι
διαδηλώσεις γίνονται απλά για να γίνονται κι όχι για να εισακούονται;
Πώς γίνεται
να φωνάζει από τη ντουντούκα στην ΕΚΑΒΗ ο εκπρόσωπος των αγροτών «η εκδήλωση
αναβλήθηκε, οπότε οι ερωτήσεις μας θα μείνουν αναπάντητες», όταν λίγο πριν
του είχε ζητηθεί να τις θέσει τις ερωτήσεις κι αυτός αρνήθηκε;
Τελικά ποιος φοβάται το διάλογο; Τον φοβάται ο ΣΥΡΙΖΑ; Τα στελέχη του και οι βουλευτές του,
που, όπου βρουν ευκαιρία , όπου βρίσκουν ευήκοα ώτα (κι όχι απαξιωτικές κραυγές
και χυδαιότητες του τύπου «ουουού τον
π…στη» που φώναξε κάποιος στη
συγκέντρωση των αγροτών στην ΕΚΑΒΗ, μόλις ακούστηκε το όνομα του γραμματέα του
ΣΥΡΙΖΑ) τον επιδιώκουν και τον πραγματοποιούν.
Τον φοβάται η κυβέρνηση; Μα οι υπουργοί της
και ο ίδιος (για πρώτη φορά) ο πρωθυπουργός της χώρας τους είπαν «ελάτε να συζητήσουμε».
Και γιατί
τελικά δε γίνεται; Γιατί η μία πλευρά, η πλευρά των συντονιστικών των μπλόκων
των αγροτών, φαίνεται να μην τον εννοεί, αυτό τουλάχιστον δείχνουν τα
προσκόμματα που βάζουν εδώ και μέρες- ζήτησαν
διάλογο με τον πρωθυπουργό, έγινε δεκτός, μετά αξίωσαν να αποσυρθεί
πρώτα όλο το ασφαλιστικό και κατόπιν τα έβαλαν με όσους από τους εκπροσώπους
τους δήλωσαν διάθεση να προσέλθουν στον διάλογο με τον πρωθυπουργό.
Μπορούμε
ακόμη να συμφωνήσουμε πως το ασφαλιστικό πρόβλημα επείγεται να λυθεί για να
εξασφαλιστεί πρώτον ότι ο αγρότης θα πάρει σύνταξη και δεύτερον ότι αυτή θα
είναι αξιοπρεπής.
Η κυβέρνηση
βλέπει το ζήτημα ως ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Ο έχων περισσότερα
εισφέρει περισσότερα. Και η πλειοψηφία των αγροτών, που δεν έχει περισσότερα,
δε θα εισφέρει περισσότερα. Υπάρχει άλλη λογική; Υπάρχει και είναι αυτή του
κ. Μητσοτάκη. Που προτείνει … ιδιωτική ασφάλιση! Για τους έχοντες εννοείται.
Για τους μη έχοντες πρότεινε να τους παρακρατούνται οι εισφορές από τις
επιδοτήσεις!
Ε, αν η
νεοφιλελεύθερη λύση του κ. Μητσοτάκη κρίνεται από τους διαμαρτυρόμενους αγρότες
ως η πλέον συμφέρουσα, ας το θέσουν ως αίτημα των μπλόκων στην κυβέρνηση. Θα
χαρούν κι οι θεσμοί κι οι δανειστές μας, που πιέζουν για περισσότερες
οριζόντιες περικοπές και μέτρα αφανισμού των φτωχών και μεσαίων αγροτών.
Μπορούμε τέλος να συμφωνήσουμε ότι κανένα ασφαλιστικό σύστημα, κανένα φορολογικό σύστημα
δε μπορεί να σταθεί ούτε τώρα, ούτε στο μέλλον, αν δεν αλλάξουμε ριζικά το
παραγωγικό μοντέλο στον αγροτικό τομέα της χώρας μας.
Με κοινωνικούς
όρους. Με σχεδιασμό που θα διασφαλίζει τη συνέχιση της παραγωγικής αγροτικής
διαδικασίας και τη διατροφική επάρκεια της χώρας, που θα διασφαλίζει δίκαια, με
διαφανή τρόπο γρήγορα και αποτελεσματικά την κατανομή των ευρωπαϊκών ενισχύσεων
και με τρόπο που να πιάνουν τόπο. Που θα διασφαλίζει τον εκσυγχρονισμό των
βασικών υποδομών και θα βελτιώνει τις συνθήκες ανθρώπινης διαβίωσης στην
ύπαιθρο. Που θα ενισχύει και θα στηρίζει την παραμονή αλλά και την επιστροφή
των νέων στην περιφέρεια.
Κι αυτό το στοίχημα μπορεί να κερδηθεί μόνο με συντονισμένες και
συλλογικές προσπάθειες.
Η κυβέρνηση έχει
ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία. Μένει να εξακριβωθεί και η διάθεση των εταίρων
αυτής της διαδικασίας. Σε έναν ανοιχτό, έντιμο και ειλικρινή διάλογο.
Στέργιος Καστόρης
Βουλευτής Πιερίας του ΣΥΡΙΖΑ