Με έναν απλό, ανέξοδο τρόπο, που προέκυψε μέσα από επιστημονική μελέτη και καθοδήγηση, η οικολογική ποιότητα του νερού της λίμνης Καστοριάς βελτιώθηκε από κακή σε μέτρια. Η λύση ήταν απλή:
το άνοιγμα και κλείσιμο των θυροφραγμάτων του ρέματος Γκιόλε σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές.
Με μια απλή ρύθμιση των θυροφραγμάτων, που έγινε πειραματικά το 2016 υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας του Τμήματος Βιολογίας του ΑΠΘ, Μαρίας Μουστάκα και του Τμήματος Περιβάλλοντος και Υδροοικονομίας της Περιφερειακής Ενότητα Καστοριάς, επιτεύχθηκε βελτίωση της οικολογικής ποιότητας του νερού από κακή το 2014, σε μέτρια το 2016!
Τα αποτελέσματα του διαχειριστικού αυτού εργαλείου οικολογικής αποκατάστασης της λίμνης με μηδενικό κόστος, θα παρουσιαστούν στο 6ο Περιβαλλοντικό Συνέδριο Μακεδονίας, που διοργανώνεται στο Συνεδριακό Κέντρο «Νικόλαος Γερμανός» της ΔΕΘ – HELEXPO, στη Θεσσαλονίκη, από χθες (5 Μαΐου) έως τις 7 Μαΐου.
«Για πρώτη φορά, υπεύθυνοι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θέλησαν να αξιοποιήσουν την τεχνογνωσία και να εφαρμόσουν το διαχειριστικό εργαλείο που τους έχουμε προτείνει εδώ και πολλά χρόνια για τη λίμνη Καστοριάς», ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Μουστάκα, η οποία προχώρησε στην υλοποίηση της διαχείρισης μαζί με την συνεργάτιδά της Μ. Κατσιάπη και τους Σ. Παπαδόπουλο και Ε. Αραμπατζάκη από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας -Τμήμα Περιβάλλοντος -Υδροοικονομίας Π.Ε. Καστοριάς, Σ. Γαργάλα από το Τμήμα Περιβάλλοντος του δήμου Καστοριάς και Θ. Μαρδίρη από το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Καστοριάς.
Συγκεκριμένα, στη λίμνη Καστοριάς διερευνήθηκε η διαχείριση της στάθμης του νερού, μέσω του ρέματος Γκιόλε, που είναι ένα φυσικό κανάλι που εκρέει στον ποταμό Αλιάκμονα, ως εργαλείο για την οικολογική αποκατάστασή της με πρώτο στόχο τη μείωση των κυανοβακτηρίων. To 2016, έγινε δοκιμαστικά ρύθμιση της στάθμης με διατήρησή της σε περιόδους υψηλών εισροών (Ιανουάριος-Μάιος) και πτώση της στάθμης με απομάκρυνση νερού τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο (πτώση στάθμης 19 cm) βάσει της οικολογίας φυτοπλαγκτού-κυανοβακτηρίων.
«Αυτή η ρύθμιση», τονίζει η κ.Μουστάκα, «κυρίως με βάση τη μέθοδο Flushing, φαίνεται ότι συνετέλεσε στα εξής σημαντικά:
α) μείωση στα χαμηλότερα επίπεδα βιομάζας φυτοπλαγκτού και κυανοβακτηρίων κατά τη θερμή περίοδο των τελευταίων 20 ετών,
β) μετάβαση της κυριαρχίας από τοξικά κυανοβακτήρια σε είδη-δείκτες καλής ποιότητας για δύο μήνες με απουσία του τοξικού κυανοβακτηρίου Μicrocystis μέχρι τέλη Αυγούστου,
γ) απότομη πτώση της μέγιστης βιομάζας των κυανοβακτηρίων στην εύφωτη ζώνη με ταυτόχρονη μείωση κατά 50 φορές της βιομάζας του Microcystis και
δ) βελτίωση της οικολογικής ποιότητας του νερού από κακή το 2014 σε μέτρια το 2016″.
Σύμφωνα με την κ. Μουστάκα, «με βάση αυτά τα αποτελέσματα, φαίνεται ότι η διαχείριση της στάθμης νερού στη λίμνη Καστοριάς, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ισχυρό εργαλείο για την βελτίωση της ποιότητας νερού της λίμνης, τουλάχιστον συμπληρωματικά σε προγράμματα μέτρων».
«Ωστόσο», καταλήγει η καθηγήτρια του ΑΠΘ, «δεν μπορούμε να προβλέψουμε ότι θα έχουμε την ίδια θετική αντίδραση του οικοσυστήματος κάθε χρόνο και τα αποτελέσματα θα είναι το ίδιο καλά αλλά μπορούμε να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε αυτό το διαχειριστικό εργαλείο για την παρακολούθηση της οικολογικής ποιότητας της λίμνης».
ΑΠΕ-ΜΠΕ