Τις εντονότερες εισοδηματικές ανισότητες ανάμεσα στις γενεές παρουσιάζει η Ελλάδα μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη. Δυστυχώς η Ελλάδα
αποτελεί τη χώρα όπου ανατρέπεται η προσδοκία ότι οι νεότερες γενιές θα ζουν καλύτερα από τις γηραιότερες. Η τάση αυτή αφορά όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο. Στην περίπτωση, όμως, της Ελλάδας, οι νέες γενιές έχουν χαμηλότερο εισόδημα απ’ ό,τι είχαν οι γονείς τους στην ηλικία τους. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται στην Ισπανία και στην Ιταλία. Στην Ελλάδα, η γενιά των millennials (όσοι γεννήθηκαν μεταξύ 1981-2000) αμειβόταν το 2014 κατά 25% λιγότερο απ’ ό,τι η Generation X (1966-1980) το 2006.
αποτελεί τη χώρα όπου ανατρέπεται η προσδοκία ότι οι νεότερες γενιές θα ζουν καλύτερα από τις γηραιότερες. Η τάση αυτή αφορά όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο. Στην περίπτωση, όμως, της Ελλάδας, οι νέες γενιές έχουν χαμηλότερο εισόδημα απ’ ό,τι είχαν οι γονείς τους στην ηλικία τους. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται στην Ισπανία και στην Ιταλία. Στην Ελλάδα, η γενιά των millennials (όσοι γεννήθηκαν μεταξύ 1981-2000) αμειβόταν το 2014 κατά 25% λιγότερο απ’ ό,τι η Generation X (1966-1980) το 2006.
Η γήρανση του πληθυσμού και οι αυξημένες συνταξιοδοτικές ανάγκες ασκούν οικονομική πίεση στους νέους, οι οποίοι επιβαρύνονται δυσανάλογα για τη χρηματοδότηση των συντάξεων.
Η έρευνα, πάντως, εμφανίζει ακόμα και τους baby boomers, τη μεταπολεμική γενιά (1945-1965), να έχουν κατά 11% χαμηλότερο επίπεδο διαβίωσης και εισοδήματα από τους γονείς τους. Η Generation X έχει εισοδήματα κατά 29% χαμηλότερα από την προηγούμενη γενιά. Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα για τους σημερινούς εικοσάρηδες και τριαντάρηδες, τα εισοδήματα των οποίων είναι κατά 31% χαμηλότερα από αυτά της Generation X. Σημειώνεται ότι τα στοιχεία για τις εισοδηματικές διαφορές μεταξύ των γενεών αφορούν την περίοδο 1969-2014, ενώ τα στοιχεία για την Ελλάδα (και τη Γερμανία) είναι ελλιπή. Συνολικά, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων μειώθηκε κατά 23,8% από το 2007 έως το 2016, περισσότερο απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη πλούσια χώρα της Δύσης. Στην Ιταλία το εισόδημα μειώθηκε κατά 9,8% και στην Ισπανία κατά 1,9%. Στη Βρετανία το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ αυξήθηκε κατά μόλις 2,7% και στις ΗΠΑ μόλις κατά 5,1%. Στην Ελλάδα η συμμετοχή των νέων (από 15 έως 30 ετών) στην αγορά εργασίας είναι η δεύτερη χαμηλότερη μετά την Ιταλία. Πριν από την κρίση, η απασχόληση των νέων άγγιζε το 55%, ενώ μετά την κρίση είναι περίπου στο 47%.
Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα το κόστος στέγασης ως ποσοστό του εισοδήματος είναι με διαφορά το υψηλότερο ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες, καθώς αντιστοιχεί στο 35% του μέσου εισοδήματος. Αυτά τα συμπεράσματα προκύπτουν από τη μελέτη που έκανε το Resolution Foundation. Η γήρανση του πληθυσμού και οι αυξημένες συνταξιοδοτικές ανάγκες ασκούν οικονομική πίεση στους νέους, οι οποίοι επιβαρύνονται δυσανάλογα για τη χρηματοδότηση των συντάξεων. Η χρηματοπιστωτική κρίση αύξησε την οικονομική ανασφάλεια, καθώς οι ελαστικές μορφές απασχόλησης διαδίδονται ευρέως, ενώ η μετάβαση από το ενοίκιο στην ιδιοκτησία επιτυγχάνεται σε ακόμη πιο προχωρημένη ηλικία απ’ ό,τι παλιότερα. Στη Βρετανία, αντιμετωπίζουν το μέλλον με απαισιοδοξία, καθώς η πίστη στην πρόοδο και στην καλύτερη διαβίωση κάθε επόμενης γενιάς αποτελούσε συνεκτικό στοιχείο των κοινωνιών. Οι Βρετανοί βρίσκουν ιδιαίτερα ανησυχητική αυτήν την εξέλιξη, διότι υπονομεύει το αίτημα για αξιοκρατική κοινωνία. Αν το μόνο καταφύγιο των νέων είναι η οικογένεια, τότε το δίχτυ ασφαλείας καθενός είναι θέμα τύχης. Η οικονομική εξασφάλιση δεν θα είναι αποτέλεσμα ικανοτήτων, ταλέντου ή εργατικότητας, αλλά θα έχει να κάνει με το πόσο τον στηρίζει η οικογένειά του.