Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

360 νεκρά βρέφη: Το πρώτο σκάνδαλο που παραδέχτηκε η VW

Μπορεί οι εξατμίσεις κάποιων Volkswagen να καπνίζουν περισσότερο από όσο δήλωνε η γερμανική φίρμα, αλλά οι σκοτεινότερες στιγμές της
εταιρείας δεν έχουν να κάνουν απλώς με απάτες και πτώση της χρηματιστηριακής της αξίας. Σχετίζονται με την καταρράκωση της ανθρώπινης αξίας και την καταναγκαστική εργασία χιλιάδων ανθρώπων στις εγκαταστάσεις της, την περίοδο του Τρίτου Ράιχ.
«Δωμάτια θανάτου» στην πόλη της χαράς; Είναι ένα από τα τραγικά παράδοξα που συνδέονται με το ναζισμό την περίοδο του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Η πόλη των KdF (σημερινό Βόλφσμπουργκ) δημιουργήθηκε για να στεγάσει τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που θα έκαναν πράξη το όραμα του Χίτλερ για το Αυτοκίνητο του Λαού. Επρόκειτο για το Beetle, που τότε λεγόταν KdF (Kraft durch Freude), δηλαδή Ισχύς μέσω της Χαράς, αντλώντας το όνομά του από την ομώνυμη ναζιστική «πολιτιστική» οργάνωση. Η μαζική παραγωγή του μοντέλου ξεκίνησε τελικά μετά τη λήξη του πολέμου, ενώ οι ελάχιστες μονάδες που κατασκευάστηκαν μέχρι το 1945 διανεμήθηκαν σε υψηλά ιστάμενα στελέχη των Εθνικοσοσιαλιστών. Η βιομηχανική πόλη, βέβαια, έσφυζε από δραστηριότητα σε όλο αυτό το διάστημα. Αλλά δεν παρήγε χαρά - μόνο πόνο...
Η Sara Frenkel ήταν ένας εκ των 20.000 και πλέον ανθρώπων που εργάζονταν καταναγκαστικά για τη Volkswagen. Μέχρι να φθάσει εκεί, με παραποιημένα στοιχεία ταυτότητας, είχε περάσει από γκέτο και στρατόπεδα κρύβοντας την εβραϊκή καταγωγή της που ισοδυναμούσε με σχεδόν βέβαιη θανατική καταδίκη. Οι αναμνήσεις της από εκείνη την εποχή περιστρέφονται γύρω από δύο «σταθερές»: το φόβο μήπως αποκαλυφθεί η πραγματική της ταυτότητα και το θάνατο περισσότερων από 360 βρεφών, οι γονείς των οποίων ήταν σκλάβοι στο εργοστάσιο. Η ίδια είναι αλήθεια ότι στάθηκε ανέλπιστα τυχερή, βρίσκοντας ένα κρεβάτι κι ένα πιάτο φαί στο νοσοκομείο -ένα σύμπλεγμα παραπηγμάτων-που ήταν μέρος του βιομηχανικού συγκροτήματος. Εργαζόμενη, όμως, ως νοσοκόμα βίωνε καθημερινά την απανθρωπιά του ναζιστικού συστήματος. Πολλές δεκαετίες μετά, κατάφερε να βάλει σε σειρά κάποιες από εκείνες τις εμπειρίες και να τις αφηγηθεί με συνεκτικό τρόπο:
«Ο ‘’θάλαμος 8’’, όπου δούλευα, κάποια στιγμή άρχισε να δέχεται νεογέννητα εργατριών από τη Σοβιετική Ένωση, οι οποίες επιτρεπόταν να παραμείνουν στο νοσοκομείο μόνο για λίγες μέρες μετά τον τοκετό. Καθώς ήταν πρακτικά αδύνατο να διαχωριστούν τα άρρωστα μωρά από τα υγιή, το ένα μετά το άλλο άρχισαν να πεθαίνουν. Όταν ζήτησα από το φαρμακείο φάρμακο για ένα άρρωστο μωρό, μου απάντησαν ότι η ουσία δεν διατίθεται για τα παιδιά του ‘’θαλάμου 8’’. Το καλοκαίρι του 1944, η κατάσταση επιδεινώθηκε. Ο θάλαμος έκλεισε, δημιουργήθηκε μια πτέρυγα απομόνωσης και όσα παιδιά ήταν υγιή μεταφέρθηκαν λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, στο ‘’σπίτι του παιδιού’’. Ήταν φριχτές οι συνθήκες εκεί: Το μέρος ήταν γεμάτο κοριούς, ψείρες κι έζεχνε ούρα και κόπρανα. Λίγο αργότερα μεταφέρθηκαν εκεί και τα υπόλοιπα παιδιά. Τελικά δεν επέζησε κανένα τους (…) Θυμάμαι τη Σόφι, ένα κοριτσάκι εφτά μηνών, πολύ λεπτό. Σχεδόν λιμοκτονούσε, υπέφερε συνέχεια από διάρροια κι εμετό, δεν μπορούσε να φάει και της τσιμπούσα ελαφρά τη μύτη για να καταπιεί την τροφή. Της είχα αδυναμία, την έπαιρνα αγκαλιά, της έπλεκα πραγματάκια από γάζες, την έμαθα να μπουσουλάει. Ήταν σχεδόν θαύμα το ότι η Σόφι επιβίωνε, αλλά μια μέρα μου ανακοίνωσαν ότι το μωρό θα φύγει για το ‘’σπίτι του παιδιού’’. Έκανα τα πάντα για να το αποτρέψω, αλλά δεν μπόρεσα. Άρχισα να την επισκέπτομαι εκεί, ώσπου μια μέρα μου είπαν να μην πάω. Είχε πεθάνει. Αμέσως μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψα σε αυτό το μέρος - κάποια παιδιά επιζούσαν ακόμη, ξαπλωμένα στο πάτωμα, γεμάτα ψείρες. Δεν μπορούσα να τα βοηθήσω…».



Διαβάστε τη συνέχεια εδώ